ALL ABOUT EVE

TRIBUTE

Εκείνο το κορίτσι από το Coventry που βρέθηκε στο Λονδίνο και έγινε για λίγα φεγγάρια μουσικός δημοσιογράφος για το ZigZag, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, αγγίζει πια σήμερα τα 60 του χρόνια. Έχοντας μια μεγάλη ώθηση από την αθωότητα του τότε, ίσως και την αφέλεια, την έλξη για τη φύση, το διάστημα, το απόκρυφο, απέκτησε ένα έντονο αίσθημα απόδρασης. Τώρα πια τα περισσότερα από αυτά έχουν εξαφανιστεί, και νιώθει ευχαριστημένη που είναι ακόμα εδώ, σε αυτό τον κόσμο: πάντα όμως θα κοιτάζει ένα μεγάλο, χοντρό, κρεμ φεγγάρι μια χειμωνιάτικη νύχτα με την ίδια έκπληξη βαθιά στην ψυχή της και θα νιώθει ζωντανή.

Έφτανε λοιπόν μια συνέντευξη που έκανε η Julianne Regan με τους Gene Loves Jezebel για το ZigZag, για να της ζητηθεί σύντομα να προσχωρήσει στο γκρουπ. Έπαιξε μαζί τους μπάσο, κήμπορντς και έκανε δεύτερα φωνητικά. Βρισκόμαστε στο 1982 και γρήγορα, εμφανώς δυσαρεστημένη από τη διαρκή ένταση μεταξύ των δίδυμων frontmen του γκρουπ, αποχώρησε για να κάνει μουσική με τη φίλη της και πρώην ντράμερ των Xmal Deutschland, Manuela Zwingman. Ήταν η περίοδος που γνώρισε αρκετούς μουσικούς, μεταξύ των οποίων και οι Andy Cousin και Tim Bricheno από το γκρουπ Aemotii Crii. Κάποια στιγμή προέκυψε ένα γκρουπ από τους Regan, Bricheno, Zwingman και τον James Richard Jackson στο μπάσο, με το όνομα “The Swarm”.

Η προβολή της κλασικής ταινίας “All About Eve” οδήγησε τις δυο γυναίκες στην αλλαγή του ονόματος αλλά και σύντομα στην αποχώρηση της Zwingman λόγω μουσικών διαφορών. Σχεδόν ταυτόχρονα, ο Andy Cousin αντικατέστησε τον Jackson και με τη χρήση drum machine οι All About Eve το 1985, άρχισαν να ενεργοποιούνται σε στούντιο και σκηνές.

Το 1986 η Regan γνωρίζει τον πρώην κιθαρίστα των Sisters Of Mercy, Wayne Hussey που ξεκινά τη διαδρομή με το σχήμα του, τους The Mission και αυτός εντυπωσιάζεται από τη φωνή της. Η Julianne βρέθηκε να συνεισφέρει στα δεύτερα φωνητικά του single “Severina” του πρώτου τους άλμπουμ, “God’s Own Medicine”, και να τους συνοδεύει σε εμφανίσεις σε πολλά τηλεοπτικά προγράμματα της εποχής: ουσιαστικά ξεκίνησε μια σχέση συνεργασίας μεταξύ τους που κρατά μέχρι σήμερα. Άλλωστε ήταν αυτή η γνωριμία που έφερε και την υπογραφή του συμβολαίου με τη Phonogram.

Έχοντας ήδη μια πλούσια φαρέτρα με σπουδαίο υλικό, το γκρουπ ηχογραφεί το ομότιτλο πρώτο άλμπουμ του, που κυκλοφορεί από τη θυγατρική Mercury στις 16 Φεβρουαρίου 1988, και αποτέλεσε το πιο πετυχημένο τους εμπορικά, σκαρφαλώνοντας στο Νο 7 των UK Charts. Όσο ασυνήθιστο και αν ακούγεται για την εποχή ένα άλμπουμ με 14 τραγούδια, οι Eve δεν είχαν ούτε μια αδύναμη ή αδιάφορη στιγμή να δώσουν. Ο ντράμερ Mark Price προσχωρεί στις τάξεις του γκρουπ χωρίς να προλάβει όλες τις ηχογραφήσεις που γίνονται με τη συνδρομή του Mick Brown των The Mission, του session Greg Brimstone, αλλά και τη χρήση drum machine. Η παραγωγή έγινε από τον Paul Samwell-Smith και ο Hussey ανταπέδωσε τη συμμετοχή της Regan, κάνοντας δεύτερα φωνητικά στο “Shelter From The Rain”, ενώ έκανε την παραγωγή και στο τραγούδι “Lady Moonlight”.

Ένα από τα πιο δημοφιλή τους τραγούδια, το ανθεμικό “Flowers In Our Hair” άνοιγε το άλμπουμ και έγινε μάλλον αναίτια αιτία παρεξήγησης, καθώς τυπώθηκε αρχικά σαν τίτλος του δίσκου στην αρχική μορφή της κασέτας και έπειτα θεωρήθηκε σαν υπαινιγμός για αναβίωση του κινήματος των χίπις. Στην πραγματικότητα βέβαια, η δεδομένη αγάπη της Regan για τη φύση, αλλά και η έλξη της σε ρουστίκ ατμόσφαιρες και διαθέσεις μεταφράστηκε πολύπλευρα σε μια συλλογή από τραγούδια με εμφανή συνθετική δύναμη αλλά και αμεσότητα. Έχοντας μια ισχυρή πλευρά προσέγγισης στο gothic rock που μεσουρανούσε εκείνη την εποχή, αλλά παράλληλα και έναν ευαίσθητο πλουραλισμό που ξεκινούσε από τη folk και έφτανε μέχρι το shoegaze και την pop, οι Eve αποτέλεσαν ένα συναισθηματικό ηχείο πολυτελείας για καθημερινούς ανθρώπους.

Από το εξευγενισμένο φλαμένγκο του “Gypsy Dance”, στην κατάνυξη του “Shelter From The Rain” που κορυφώνεται σχεδόν σαν metal μπαλάντα, από το gothic rock του “Every Angel” στο παραδοσιακό ιρλανδικό λαϊκό τραγούδι “She Moves Through The Fair”, από την πανοραμική έλξη του “Wild Hearted Woman” στην σχεδόν ψυχεδελική folk του “Apple Tree Man”, οι Eve έμοιαζαν αλάνθαστα εύστοχοι σε ένα άλμπουμ αέρινο, ευαίσθητο, ανθρώπινο και πλούσιο. Η Regan παγίδεψε άμεσα με την απίθανη παράστασή της ένα πλήθος διαφορετικών ακροατών και μαζί της ο Tim Bricheno αναδείχτηκε ιδιαίτερα ευέλικτος και ουσιαστικός, απλώνοντας τη σφραγίδα του σε όλη την παλέτα τους. Το single “Martha’s Harbour” που ανέβηκε εντυπωσιακά στο No 10 του UK Singles Chart, έγινε το τραγούδι που τους χαρακτήρισε για καιρό και παρέσυρε το άλμπουμ στην κορυφή.

Μετά την ενθουσιώδη υποδοχή από κριτικούς και κοινό, το γκρουπ έκανε κάποιες περιοδείες σαν headline στην Ευρώπη και μια sold out εμφάνιση στο Royal Albert Hall. Το καλοκαίρι του 1988 και πριν ακολουθήσουν το δεύτερο μέρος προώθησης του πρώτου άλμπουμ, άρχισαν να δουλεύουν τα demo του νέου άλμπουμ, και τον Δεκέμβριο άρχισαν να ηχογραφούν στα Marcus Studios του Λονδίνου, πάλι με τον Paul Samwell-Smith στην κονσόλα. Στις αρχές του ’89 μετακομίζουν σε στούντιο της εξοχής, όπου διαμορφώνονται οι οριστικές αλλαγές στα demo των τραγουδιών, και τον Απρίλιο άρχισαν να ηχογραφούν το άλμπουμ στο Chipping Norton του Oxford shire. Στη διάρκεια των ηχογραφήσεων έκλεψαν χρόνο να παίξουν στο περίφημο Glastonbury Festival, να εμφανιστούν ως support στους Cure και τους Simple Minds, και ως headliners στο Cropredy Festival των Fairport Convention. Τον Σεπτέμβριο ο προάγγελος single “Road To Your Soul” άνοιξε το δρόμο σε κλίμα ευδαιμονίας και με δυο ακυκλοφόρητα τραγούδια. Στις 16 Οκτωβρίου το “Scarlet And Other Stories” ολοκλήρωσε τον επώδυνο δρόμο του και παραδόθηκε στους ακροατές.

Η εμφανώς πιο σκοτεινή του διάθεση στη μουσική και στους στίχους σφραγίζει το άδοξο φινάλε της σχέσης της Regan με τον Bricheno. Οι απρόσιτοι προορισμοί του “Road To Your Soul”, η γιορτινή ματαιότητα του αειθαλούς “December”, οι σημαντικές απουσίες του “The Empty Dancehall”, οι μάταιες εκκλήσεις του “Dream Now”, σχεδόν όλα σκιαγραφούν ένα επώδυνο άλμπουμ για την Regan, η οποία είχε πει πως στο διάστημα της δημιουργίας του έκλαψε περισσότερο από όσο στην υπόλοιπη ζωή της. Το “Scarlet…” έφτασε στο Νο 9, ενισχυμένο με την μεγαλύτερη ως τότε περιοδεία τους στο Νησί, με δυο sold out συναυλίες στο Hammersmith Odeon του Λονδίνου. Τέλος του έτους κυκλοφόρησε το “December” σαν δεύτερο single και τον Απρίλιο του 1990 το “Scarlet” σαν τρίτο. Τότε έκαναν και τρεις sold out εμφανίσεις στο Royal Albert Hall που έμελλε να είναι οι τελευταίες του Bricheno με τη μπάντα. Οι μουσικές διαφορές που επικαλέστηκαν και οι δυο πλευρές ήταν ουσιαστικά μια τυπική επικάλυψη.

Περίπου ένα μήνα μετά την αποχώρηση του Tim, ο κιθαρίστας των The Church, Marty Willson-Piper δέχεται ένα τηλεφώνημα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου στο Σικάγο, όπου βρισκόταν στη διάρκεια της περιοδείας του γκρουπ στην Αμερική. Η Regan, θέλοντας να λύσει γρήγορα το πρόβλημα του κενού στην κιθάρα προτείνει στον Marty να δοκιμάσει να κάνει ένα άλμπουμ μαζί τους, καθώς ήταν από τους αγαπημένους της κιθαρίστες και τον θεωρούσε ιδανική λύση. Τις επόμενες εβδομάδες, η Regan του στέλνει demo από τα νέα τραγούδια και ο Marty βρίσκεται στο Λονδίνο και συναντιέται με το γκρουπ. Με την ανάλογη χημεία να λειτουργεί άμεσα, προσχωρεί στους Eve, παραμένοντας παράλληλα και στους The Church. Ανοίγοντας ένα διαφορετικό κεφάλαιο με την προσθήκη νέου αίματος, και τη διάθεση της Regan να επουλώσει τις πληγές της, τον Ιανουάριο του 1991 επιστρατεύουν τις υπηρεσίες του παραγωγού Warne Livesey, που είχε δουλέψει με Midnight oil και Deacon Blue, και αρχίζουν τις ηχογραφήσεις στα Mill Studios στο Berkshire. Άλλα τρία στούντιο χρησιμοποιήθηκαν, ενώ μεγάλη έκπληξη αποτέλεσε η συμμετοχή του David Gilmour στα τραγούδια “Are You Lonely” και “Wishing The Hours Away”. Όταν ο Gilmour εμφανίστηκε στα Ridge Farm Studios, η Regan αρχικά επιχείρησε να τον πείσει να αναλάβει την παραγωγή, αλλά αυτός αρνήθηκε λέγοντας πως θα παίξει μόνο ένα δυο σόλο γι’ αυτούς. Το απόλυτα προσωπικό του ύφος απλώθηκε στο στούντιο μόλις άγγιξε την κιθάρα, αλλά όπως ο Marty θυμόταν, ήταν πολύ διάσημος και τεράστιος για να τα επιμεληθεί στην εντέλεια, έτσι μόλις έφυγε, μπήκε μέσα και συμμάζεψε το ένα, και τελικά χρησιμοποιήθηκε η δική του απόδοση.

Η συνειδητή απόπειρα να προχωρήσουν αφήνοντας πίσω την συνεχή σύνδεση με το gothic rock, φαινόταν να αποδίδει, όταν η Regan άκουσε στις ζωντανές αποδόσεις των νέων τραγουδιών γυναικείες, οργισμένες φωνές να της λένε “το gothic είναι ακόμα ζωντανό, σκύλα!”. Μέσα από τη συνεργασία στη σύνθεση με έναν εργασιομανή κιθαρίστα, η τραγουδίστρια περιέγραψε τη διαδικασία σαν μια “do-it-yourself” ψυχοθεραπεία για να αντιμετωπίσει τις αλλαγές και τις πραγματικές καταστάσεις της ζωής. Αφήνοντας πίσω μεγάλο μέρος της ακουστικής τους πλευράς, με έναν συνδημιουργό αλλά και έναν παραγωγό που δεν φοβόταν τις ηλεκτρικές κιθάρες, οι Eve έμοιαζαν να ζωγραφίζουν πια με μεγαλύτερο πινέλο. Ήταν ολοφάνερο πως τα “Farewell Mr Sorrow” και “Strange Way” είχαν στόχο τον Tim Bricheno που προσχώρησε στους Sisters Of Mercy και η Regan πάλευε να ξορκίσει τον επώδυνο χωρισμό της.

Το νέο, τρίτο τους άλμπουμ κυκλοφορεί τελικά στις 26 Αυγούστου 1991 με τον ατυχή, σύμφωνα με την τραγουδίστρια, τίτλο “Touched By Jesus”. Η αλλαγή δείχνει να κοστίζει εμπορικά, καθώς δεν μπόρεσε να πλησιάσει την αποδοχή των δυο πρώτων άλμπουμ, φτάνοντας μόλις στο Νο 17 των UK Charts. Από τα τρία singles, τα “Strange Way”, “Farewell Mr Sorrow” και “The Dreamer”, μόνο το “Farewell…” κατάφερε να σκαρφαλώσει στο No 36. Οι φανερά μειωμένοι αριθμοί οδηγούν στο τέλος της συνεργασίας τους με τη δισκογραφική εταιρεία.

Η νέα πρόταση συνεργασίας που έρχεται από την MCA υπόσχεται απόλυτη καλλιτεχνική ελευθερία, αν και στο γεύμα που σφράγισε τη συμφωνία, ακούστηκε η άποψη πως θα έπρεπε να κάνουν ξανά κάτι κοντά στο πρώτο άλμπουμ. Ήταν βέβαια αργά να κοιτάξουν πίσω. Συνθέτοντας νέο υλικό σε μια φάρμα κοντά στα σύνορα με την Ουαλία και ηχογραφώντας σε ένα στούντιο κοντά στην ακτή του Kent, απόλαυσαν την ηρεμία και εμπιστεύτηκαν τους εαυτούς τους για την παραγωγή, με τη βοήθεια του μηχανικού ήχου Ted Hayton. Είχαν πια βυθιστεί στον κόσμο των reverb και των delay, η φωνή είχε χαμηλώσει, οι ψυχεδελικές κιθάρες τύλιγαν περίεργες υπνωτικές ατμόσφαιρες. Ήταν μάλλον δύσκολο για τους περισσότερους να αναγνωρίσουν τους τυπικούς All About Eve, και η Regan είχε ήδη σκεφτεί πως μάλλον έπρεπε να αλλάξουν όνομα: το θεωρούσε μια εμπορική εξαπάτηση καθώς δεν ήταν το όνομα που θεωρητικά υπέγραψε η εταιρεία. Βέβαια, χωρίς τον τίτλο “All About Eve”, δεν θα είχαν καμιά τύχη, πέρα από την προφανή πιθανότητα σόλο καριέρας για τη Regan.

To “Ultraviolet” κυκλοφορεί στις 26 Οκτωβρίου 1992. Η σειρήνα του μελοδραματικού παρελθόντος μοιάζει να απολαμβάνει την ιδιαίτερη ψυχρότητα του βάθους που τυλίγει τη φωνή της, η κατεύθυνση μοιάζει να γεφυρώνει το shoegaze και το ψυχεδελικό progressive rock, ο Willson-Piper ακούγεται απελευθερωμένος, δοκιμάζοντας καινοτόμους ήχους και εκφράσεις. Όσο και αν το άλμπουμ προσεγγίζεται δύσκολα από κάποιον που εθίστηκε στην καθιερωμένη τους ταυτότητα, είναι ένας σπουδαίος και γενναίος δίσκος, υπερβατικός και ειλικρινής φτιαγμένος από την ίδια σύνθεση του “Touched By Jesus” που έχει όμως διανύσει τόσο μεγάλη, εναλλακτική απόσταση. Η εμπορική υποδοχή του άλμπουμ είναι αρκετά χλιαρή, τα δυο singles, “Phased” και “Some Finer Day” κινούνται απλά αξιοπρεπώς, μάλλον με την ώθηση του παρελθόντος. Ακολουθεί μια μίνι περιοδεία δέκα εμφανίσεων τον Νοέμβριο, και στο τέλος του έτους, η MCA τους ανακοινώνει την άδοξη και πρόωρη λήξη της συνεργασίας τους. Η περίεργη, σχεδόν εμμονική ροπή της Regan να αντιδράσει σε όλους αυτούς που άκουγαν στο τρίτο τους άλμπουμ ένα stadium rock που τους είχε φέρει στα μέτρα των Fleetwood Mac και σύντομα θα τους μεταμόρφωνε σε Heart, τους είχε οδηγήσει σε μια μοναχική θέση. Τον Ιανουάριο του 1993, οι All About Eve διαλύονται, με την αποχώρηση της Regan που κουράστηκε με την απροθυμία και αδυναμία του κόσμου να αποδεχτεί και να εκτιμήσει τη νέα κατεύθυνση.

Βέβαια η ζωή μοιάζει να αγαπά ακόμα και τους πιο μακρινούς παράξενους κύκλους και να σπέρνει ελπίδες για νοσταλγούς και όψιμους φίλους. Η Regan, φανερά απομακρυσμένη από τους ρυθμούς και την πυκνότητα της πρότερης διαδρομής, δοκίμασε με τους Mice, κυκλοφόρησε ένα άλμπουμ με τον Hussey, νοστάλγησε περιστασιακά τον δρόμο με εναλλακτικές συνθέσεις μελών των All About Eve. Τον Δεκέμβριο του 2002 κυκλοφόρησε το EP “Iceland”, με δυο νέα τραγούδια, δυο διασκευές και δυο επανεκτελέσεις του “December”.Κάποια στιγμή η πίκρα και ο θυμός ξεθώριασαν και το 2006 συνεργάστηκε ξανά με τον Tim Bricheno για ένα νέο τραγούδι με τον τίτλο “Raindrops” που περιλήφθηκε στην συλλογή “Keepsakes”. Μέσα στο 2019, οι δυο τους άρχισαν να γράφουν ξανά νέα μουσική και κάποια βίντεο που αναρτήθηκαν, συνοδεύτηκαν στην επίσημη σελίδα της από ένα σχόλιο της Regan που έγραφε “χωρίς σχέδια και υποσχέσεις”. Κάποια στιγμή, το κοινό τους προφίλ στο facebook απενεργοποιήθηκε και οι ερωτήσεις συνεχίζουν να αιωρούνται μονομαχώντας με τις προσδοκίες. Όσο η ίδια επιμένει να αυτοπροσδιορίζεται σαν μια τραγουδοποιός που ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τη σύνθεση τραγουδιών στο πλαίσιο των αναμνήσεων και της νοσταλγίας, η ιστορία συνεχίζεται.

Χωρίς σχέδια και υποσχέσεις…

1964
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…