ALCATRAZZ: “V”

ALBUM

Είδος: Heavy metal
Εταιρεία: Silver Lining Music
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 15 Οκτωβρίου 2021

Η μουσική βιομηχανία με τις συνήθεις ίντριγκες συνεχίζει να μας γεμίζει με εκπλήξεις. Έτσι ζήσαμε να ακούσουμε και τους περιβόητους Alcatrazz, που δραστηριοποιήθηκαν δισκογραφικά ξανά το 2020 με το άλμπουμ “Born Innocent”, και επιστρέφουν με τον διάδοχό του “V”, χωρίς τη φωνή του εμβληματικού Graham Bonnet. Το σήριαλ περιέχει και άλλα επεισόδια, καθώς ο ίδιος χωρίζοντας τους δρόμους του, δήλωσε πως θα χρησιμοποιήσει το όνομα, στρατολογώντας τον Jeff Loomis στις κιθάρες. Έτσι η λίστα με τα ονόματα που εκπροσωπούνται ή εκπροσωπήθηκαν από δυο διαφορετικές συνθέσεις μουσικών, συνεχίζει να μακραίνει, μαζί με τη φαιδρότητα της σύγχρονης μουσικής πραγματικότητας.

Στο μεταξύ, η υπόλοιπη σύνθεση του “Born Innocent” συνεχίζει σταθερή, με τα ιδρυτικά μέλη Gary Shea και Jimmy Waldo να συνοδεύονται από τον κιθαρίστα Joe Stump και τον ντράμερ Mark Benquechea. Παραμένοντας στη σημειολογική πραγματικότητα του νέου άλμπουμ, είναι η πρώτη φορά που δεν αλλάζει ο κιθαρίστας του γκρουπ, και αναμφισβήτητα ο Joe Stump, ένας απόφοιτος του Berklee, άψογα καταρτισμένος και σπουδαίος θιασώτης του περίτεχνου, νεοκλασικού ύφους, αποτελεί ένα ταιριαστό βαρύ όπλο στη φαρέτρα του σχήματος. Όσο για τον άνθρωπο που αντικαθιστά τον Bonnet, αυτός βρέθηκε τελικά στο πρόσωπο του Σκωτσέζου τραγουδιστή Doogie White. Το βιογραφικό του, με σημαντικό πέρασμα από Rainbow, Malmsteen, Schenker, Praying Mantis και άλλους, υποδηλώνει και την καταλληλότητά του για τη μουσική που γράφει σήμερα η συγκεκριμένη εκδοχή των Alcatrazz. Προσθέτοντας σε όλα αυτά και κάποιους εκλεκτούς καλεσμένους , όπως ο ντράμερ των Saxon Nigel Glockler, και ο μπασίστας των Riot Donnie van Stavern, διαφαίνεται ήδη μια μουσική μεταστροφή στο πρότερο ύφος τους.

Πράγματι το “V” αποδεικνύεται να είναι ένα άλμπουμ κλασικού heavy metal παλιάς σχολής, που απομακρύνεται αισθητά από την συνήθη hard rock φύση του γκρουπ, και δεν διστάζει να προσδώσει εντάσεις, ταχύτητες και πιο ηρωικές θεματολογίες στα τραγούδια του. Σφυρηλατώντας ένα ύφος που εμφανώς παραπέμπει σε πιο ενισχυμένους Rainbow, και κατά συνέπεια σε δίσκους του Malmsteen της φορμαρισμένης περιόδου του, η πειστικότητα του αποτελέσματος έχει να κάνει με τον White που έχει υπηρετήσει με επάρκεια το ύφος αυτό και του πάει, αλλά και τον Stump που με τα ανάλογα ριφ και shredding οπλίζει τις δώδεκα συνθέσεις του δίσκου.

Αυτό δεν σημαίνει πως όλα είναι ρόδινα, καθώς τοποθετώντας τους εαυτούς τους σε έναν χώρο που μάλλον έχει εξαντληθεί, δεν φαίνεται να έχουν τα αντάξια αποθέματα έμπνευσης να αποφύγουν πάντα την προβλεψιμότητα των κλισέ και τις αναμενόμενες παγίδες της επανάληψης. Κάποιες στιγμές ξεχωρίζουν αισθητά, όπως για παράδειγμα η επική mid tempo σύνθεση “Return To Nevermore”, που αλληθωρίζει σε σπουδαίες στιγμές των Rainbow, ή στο συγγενικό του “Maybe Tomorrow”. Το “Blackheart” έχει έναν έντονο folk epic αέρα, ενώ το “Grace Of God” είναι από τα πιο χαρακτηριστικά τραγούδια, με ισχυρό άμεσο ρεφρέν.

Αναμφισβήτητα, οι πιο κλασικοί ακροατές του παραδοσιακού metal θα είναι πιο διπλωματικοί, υπομονετικοί και ανοιχτοί απέναντι στο “V”, ενώ όσοι προτιμούσαν τους Alcatrazz πιο “Αμερικανούς”, θα νιώσουν κάπως άβολα.

Η πρώτη, ελαφρώς “μεταλλαγμένη” εκδοχή του διπλού πια ονόματος είναι άλλη μια ένδειξη πως οι διχασμοί αναμφισβήτητα αποδυναμώνουν τα αρχικά αποθέματα. Ο αντιπερισπασμός εδώ επικεντρώνεται σε αυτή την αλλαγή κατεύθυνσης και στα χαρίσματα των δυο βασικών πρωταγωνιστών της, του White και του Stump. Άλλωστε για όλους τους το “V”, εκτός από το πέμπτο άλμπουμ του γκρουπ, αντιπροσωπεύει και τη λέξη “Victory”…

Facebook: https://www.facebook.com/alcatrazzband

1251
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…