Οι Agnes Vein με το “Deathcall” προσομοιώνει μουσικά την πορεία προς το τέλος και οι ψίθυροι για μια από τις καλύτερες κυκλοφορίες εντός συνόρων. Εν όψει εμφανίσεων των Θεσσαλονικέων doomsters σε Mammothfest, New Long Fest και το Horns up Festival , ο Δημήτρης Μαρσέλος προσέγγισε τον τυμπανιστεί τους, Φοίβο Χατζή για μια χαλαρή και δροσερή συνομιλία.
-Καλημέρα! Καταρχάς συγχαρητήρια για τη νέα σας δουλειά. Μία από τις πιο συζητημένες κυκλοφορίες στη χώρα μας αναμφίβολα. Πως είναι η ανταπόκριση του κόσμου στο νέο album; Σε τι μορφές είναι διαθέσιμο και από που μπορεί κανείς να το προμηθευτεί;
Καλημέρα και από εμάς! Ευχαριστούμε για τη φιλοξενία και τα καλά λόγια! Δεν μπορούμε να ξέρουμε κατά πόσο είναι από τις πιο συ ζητημένες, αν και σίγουρα ένα μικρό σούσουρο στους εγχώριους κύκλους πρέπει να δημιουργήθηκε ομολογουμένως. Από εκεί και πέρα αυτό που παρατηρώ προσωπικά είναι ότι στις μέρες του ατελείωτου scrolling με την ιδιά ευκολία που δημιουργείται ένα σχετικό hype γύρω από κάτι, το ίδιο άμεσα ξεθωριάζει και ξεχνιέται. Για το λόγο αυτό χρειάζεται μια συνεχής “υπενθύμιση”, με συνέπεια στην όποια παρουσία της μπάντας, τόσο συναυλιακά, όσο και δισκογραφικά. Το αναφέρω μιας και διαπιστώσαμε εκ των υστέρων ότι το μεγάλο δισκογραφικό κενό σίγουρα μας στοίχισε. Πολλοί δεν έτυχε να ακούσουν ποτέ για εμάς, ενώ κάποιοι μπορεί να νόμισαν πως είχαμε πεθάνει στο ενδιάμεσο, χαχαχα.
Σχετικά με την ανταπόκρισή τα πράγματα για να είμαι ειλικρινής ήταν αρκετά αντιφατικά ως προς το ότι ο κόσμος αγκάλιασε και ταυτόχρονα αδιαφόρησε για τη νέα μας δουλειά! Από τη μια η εγχωρία στήριξη ήταν και είναι σημαντική και ιδίως στις ζωντανές μας εμφανίσεις, από την άλλη η ανταπόκριση (όσον αφορά τις πωλήσεις) από το εξωτερικό ήταν αμελητέα, παρότι έγινε πολύ καλή δουλειά στο θέμα promotion και οι κριτικές που λάβαμε ήταν ως επί το πλείστον ιδιαίτερα κολακευτικές. Η κυκλοφορία μας πάντως είναι διαθέσιμη για αγορά σε format μαύρου και clear βινυλίου, digipack CD και κασέτας, τόσο μέσω του bandcamp μας, όσο και μέσω του site της Venerate Industries καθώς επίσης και σε όλα τα ενημερωμένα δισκοπωλεία.
-Το εξώφυλλο του “Deathcall” έχει μια μυστήρια και επιβλητική απλότητα και ακόμη προσπαθώ να καταλάβω τι ακριβώς απεικονίζει; Πως σχετίζεται με τη στιχουργική θεματική;
Σχετίζεται πολύ απλά μέσω της θαυματουργής ατάκας “Αφήνουμε τον κόσμο να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα χωρίς να τον κατευθύνουμε”, χαχαχαχα. Η αλήθεια είναι ότι το εξώφυλλο ήρθε πολύ μετά από τη δημιουργία του δίσκου και ήταν περισσότερο μια ιδέα του φωτογράφου Βαγγέλη Νεοφώτιστου, βασισμένη πάνω τόσο στη μουσική όσο και στους στίχους του album. Από μεριά μας του δώσαμε περισσότερο κάποιες αισθητικές κατευθύνσεις και πιστεύω ότι ανταποκρίθηκε περίφημα! Από μια σκοπιά πάντως, η σύνδεση της εικόνας με το στιχουργικό περιεχόμενο του δίσκου μπορεί να εκληφθεί σαν τη ψυχρότητα και την έλλειψη οποιασδήποτε ανθρωποποιημένης συναισθηματικής φόρτισης στο αναπόφευκτο κάλεσμα του θανάτου. Η κενότητα αυτή δεν είναι σαδιστική, αλλά αντ’ αυτού εσωκλείει μια παγωμένη ηρεμία (ή νηνεμία αν θες) γεγονός που απεικονίζεται πιο πολύ μέσω της χρωματικής απόχρωσης του εξωφύλλου. Η ύπαρξη του κόκκαλου σαν κεντρικό θέμα της φωτογραφίας μπορεί να συμβολίζει ταυτόχρονα ένα σωρό πράγματα (γεγονός πάντα καλοδεχούμενο) αν και σίγουρα κάπου εκεί υπάρχει και μια μικρή σύνδεση με το πολυαγαπημένο “2001 A Space Odyssey”. Δεν είναι πάντως τυχαίο το ότι το κόκκαλο είναι πλήρως αποστραγγισμένο από οποιαδήποτε ανάμνηση ζωής. Σα τη μουσική μας ένα πράγμα!
-Η ατμόσφαιρα που δημιουργεί η μουσική είναι σίγουρα μυστικιστική. Τι σας εμπνέει για να γράψετε τα τραγούδια σας; Παίζει ας πούμε ρόλο η λογοτεχνία σε αυτό;
Σίγουρα πάντως δεν είναι η ενασχόληση μας με το απόκρυφο που μας τροφοδοτεί με τις ανάλογες εμπειρίες, χαχαχαχα. Πιο πολύ θα έλεγα ότι είναι η μουσική καθαυτή που σαν ακροατές ρουφάμε σα σφουγγάρια και εν τέλει φιλτράροντας (βλέπε: κλέβοντας) οδηγούμαστε στη δημιουργία νέας μουσικής. Η λογοτεχνία, π.χ. μπορεί να παίξει έναν πιο υπόγειο ρόλο σε αυτή τη δημιουργία, αν και θεωρώ ότι πιο πολύ υπάρχει επιρροή από το σινεμά. Προφανώς αναφέρομαι στο μουσικό και μόνο κομμάτι, καθώς στο στιχουργικό υπάρχουν ξεκάθαρες επιρροές και αναφορές σε λογοτεχνικά δημιουργήματα, όπως π.χ. στο “They Who Neared The Portals”, το οποίο είναι βασισμένο στο διήγημα “The Death Of Malygris” του Clark Ashton Smith.
-Πόσος χρόνος χρειάστηκε για την ολοκλήρωση του album; Ποιοι ήταν οι συντελεστές που σας βοήθησαν σε αυτό το αποτέλεσμα;
Πολύ παραπάνω από όσο απαιτούνταν πραγματικά και σίγουρα πολύ παραπάνω απο όσο θα έπρεπε, χαχαχα. Βασικά βάζοντας και όλες τις κρίσεις αναβλητικότητας, το album χρειάστηκε συνολικά μόλις 4 περίπου χρόνια για να ολοκληρωθεί συνθετικά και να ηχογραφηθεί και αλλά τόσα μέχρι να καταλήξει στα ράφια των ψηφιακών και μη δισκοπωλείων.
Σχετικά με τους συντελεστές της ηχογράφησης, δεν θα τα είχαμε καταφέρει χωρίς την υπερπολύτιμη συμβολή της Joan (που επιμελήθηκε τόσο την ηχογράφηση όσο και τη μίξη του άλμπουμ στα Jona Sound), όσο και του Κώστα Κοφίνα στα Blueberry Productions Co Studios του οποίου ηχογραφήθηκε ο δίσκος. Επίσης, για ακόμη μια φορά είχαμε την τύχη να συνεργαστούμε με τους καλούς μας φίλους Βαγγέλη Νεοφώτιστο και Νίκο Τσιώλη για τις φωτογραφίες, τα videos καθώς και τη γραφιστική επιμέλεια του “Deathcall”. Τέλος καθοριστικό παράγοντα έπαιξε η επιστροφή της Venerate χωρίς την καίρια συνδρομή της οποίας το album πιθανόν να το έτρωγε ακόμη η μαρμάγκα της ανυπαρξίας!
-Σύντομα συμπληρώνετε τα 20 χρόνια παρουσίας σας και το “Deathcall” είναι η πέμπτη σας κυκλοφορία; Αν είχατε την επιλογή να διαλέξετε μέρος και συμμετέχοντες για ένα φεστιβάλ εορτασμού της επετείου, που και ποιοι θα ήταν;
5 κυκλοφορίες; Βάζοντας και το demo + το split επτάιντσο με Sadhus (The Smoking Community) μέσα προφανώς ε; Να σου πω την αλήθεια, έτσι ακούγεται σαφέστατα πιο πλούσια η ιδιαίτερα πτωχή δισκογραφική μας παρουσία! Θα το χρησιμοποιώ από εδώ και στο εξής, χαχαχα! Σχετικά με τις επετείους θεωρώ ότι δεν μας καίγεται καρφί, μιας και συνήθως είναι εμπορικές αφορμές και τίποτα παραπάνω (1 month anniversary edition, 1 year κ.τ.λ. σαν τα τρισάγια ένα πράγμα). Αν τώρα φτάναμε σε αυτό το υποθετικό σενάριο στο όπως υπήρχε η δυνατότητα ενός φεστιβάλ με αυτή τη μη ρεαλιστική αφορμή, θα θέλαμε να είχαμε εκεί όλους τους φίλους μας εκεί από μπάντες και μη, που μας στηρίξαν αυτές τις 2 δεκαετίες! Όσον αφορά το μέρος διεξαγωγής, εντάξει τόσα όμορφα μέρη έχουμε στη Χαλκιδική, κάτι θα βρίσκαμε!
-Ποιοι δίσκοι πιστεύεις πως θα ταίριαζαν για να μπουν πριν και μετά το “Deathcall” σε μια playlist;
Σίγουρα το “Monotheist” των Celtic Frost , το “Given To The Rising” των Neurosis, το “Blood, Fire, Death” των Bathory, το “Written In Waters” των Ved Buens Ende, το “Spleen And Ideal” των Dead Can Dance, το “Turn Loose The Swans” των My Dying Bride, το “Power To Believe” των King Crimson, το “Open The Gates” των Manilla Road, το “In The Weak And The Wounded” των Sun Of Nothing, είναι κάποιες random επιλογές albums που μου έρχονται στο μυαλό.
-Ήρθε το καλοκαίρι και οι συμμετοχές σας στο Mammoth Fest και στο New Long Fest είναι προγραμματισμένες. Έχετε άλλα συναυλιακά σχέδια; Ποιο είναι το συναυλιακό σας όνειρο;
Επίσης, αρχές Σεπτέμβρη θα εμφανιστούμε και στο Horns Up Festival στα Τρίκαλα γεγονός που μας χαροποιεί ιδιαίτερα γιατί πέρα από την εξαιρετική διοργάνωση, ο χώρος που θα πραγματοποιηθεί το φεστιβάλ είναι φανταστικός. Από εκεί και πέρα δεν έχουμε κάτι κλεισμένο, αλλά προσπαθούμε να είμαστε όσο το δυνατόν πιο ετοιμοπόλεμοι γίνεται. Ένα σχετικό όνειρο είναι να καταφέρουμε να κάνουμε μια μίνι έστω, περιοδεία στα εξωτερικά. Το πιο βασικό όμως, όχι τόσο όνειρο όσο ευσεβής πόθος θα έλεγα, είναι η δυνατότητα να συνεχίσουμε να έχουμε μια σταθερή παρουσία με συχνές ζωντανές εμφανίσεις
–Πόσο πολύ χρειαζόμαστε όλα αυτά τα θαυμάσια δικά μας φεστιβάλ μετά από τόσα χρόνια απραξίας; Τι να περιμένουν από εσάς όσοι θα βρεθούν στην Καβάλα, στη Νέα Μάκρη και στα Τρίκαλα;
Είναι σίγουρα κάτι απαραίτητο μιας και ο κόσμος έχει μπουχτίσει και με το παραπάνω από τις απανωτές κατραπακιές τον τελευταίων ετών, επομένως στα εν λόγω φεστιβάλ του δίνεται η δυνατότητα να ζήσει τη φεστιβαλική εμπειρία χωρίς να χρειαστεί να ξοδέψει ένα σκασμό λεφτά. Επιπλέον τα φεστιβάλ αυτά δίνουν ταυτόχρονα και τη δυνατότητα σε όλες εμάς τις μικρομικρές μπάντες να εμφανιστούμε μπροστά σε κοινό που δεν θα μαζεύαμε σε μεμονωμένες εμφανίσεις, ειδικά τώρα που γίνεται ο κακός χαμός από επισκέψεις μεγάλων ξένων ονομάτων.
Σχετικά με τις δικές μας εμφανίσεις να περιμένουν κάτι όχι και τόσο απάλευτο μιας και θα προσπαθήσουμε να παίξουμε τα πιο “διασκεδαστικά” μας κομμάτια, αν όντως μπορεί να ειπωθεί κάτι τέτοιο για το υλικό μας! Θα έχει που θα έχει φουλ ζέστα, μη βασανίζουμε (τουλάχιστον στον υπερθετικό βαθμό) και όλους του τολμηρούς που θα την αψηφήσουν!
-Για επίλογο θα ήθελα να μας προσφέρετε λίγους από τους στίχους σας σαν κάλεσμα στα επερχόμενα live σας.
“Come now, follow me below and embrace the end” έτσι για να δώσουμε και λίγο κουράγιο!