ΣΑΡΩΤΙΚΟ ΡΟΚ Ν΄ΡΟΛ: ΤΟ ΕΛΙΞΗΡΙΟ ΤΗΣ ΝΕΟΤΗΤΑΣ.
Έχω δει καμιά 200αριά συναυλίες από το ’86 ως σήμερα. Τέτοια ύψη ενέργειας, τέτοιο δόσιμο στο κοινό, τέτοια προσήλωση στο μουσικό στίγμα, τέτοια απολαυστική μέθεξη στο παρελθόν και το παρόν ενός γκρουπ από το κοινό δυσκολεύομαι να θυμηθώ.
Οι Fleshtones είναι ένα πραγματικό ροκ ν’ ρολ συγκρότημα. Χωρίς δεινοσαυρικές ευκολίες (παίζω τα hits). Μακριά από νηπιακούς ελιτισμούς διάφορων απίθανα κακομούτσουνων σχημάτων που πάνε να βγάλουν φανς πουλώντας πόζα, ή πειραματισμό στα δεύτερα -ήντα. Έχουν πατήσει κάθε πάλκο εδώ και σαράντα σχεδόν χρόνια, αλλά παραμένουν ευθείς, τίμιοι και συνειδητοποιημένοι. Τα καταλαβαίνεις όλα αυτά όταν βλέπεις τον Ken Fox με το μωβ μποτάκι να περιφέρεται μέσα στο κοινό πίνοντας το ουίσκι του σε πλαστικό ποτήρι. Όταν τον βλέπεις να γονατίζει, να κόβει με τα δόντια την κολλητική ταινία και να κολλάει το σετ-λιστ στο μόνιτορ. Όταν βλέπεις αυτή την περήφανη γριά-μουριά, τον Peter Zaremba, με κοντομάνικο πόλο μπλουζάκι, να χαιρετάει το κοινό πριν τη συναυλία, να κοιτάει με το ιδιότροπα σαρδόνιο χαμόγελό του έναν προς έναν τους δεκάδες φανατικούς που έχουν φτάσει από νωρίς μπροστά – μπροστά και να στριμώχνει ο ίδιος το αρχαίο πιανάκι του στην άκρη της σκηνής, προσέχοντας από πού περνάνε τα καλώδια.
Μια συναυλία των Fleshtones καταμεσής στην άραχλη, αφασιακή και “δήθεν” εποχή μας είναι κατάνυξη. Η τρομερή τους εμφάνιση, με δυομισάλεπτες εκτελέσεις του γκαραζ-ροκαμπίλι-πανκ-ποπ κράματος που συνθέτει τον μακρύ κατάλογό τους, έχει έναν και μοναδικό ζωηφόρο λόγο ύπαρξης: ανανεώνει την πίστη στις βασικές αξίες του ροκ ν΄ρολ.
Με κεντρικό εύρημα τον “Τροχό του Ταλέντου” (Wheel Of Talent, όπως και το τελευταίο τους άλμπουμ), οι Fleshtones είναι καταιγιστικοί. Μετά από το εμφατικό τέλος κάθε κομματιού, ο Zaremba στριφογυρίζει και ανακοινώνει “ο τροχός του ταλέντου σταματάει στον …”, δείχνοντας ένα μέλους του γκρουπ. Τότε ο υποδεικνυόμενος αναλαμβάνει τα φωνητικά, την επόμενη φορά, ο άλλος (ο κιθαρίστας Keith Streng το ξεκίνησε) αρχίζει να σκαρφαλώνει στους ενισχυτές και να μιμείται τον Pete Townshend. Το κοινό καλείται να τραγουδήσει, να χοροπηδήσει να σηκώσει τα χέρια ψηλά. Ο ίδιος ο Zaremba να πάρει θέση πίσω από το βραχνό πιανάκι και να συνοδεύει με μονοδάκτυλες ακροβασίες στυλ ? & The Mysterians το σούπερ ανεβαστικό σετ.
Δεν περνάει λεπτό που να μην συμβαίνει κάτι. Ένα κολάζ από παλιά (“Dance With The Ghoulman / Theme From The Vindicators”), καινούρια (μ.α. “Hipster Heaven”, “It Is As It Was”, “Remember The Ramones”), “γνωστά (“I Was A Teenage Zombie”), διασκευές (“Day Tripper”), παιγμένα χωρίς ανάσα (αλλά και χωρίς κακοφωνία), φτιάχνουν το κοινό με συνοπτικές διαδικασίες. Τα τέσσερα μέλη του γκρουπ παρασύρουν το κοινό. Κατεβαίνουν από τη σκηνή και ρίχνονται μέσα στους φανς με τη λαχτάρα του Ίγκυ, κάνουν hi-five με τις μπροστινές σειρές που παραληρούν, προκαλούν χαμό όταν κατεβαίνουν και αρχίζουν τα push-ups (!) στο δάπεδο του Gagarin, στο “Push Up Man”.
Ένας συναρπαστικά ακριβής και περιεκτικός βαψομαλλιάς Bill Milhizer να κοπανάει τα δέρματα, ένας Keith Streng με glam κιθάρα, νευρώδες παράστημα 20άρη, τεράστιο χαμόγελο και φράντζα ακμαία να τρώει χιλιόμετρα, ένας Ken Fox ενωμένος με το μπάσο να στάζει άγιο της σκηνής ιδρώτα και μπροστά απ’ όλους, μάλλον all over the place για να ακριβολογούμε, ο άνθρωπος που δίνει νόημα στην περιστροφή ως ύστατη κίνηση ενστικτώδους ανανέωσης (“Come on, turn around everybody, just once!”), ο Peter Zaremba. Ένας frontman αρχέτυπο, με φωνή καμπάνα και ατέλειωτα αποθέματα στυλ (εκτός από μουσικού γούστου και χιούμορ, όπως διαπίστωσα και στην πρόσφατη συνέντευξή του), που ερμηνεύει, παίζει φυσαρμόνικα, αναρριχάται στα ψηλά σημεία της σκηνής, παθιάζεται και ενώνεται με το κοινό.
Η εμφάνιση καταλήγει με την πιο εκκωφαντική έκρηξη, μια διασκευή “τα κάνουμε όλα ίσωμα” από … Zeppelin (“Communication Breakdown/ Whole Lotta Love”, σε διπλάσια ταχύτητα από την ηχογραφημένη εκδοχή που υπάρχει στο “Do The Strand” του ‘03). Την προηγούμενη φορά (το ’08), είχαν τελειώσει την εμφάνιση βγαίνοντας έξω απ΄το Gagarin και τραγουδώντας unplugged εν μέσω εκστασιασμένων φανς. Αυτή τη φορά, δεν είχαμε τέτοια υπέροχα έκτροπα, αλλά πλησιάσαμε (κάτι η κρίση, κάτι η χαμηλή προσέλευση, κάτι η προϊούσα μουσική αμνησία του νεαρού κοινού).
Δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι τη συναυλία άνοιξαν οι έλληνες Statycs, εξαμελές σχήμα που έχει μάλιστα μόλις βγάλει τον πρώτο του δίσκο (“Brainthrough”, από την Fuzz Overdose records). Δυνατοί και δεμένοι, με καλά χωνεμένο το γκαράζ στοιχείο (Cramps, Bill Halley, The Ventures, The Sonics, μερικές αυτοομολογούμενες επιρροές, τις οποίες τιμούν) ντυμένοι με προσοχή στη λεπτομέρεια (επιτέλους ένα γκρουπ που υποστηρίζει το στυλ του ήχου του), μέλη – προσωπικότητες ένα προς ένα και απόδοση ζεστή, παρά τα ηχητικά προβλήματα που μείωναν την νεοκυματικής απόχρωσης ερμηνεία του τραγουδιστή.
Με σωστό χτίσιμο του μικρού τους σετ, σκηνική παρουσία για μεγαλύτερα πράγματα και όσο χρειάζεται προσγειωμένοι, έπαιξαν το μεγαλύτερο μέρος από το άλμπουμ τους και αποτόλμησαν μια καλοδεχούμενη πετριά στο “Too Drunk To F@#k”. Τους είδα να κερδίζουν το μικρό κοινό του Gagarin. Αν δεν είναι αυτοί ελπίδα για το μέλλον, τότε χάνουν και οι λέξεις το νόημά τους.
Ακολούθησαν οι Dirty Fuse. Μανιακοί με την surf παράδοση του αρχιερέα Dick Dale, έχουν ήδη δισκογραφήσει με επιτυχία (2 EP κι ένα CD μέχρι σήμερα) και έχουν συμμετάσχει σε σημαντικά events (Surfer Joe Summer Festival το ’12, στην Ιταλία) εδώ και στο εξωτερικό. Μια ακατάπαυστη instrumental επίθεση με τζουρά, κιθάρα, σαξόφωνο και ανελέητη rhythm section, το γκρουπ έδειχνε ότι το ευχαριστιέται και αυτό περνούσε στο κοινό. Διπλαρώνοντας τα δικά τους κομμάτια με διασκευές από παλιά ρεμπέτικα (απ΄το πρόσφατο EP τους, “Surfbetika!”) είχαν ως κορυφαία στιγμή την πολύ γνωστή πλέον εκτέλεσή τους στο “Ακρογιαλιές Δειλινά” (Sunset Beach) του Τσιτσάνη. Όχι μόνον προετοίμασαν ιδανικά τον κόσμο για τους Fleshtones, αλλά έπεισαν και αυτοί ότι οι μεγαλύτερες σκηνές τους ανήκουν.
Οι 150 του Gagarin που στην πορεία έγιναν 300 έφυγαν σίγουρα με χαμόγελο και την πεποίθηση ότι ξέρουν βαθιά μέσα τους γιατί ακούνε ροκ. Και τα δύο ελληνικά γκρουπ, το καθένα με το δικό τους ύφος, απέδειξαν, με το μόνο τρόπο που είναι έγκυρος, πάνω στη σκηνή, πόσο πάθος και μουσική παιδεία υπάρχει στο μουσικό μικρόκοσμο αυτής της χώρας και αντίστοιχα πόσο αυτή λείπει από το ευρύ κοινό.
Το να ψάχνεις τον garage / surf χώρο και να τον υπηρετείς δεν είναι μονομανία, είναι αισθητική επιλογή με διάφορα επίπεδα. Γι΄αυτό και λίγο στενάχωρη η μικρή συγκριτικά προσέλευση, που δεν αξίζει σ΄αυτά τα παιδιά. Αφήνει μια πικρή γεύση το ότι η μάζα των απολωλότων ακροατών κυνηγούν να δουν live κάτι ατάλαντα ή μέτρια σκληρόηχα γκρουπ τελευταίας εσοδείας με δυσοίωνη πόζα, σκοταδιστική αντίληψη για τη ζωή και βαθιά αντιδραστική θέση απέναντι στη μουσική (γιατί αυτά συνήθως πάνε μαζί). Αγνοώντας ή και αρνούμενοι να παραδοθούν στο πνεύμα του αγνού ροκ ν΄ρολ (και η τριπλέτα των σχημάτων που έπαιξαν στο Gagarin, με κορυφή τους Fleshtones από κει προέρχεται και αυτό αποπνέει), κόβουν δρόμο προς το να συναντήσουν σύντομα την αισθητική του λαϊκοποπ συρφετού, απλώς δεν το ξέρουν.
The Fleshtones setlist
Hitsburg USA
Feels Good To Feel
What You’re Talking About
Let’s Go
Hipster Heaven
Let’s Get Serious
Laugh It Off
Dance With The Ghoulman/ Theme From The Vindicators
Inside Looking Out
Alright
Day Tripper
We Remember The Ramones
I Was A Teenage Zombie
Tearing Us Apart
My Kinda Lovin’
Push Up Man
I Wish You Would
Veo La Luz
Pretty Pretty Pretty
It Is As It Was
Communication Breakdown/ Whole Lotta Love
Photos: Ανδρέας Πανόπουλος
744