Διανύουμε μια περίοδο όπου τα όργια δίνουν και παίρνουν. Άλλοι χρησιμο- ποιούν μπουκάλια, άλλοι πούρα, ενώ κάποιοι, πιο δημιουργικοί τύποι, αποφασίζουν να οργιάσουν πάνω στις χορδές της κιθάρας τους.
Στην τελευταία κατηγορία ανήκει και η πρώτη solo κυκλοφορία του Κωνσταντίνου Κοτζαμάνη (Nightrage, Descending, Mystic Prophecy). Στο “Shredcore” λοιπόν ο νεαρής ηλικίας βιρτουόζος, μαζί με τη βοήθεια των Frank Huber (ex- Valley’s Eve) στα drums και Bob Κατσιώνη (Firewind, Outloud) στα keyboards, επιδεικνύει (ξανά) το συνθετικό του ταλέντο μέσω ενός instrumental δίσκου. Για να είμαι ειλικρινής, αν εξαιρέσουμε τους κλασσικούς (Satriani, Vai, Beck) δεν ακούω συχνά τέτοιου είδους κυκλοφορίες από κιθαρίστες, καθώς με ενοχλεί πολλές φορές η επιδειξιομανία μερικών συνθετών. Για μένα το ζήτημα δεν είναι το πόσο γρήγορα ή περίπλοκα μπορεί κάποιος να χειριστεί το “όργανό” του, καλά το κατά πόσο μπορεί να το αξιοποιήσει σωστά έτσι ώστε να προσφέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Στον αντίποδα, έχοντας ήδη ακούσει τις περισσότερες δουλειές του Κωνσταντίνου, ήξερα πως τουλάχιστον δε θα βαριόμουν ιδιαίτερα με το “Shredcore”. Και όχι μόνο δε βαρέθηκα, αλλά το ευχαριστήθηκα κιόλας! Όσο διστακτικός ήμουν όταν έβαλα το album να παίξει, τόσο χαρούμενος ήμουν μετά τις πρώτες τρεις (συνεχόμενες) ακροάσεις. Όποιοι από εσάς έχουν ακούσει τις κιθαριστικές ικανότητες του “Constantine” (κυρίως στους Descending) πιστεύω πως δε θα δυσκολευτούν να τιμήσουν και το εν λόγω album. Τα riff μυρίζουν “Σουηδίλα” και η σύμπραξη με τον Κατσιώνη είναι πραγματικά ιδανική. Ο Κωνσταντίνος στα εννέα κομμάτια που αποτελούν το “Shredcore”, ασελγεί ποικιλοτρόπως και χωρίς ενδοιασμό πάνω στην εξάχορδη φίλη του, και το αποτέλεσμα είναι άκρως ικανοποιητικό για το φιλήδονο αυτί μου. Μην περιμένετε όμως να ακούσετε κάτι το διαφορετικό ή καινοτόμο. Καμιά φορά και η έμπνευση από μόνη της αρκεί, ειδικά όταν μιλάμε για instrumental δίσκους. Και επειδή αναφέρθηκα στην αρχή σε όργια, να τονίσω πως το συγκεκριμένο δε θα διατίθεται σε περίπτερα, αλλά σε ενημερωμένα δισκοπωλεία. Επίσης, δε θα συνοδεύεται από κάποιο αισθησιακό DVD, καθώς τη “δουλειά” την κάνει και από μόνο του.