Κάποιοι άνθρωποι είναι μπροστά από την εποχή τους και πολλοί τους αποκαλούν τρελούς για δέσιμο.
Στην περίπτωση του John Morton και της παρέας του, “η τρέλα πάει στα βουνά” στη Νέα Υόρκη μέσω Κλήβελαντ. Το εν λόγω σχήμα του Morton τρέλαινε όλα τα hip τυπάκια τη δεκαετία του ’70, που ήθελαν να τα σπάσουν πουλώντας ταυτόχρονα κουλτούρα.
Οι Χ_Χ (λέγε με “ex blank ex”) είναι σίγουρα πολύ περίεργοι, μπερδεύοντας το garage, το πρωτόλειο punk των Wipers και των Electric Eels (το προηγούμενο συγκρότημα του Morton) αλλά ακόμη και τον αυτοσχεδιασμό του free jazz. Από το εναρκτήριο κιόλας “No Non Es” σου δίνουν την εντύπωση ότι είναι φτιαγμένοι για να σου σπάνε τα νεύρα. Επαναλαμβανόμενα κιθαριστικά μέρη και ρυθμοί συνδυασμένα με τη βαρεμένη φωνή του Morton, τραγούδια με διάρκεια κάτω του λεπτού και γενικότερα ελάχιστες στρωμένες συνθέσεις ηχογραφημένες εκ των πραγμάτων με τα τότε lo-fi μέσα (τετρακάναλα κ.ο.κ) δεν είναι σίγουρα η συνταγή της επιτυχίας ούτε και σήμερα, που όλοι το παίζουν πιο ανεκτικοί προς τον πειραματισμό. Προφανώς ο πειραματισμός των X_X βρωμάει από χιλιόμετρα Νεοϋορκέζικη pop/hip κουλτούρα και ίσως να λειτούργησε και ως προπομπός συγκροτημάτων όπως οι Sonic Youth και τα τοιαύτα.
Εξάλλου και η συλλογή των τραγουδιών καθεαυτή, που περιλαμβάνει διάσπαρτα singles του σχήματος και live ηχογραφήσεις στο πουθενά, δε σε προδιαθέτουν να επιλέξεις το “Χ sticky fingers X” για να χαλαρώσεις με ένα απογευματινό τσαγάκι και σοκολατάκια after eight. Εν κατακλείδι είναι καλό να βλέπεις πως και πόσο εξελίχθηκαν τα πράματα από τότε, αλλά οι X_X είναι ζόρικό άκουσμα σε σημείο να γίνεται ενοχλητικό και ειλικρινά δεν μπορώ να κατανοήσω το λόγο ύπαρξης μιας κυκλοφορίας που, πέραν ότι χάνεται στα βάθη του χρόνου, την καταπίνει και η ίδια η underground λογική της. Τέλος πάντων, υπομονή… Μέγιστη αρετή…
521