Θέλει να έχεις παραπάνω από κάτι για να ζεστάνεις ένα κοινό που περιμένει με ανυπομονησία τον… Godzilla.
The BIG NOSE ATTACK: Τhey’ ve got the city boy blues. Indeed.
Τους είχα δει στις 13/9/08 σαπόρτ στον συγχωρεμένο Gary Moore, όταν και προσπαθούσα επί ώρα να καταλάβω αν όντως είναι μόνο… δύο. Με απόηχους από Beefheart, Mink De Ville, Tom Waits και αρχαϊκών blues, ο μεστός ήχος που βγάζει το ντουέτο από το Μπραχάμι, τα φοβερά αδέλφια Boogieman/ Little Tonnie, ζέστανε απευθείας τον κόσμο.
Έπαιξαν 45 περίπου λεπτά κομμάτια και από τα δύο άλμπουμ τους (συν μια εμπνευσμένη εκτέλεση του “Party Of Special Things To Do” του Beefheart) και το κοινό τους αγκάλιασε από το πρώτο κομμάτι. Οι Big Nose Attack έχουν περάσει ατέλειωτες ώρες πρόβας και αχόρταγης ακρόασης παλιών και νέων bluesmen, κάτι που αποδίδεται αβίαστα στα κομμάτια τους. Φέρουν τις επιρροές τους με συναίσθηση και περηφάνεια, ξεδιπλώνοντας πυκνές, σκληροπυρηνικές μπλουζ συνθέσεις, που θα αποθεώνονταν ευρέως αν ανήκαν σε ξένο σχήμα (αναφέρω μόνο τα “Left Alone”, “Spare Some Change” ή το ευφυέστατο “Monday Morning Spaghetti”).
Με δύο άλμπουμ στο ενεργητικό τους (“Big Nose Attack”, 2011 και “Paint It Blue”, 2013), δεκάδες εμφανίσεις σε όλα τα στέκια της πόλης, στην επαρχία αλλά και σε Πολωνία, Ρουμανία, Τσεχία, Γερμανία, Αυστρία, Κροατία, τα δύο αδέλφια είναι ένα γκρουπ που στέκεται επάξια και -χωρίς μεγάλη υπερβολή- ισάξια με ονόματα του νεοκλασσικού μεταλλαγμένου blues όπως οι Black Keys. Ένα σχήμα που δεν αξίζει απλώς, αλλά που πρέπει να το ψάξει κανείς και να το υποστηρίξει.
BLUE OYSTER CULT: ΘΡΥΛΟΣ ASTRONOM-ΙΚΩΝ ΔΙΑΣΤΑΣΕΩΝ
Στις 11:00, τα φώτα χαμήλωσαν και η σύντομη εισαγωγή από “Game Of Thrones”, έδωσε τη θέση του στο “This Ain’t The Summer Of Love”, με το κοινό να καλοσωρίζει κατανυκτικά τους Blue Oyster Cult.
Οι διάφορες φυλές που γέμισαν το Gagarin είχαν εξαρχής διάφορα ερωτηματικά. Θα γινόταν αισθητή η απουσία του μακαρίτη Lanier (συζητούσαν οι παλαίουρες); Μπορούν ακόμη να κρατήσουν τη σκηνή οι παππούδες των 70s (αναρωτιούνταν οι ανύποπτοι); Θα παίξουν επιτέλους το “Astronomy” (διψούσαν οι κολλημένοι); Μετά από δύο ώρες απολαυστικής απόδοσης, καθαρού, δεμένου και δυνατού ήχου και αυθεντικά συμμετοχικής παρουσίας όλων των μελών του γκρουπ στο πώς περνούσαν, το ένα μετά το άλλο, τα κλασσικά και τα vintage κομμάτια τους στο ολοένα και πιο ενθουσιασμένο κοινό, όλα τα ερωτήματα απαντήθηκαν με εμφατικό τρόπο.
Ο 69χρονος Bloom και μόνο με την παρουσία του προσδίδει το απαραίτητο ειδικό βάρος στο σχήμα, καθώς τα φωνητικά του είναι πλέον επιλεκτικά μεν, αλλά παραμένουν εκφραστικά και δυσοίωνα όπου ακριβώς απαιτείται. Είναι, δε, φανερό ότι ο (67 κι αγέραστος) Buck Dharma Roeser είναι η κινητήρια δύναμη που αναδεικνύει τα κομμάτια με τον ρέοντα κιθαριστικό του ήχο (με φράσεις και lead που δε σε αφήνουν καν να αφαιρεθείς) και τα οδηγεί στην καρδιά του ακροατή – θεατή με τα χαρακτηριστικά φωνητικά του. Ο μπασίστας Kazim Sulton αναδύει δικαιωματικά τον αέρα του πανέμπειρου (Todd Rundgren, Meat Loaf, Joan Jett & The Blackhearts) και γεμίζει με ευκολία τον χαρακτηριστικό ήχο του μπάσου σε εκλεπτυσμένα (“Shooting Shark”) όσο και σε χαλύβδινα (“Godzilla”) κομμάτια.
Ο Jules Radinο εκδικείται με τις μπαγκέτες όσουν τολμούν να σηκώνουν το φρύδι μιλώντας για το “nerd look” του. Και ο Ritchie Castellano αποδεικνύεται για πολλοστή φορά θαυμαστό μουσικό πολυεργαλείο, που κολακεύει εκτελεστικά το σχήμα με τα πλήκτρα, κάνει τα σαγόνια να κρέμονται με μεταλλικά σόλο (“Then Came The Last Days Of May”) και μπολιάζει με την ενέργεια του οπαδού τις εκτελέσεις κάποιων 40 χρόνια παλιών κομματιών όπως το “Hot Rails To Hell” (αναλαμβάνοντας μάλιστα σ’ αυτό και τα lead φωνητικά). Η βραδιά εξαρχής έδειξε ότι τους ανήκει.
Ορισμένοι κρυφοί κωδικοί, απ’ όπου καταλαβαίνεις αν το γκρουπ εκτελεί με τη καρδιά και αν είναι σε φόρμα πληρούνται και αυτοί. Το γύρισμα –επιτάχυνση του “Golden Age Of Leather”, είναι ένα από αυτά και το βγάζουν “καρφί”. Kύματα ενθουσιασμού κυριεύουν το Gagarin με τα δύο κολλητά “hits” (“Burning For You”, “Dancin’ In The Ruins”), για να ακολουθήσει μια δόση παλιακής ψυχεδέλειας (“OD’d On Life Itself”) διπλαρωμένη από μια αρκούντως ατμοσφαιρική εκδοχή του “Shooting Shark”, για τους connoisseurs.
Το “The Vigil” (από το υποτιμημένο “Μirrors” του ’79) είναι η πρώτη πραγματικά κορυφαία στιγμή, με highlight έναν εκπληκτικό Buck Dharma που ανεβάζει το κοινό σε άλλη διάσταση στο θρυλικό μεσαίο του τμήμα. Το “ME 262”, με το upbeat boogie του να κάνει ένα τρομερό κοντράστ με το πεισιθάνατο των στίχων έχει αποδέκτη τους πενηντάρηδες που φυλάνε σαν κόρη οφθαλμού το αυθεντικό βινύλιο του “Secret Treaties” (και με μια ματιά στο κοινό συναντάς αρκετούς).
Η δεύτερη κορύφωση έρχεται με μια συγκλονιστική εκτέλεση του “Then Came The Last Days Of May” (ένα από τα διαμάντια της πρώιμης δισκογραφίας τους), όπου Castellano και Roeser ζωγραφίζουν με αλληλοδιαδοχικά σόλο την αιματηρή κατάληξη μιας βόλτας για ναρκωτικά στα σύνορα του Μεξικού, ιστορία που γράφτηκε το ’72 κι ακούγεται πάντα χθεσινή. Το “Godzilla” σπέρνει τον αναμενώμενο πανικό, με τα σόλο για μπάσο και ντραμς να κάνουν την εκτέλεση δεκάλεπτη.
Το Gagarin έχει ζεσταθεί σε σημείο βρασμού, ενώ το χαμόγελο του Roeser είναι αδιάψευστος μάρτυρας για το ότι, δεν μπορεί, το ευχαριστιέται. Η σύντομη κιθαριστική εισαγωγή υποψιάζονται όλοι ότι θα οδηγήσει στο “Reaper” και οι στίχοι του πλέον αμφίσημου ερωτικού τραγουδιού στο ροκ ν’ ρολ των 70s τραγουδιούνται στα κόκκινα. Μας χαιρετούν για πρώτη φορά μετά από 90 και κάτι λεπτά.
Είναι όμως με τα encore που οι Blue Oyster Cult μετατρέπουν την εμφάνιση σε κλασσική. Είναι γνωστό ότι παίζουν πάντα 12-13 κομμάτια. Τα “The Red & The Black”, και “Hot Rails To Hell”, παιγμένα με αφοσίωση ανεβάζουν ταχύτητες και κορυφώνουν την ένταση όταν τρεις κιθάρες και ένα μπάσο μένουν σε biker boogie συντονισμό στην άκρη της σκηνής για κανά δίλεπτο. Ωραία κλιμάκωση, χειροκρότημα, επευφημίες, αλλά το γκρουπ δεν αποχωρεί.
Σαν μια κάθαρση για κάποιους σεληνιασμένους που ξελαρυγγιάζονται από το δεύτερο – τρίτο κομμάτι, ο Bloom ανακοινώνει “θα παίξουμε κάτι χωρίς καμία απολύτως πρόβα” και ακούγεται το χαλί των πλήκτρων του επικού “Astronomy”. Είναι μια στιγμή που δεν περιγράφεται εύκολα, καθώς οι φαν όλων των ηλικιών, αλλά ακόμη και οι συναυλιακοί τουρίστες αντιλαμβάνονται ως ιστορική.
Το αιώνιο “Cities On Flame” έρχεται ως επιστέγασμα μιας καταπληκτικής παράστασης με 15… πράξεις, από την οποία μένει ενισχυμένη κυρίως μία πεποίθηση: οι σπουδαίοι ροκ καλλιτέχνες βασίζονται στα τραγούδια. Και τα τραγούδια, υπηρετούμενα στο σανίδι με σεμνότητα και τσαγανό, διασώζουν μια πρωτογενή συγκίνηση ανέγγιχτη από το χρόνο. Αυτή είναι που προφυλάσσει τους δημιουργούς τους από τη βιολογική φθορά. Αυτή είναι, τελικά, και το ελιξήριο για ολόκληρες γενιές μουσικόφιλων. Για πολλούς ήταν η καλύτερη συναυλία των τελευταίων χρόνων από καθιερωμένο classic rock σχήμα.
Blue Oyster Cult setlist
This Ain’t The Summer Of Love
The Golden Age Of Leather
Burning For You
Dancin’ In The Ruins
OD’d On Life Itself
Shooting Shark
The Vigil
ME 262
Then Came The Last Days Of May
Godzilla
Don’t Fear The Reaper
The Red & The Black
Hot Rails To Hell
Astronomy
Cities On Flame
Photos: Αναστασία Βερτεούρη
590