Iced Earth. Μια από τις πλέον αγαπημένες μπάντες του ελληνικού κοινού και πιθανόν ένας κιθαρίστας και mastermind-mainman συγκροτήματος (aka Jon Schaffer) τόσο ιδιότροπος που το “εγώ” του μπορεί εύκολα να συγκριθεί με αυτό του Dave Mustaine, του Kerry King και του Yngwie Malmsteen.
Η ιστορία ξεκίνησε στην Ιντιάνα, ιδιαίτερη πατρίδα του Schaffer. Ροκάς από κούνια, μιας και η αδελφή του τον έβαλε στο μαγικό κόσμο των KISS, των Black Sabbath και των Blue Oyster Cult από νωρίς, θεωρεί σταθμό της μουσικής εξέλιξής του μια συναυλία των KISS που παρακολούθησε στα 11 του. Η έκθεσή του στους ήχους των Iron Maiden και των Judas Priest, τον έκαναν από απλό οπαδό, σε κάποιον που ήθελε να δημιουργήσει μουσική. Έτσι στο γυμνάσιο φόρμαρε τους The Rose, οι οποίοι όμως σύντομα διαλύθηκαν. Παρόλα αυτά, η γραμματοσειρά που είχε χρησιμοποιηθεί στο όνομα της μπάντας -“δημιούργημα” του ίδιου- είναι η ίδια με αυτή που έχει το logo των Iced Earth.
Στα 16, όντας ούτως ή άλλως δυσαρεστημένος από τη ζωή του στην Ιντιάνα, και μετά το θάνατο του καλύτερου φίλου του σε τροχαίο, αποφασίζει να εγκαταλείψει το σπίτι του και καταλήγει στην Tampa της Φλόριντα. Κάνοντας διάφορες δουλειές για να επιβιώσει, προσπαθεί συγχρόνως να φορμάρει και τη μπάντα που έμελλε να εξελιχθεί στους Iced Earth.
Το 1984 δημιουργήθηκαν οι Purgatory, οι οποίοι κατάφεραν να ξεχωρίσουν στη μουσική σκηνή της Φλόριντα. Ίσως αυτό που τους διέκρινε ήταν οι απόψεις του Schaffer, ο οποίος θεωρούσε ότι η υπερβολική έκθεση ενός συγκροτήματος και η προσπάθειά του να γίνει γνωστό παίζοντας covers, μακροπρόθεσμα δεν εξασφαλίζουν και την επιτυχία. Και ο ίδιος άλλωστε, ως κιθαρίστας, επικεντρώθηκε εξαρχής στη σύνθεση δικών του κομματιών. Σαφώς ήταν δυσκολότερο από το covering, αλλά τον ξεχώρισε από τους άλλους καινούργιους wannabe rockstars.
Οι Purgatory κυκλοφόρησαν τα demos “Burning Oasis” και “Psychotic Dreams” το 1985 και το “Horror Show” το 1986, ενώ από τότε ακόμα οι αλλαγές στο line-up ήταν συνηθισμένο φαινόμενο, με το Schaffer να μένει ουσιαστικά το μόνο σταθερό μέλος.
Αρχές του 1988, αλλάζει το όνομα σε Iced Earth, μιας και το Purgatory το χρησιμοποιούσε ήδη άλλη μπάντα. Ο Schaffer λέει ότι το Iced Earth ήταν το όνομα που είχε σκεφτεί ο φίλος του που είχε το μοιραίο ατύχημα, και το θεωρεί ως φόρο τιμής σε εκείνον. Θέλοντας να ασχοληθεί πιο σοβαρά με τη μουσική, άρχισε να επιδιώκει την υπογραφή συμβολαίου με κάποια δισκογραφική.
Για να επιτύχει κάτι τέτοιο, η μπάντα ηχογραφεί και κυκλοφορεί το demo “Enter the Realm” το 1988, το οποίο στέλνεται κυριολεκτικά παντού. Η ανταπόκριση ήταν αρκετά θετική, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, και τελικά το 1990 υπέγραψαν στη Century Media, με την εξής σύνθεση: Jon Schaffer, Gene Adam (φωνητικά), Randal Shawver (κιθάρα), Dave Abell (μπάσο) και Mike Mc Gill (ντραμς).
Το ομώνυμο άλμπουμ τους κυκλοφόρησε στο τέλος του 1990. Πολύ καλές κιθάρες, καλά ντραμς και κάποια κλασικά πλέον κομμάτια, τα οποία όμως ψιλοχαντακώνονται από τα φωνητικά και την όχι και τόσο καλή παραγωγή. Φεβρουάριο και Μάρτιο του 1991, η μπάντα βρίσκεται σε περιοδεία στην Ευρώπη, μαζί με τους Blind Guardian και επιστρέφοντας στην Αμερική ξεκινάνε να δουλεύουν για το δεύτερο άλμπουμ τους. Επιπλέον, απολύεται ο Gene Adam και τα φωνητικά αναλαμβάνει ο John Greely, ενώ και πίσω από τα ντραμς βρίσκεται ο Richey Secchiari.
Το 1991 κυκλοφορούν το “Night of the Stormrider”, το οποίο θεωρείται από πολλούς κλασικό. Πρόκειται για το πρώτο concept άλμπουμ τους. Φωνητικά σαφώς βελτιωμένα, πολύ καλά riffs, καλύτερα ντραμς από το ομώνυμο και αρχή με ένα “Angels Holocaust”, που μπορεί να μας στείλει αδιάβαστους. Όσο και αν αρκετοί θεωρούν πως ο Schaffer δεν είναι και κάποια ιδιαίτερη περίπτωση μουσικού/ κιθαρίστα/ συνθέτη (και βέβαια υπάρχουν και κάποιοι που τον θεωρούν τελείως ατάλαντο), θα πρέπει και αυτοί ακόμα να παραδεχτούν ότι ο δίσκος γαμάει.
Ακολουθεί ένα αρκετά μεγάλο διάλειμμα, με το συγκρότημα να απέχει γενικώς από το 1992 μέχρι το 1995. Αν πιστέψουμε το Schaffer, εκείνο το διάστημα δεν ήταν καθόλου καλό για τη μπάντα, η οποία αντιμετώπιζε διάφορα θέματα που παραλίγο να οδηγήσουν στη διάλυσή της. Αρχικά υπήρχαν προβλήματα με τη δισκογραφική και τα χρήματα που το συγκρότημα δεν έπαιρνε, οπότε και θεωρήθηκε σωστό να επαναδιαπραγματευτούν το συμβόλαιό τους πριν προχωρήσουν. Το δεύτερο, και όπως φαίνεται μόνιμο θέμα, είχε να κάνει με το line-up. Για να παραμείνει κάποιος στους Iced Earth, χρειάζεται να είναι καλός μουσικός, ώστε να αποδίδει σωστά τις συνθέσεις, να έχει ομαδικό πνεύμα, κοινώς να μην την έχει δει “κάπως” -πόσες “ντίβες” χωράνε σε ένα συγκρότημα;- και να μη φοβάται την πολλή δουλειά που απαιτείται για να προχωρήσει μια μπάντα. Ψιλοπράγματα δηλαδή.
Τελικά ανασυντάσσονται και επιστρέφουν δριμύτεροι το 1995 με το “Burnt Offerings”. Στο συγκεκριμένο δίσκο ντραμς παίζει ο Rodney Beasley και στα φωνητικά βρίσκεται ο άνθρωπος του οποίου η φωνή είχε για χρόνια συνδεθεί με τον ήχο του συγκροτήματος: ladies and gentlemen, please welcome Matt Barlow.
Το “Burnt Offerings”, έχει χαρακτηριστεί ως το πιο heavy άλμπουμ τους, και όχι άδικα. Τα γνωστά Schaffer-ικά riffs παρόντα και πάλι, σκοτεινές, epic μελωδίες να εναλλάσσονται με πιο επιθετικούς ήχους, η φωνή του Barlow και το εκπληκτικό 16λεπτό “Dante’s Inferno”. Must, για οπαδούς και όχι μόνο.
Μέχρι την επόμενη κυκλοφορία τους το Μάιο του 1996, έχουν μεσολαβήσει –κλασικά– κάμποσες αλλαγές στο line-up, οι οποίες κατέληξαν με τον James Mac Donough στο μπάσο και τον Brent Smedley στα ντραμς. Πραγματικά, νομίζω ότι ή ο Schaffer ξεπερνάει τους πάντες σε παραξενιά και είναι πολύ απαιτητικό αφεντικό, για να μην μπορεί να συνεργαστεί κανείς μαζί του για μεγάλο χρονικό διάστημα, ή η πλειονότητα των μουσικών που βρέθηκαν κατά καιρούς στους Iced Earth είχαν πρόβλημα. Ποια εκδοχή είναι πιο πιθανή;;; Ο χρόνος παραμονής κάποιου στη μπάντα, θα μπορούσε εύκολα να είναι κατηγορία στοιχήματος. Τέλος πάντων.
Διάδοχος του “Burnt Offerings” είναι το “The Dark Saga”. Ένας concept δίσκος, βασισμένος στον Spawn, ήρωα της σειράς κόμικ του Todd Mac Farlane. Αν και απλούστερο και πιο μελωδικό από τα προηγούμενα, έχει κάποια κλασικά κομμάτια και σε γενικές γραμμές ενθουσίασε. Από κάποιους θεωρήθηκε λίγο άτονο, ειδικά συγκρινόμενο με τα παλαιότερα άλμπουμ, αλλά δεδομένου ότι οι μεταφορές κάθε τύπου βιβλίων σε concept δίσκους ή σε ταινίες ήταν πάντα ριψοκίνδυνα εγχειρήματα που σπάνια έχουν στεφθεί από επιτυχία, το αποτέλεσμα ήταν πολύ καλό.
Ακολουθεί περιοδεία, κατά τη διάρκεια της οποίας ο Schaffer καταφέρνει να προκαλέσει βλάβη σε τρεις σπονδύλους του αυχένα του. Αποτέλεσμα, απίστευτος πόνος μέχρι να βρει χρόνο να χειρουργηθεί και κομμένο το headbanging.
Ένα χρόνο αργότερα κυκλοφορεί το “Days of Purgatory”, μια συλλογή με επανηχογραφήσεις κομματιών από το demo και τα δύο πρώτα άλμπουμ τους. Εκείνο το διάστημα περιοδεύουν για πρώτη φορά στις ΗΠΑ και αποφασίζουν να μεταφέρουν τη βάση τους από τη Φλόριντα στην Ιντιάνα. Αρκετά καλή κίνηση, μιας και πλέον βρίσκονται πιο κοντά στα Μεσοδυτικά της χώρας, και συνεπώς πιο κοντά σε πιο rock πολιτείες.
Το 1998 και μετά από κάποια επεισόδια ακόμα στη σαπουνόπερα με τον τίτλο “Iced Earth line-up” κυκλοφορεί το “Something Wicked this Way Comes”, εισαγωγή στο έπος (Something Wicked Saga) που φιλοδοξούσε να γράψει ο Schaffer, καθώς και σημείο “γέννησης” του Set Abominae.
Μάλλον λίγο αμφιλεγόμενος δίσκος. Για κάποιους πολύ καλή δουλειά –το έδειξαν και οι πωλήσεις και η είσοδος του άλμπουμ στο γερμανικό Top 20– με heavy και thrash ήχους να εναλλάσσονται με πιο μελωδικά κομμάτια. Για άλλους απλά βαρετό με υπερβολικά πολλές μπαλάντες (πέντε για την ακρίβεια).
Στην περιοδεία για την προώθηση του δίσκου βρίσκονται στις 23 και 24 Ιανουαρίου 1999 στο ιστορικό Ρόδον, όπου και ηχογραφούν το “Alive in Athens”. Ο Schaffer θεώρησε ότι είχε έρθει η ώρα για μια live κυκλοφορία, και έχοντας ενθουσιαστεί –και αυτός– με το ελληνικό κοινό και το συναυλιακό ξεσάλωμά του αποφάσισε ότι η ηχογράφηση θα γινόταν στην Αθήνα. Αποτέλεσμα, δύο sold-out βραδιές και ένα από τα καλύτερα live άλμπουμ που έχουν κυκλοφορήσει ποτέ.
Ένα μικρό διάλειμμα από τους Iced Earth, το οποίο έδωσε στο Schaffer την ευκαιρία να ασχοληθεί με τους Demons and Wizards, κοινό project του με τον Hansi Kursch των Blind Guardian, και να υποβληθεί σε εγχείρηση στον αυχένα.
Έκτος δίσκος το 2001. Νομίζω ότι είναι ανούσιο ακόμα και να αναφερθούν οι αναμενόμενες αλλαγές στο line-up –καταντάει κουραστικό πια. Το “Horror Show” είναι κατά κάποιο τρόπο ένα ακόμα concept άλμπουμ μιας και όλα τα τραγούδια βασίζονται σε ταινίες ή βιβλία τρόμου (Κόμης Δράκουλας, Η Προφητεία, Δρ. Τζέκυλ & Κος Χάιντ κ.α.).
Αν και καταπιάνονται πάλι με ένα σχετικά δύσκολο εγχείρημα, τα καταφέρνουν αρκετά καλά. Ναι μεν υπάρχουν κομμάτια-fillers και κάποια επαναλαμβανόμενα σημεία, αλλά το αποτέλεσμα –πάντα σε σχέση με τη θεματολογία και τη δυσκολία που παρουσίαζε– είναι περισσότερο από ικανοποιητικό. Καλές θέσεις στα ευρωπαϊκά charts, αναγνώριση και στις ΗΠΑ και προτάσεις για περιοδεία από τους Judas Priest και τους Megadeth.
Τον ίδιο χρόνο κυκλοφορεί και το boxset “Dark Genesis”, στο οποίο περιέχονται το demo “Enter the Realm”, τα τρία πρώτα άλμπουμ και το “Tribute to the Gods”, ένα άλμπουμ διασκευών.
Μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και το σοκ που υπέστησαν όλοι οι Αμερικανοί, ο Barlow αποφασίζει ότι θέλει να συνεισφέρει στον “πραγματικό κόσμο” και το 2002 εκφράζει την πρόθεσή του να αφήσει τους Iced Earth.
Αρχικά ο Schaffer του αλλάζει γνώμη, αλλά όταν ξεκινούν οι ηχογραφήσεις του καινούργιου δίσκου τους, διαπιστώνει την αλλαγή που είχαν προκαλέσει τα γεγονότα της 9/11 στον Barlow και τελικά η συνεργασία τους διακόπτεται. Και ο Barlow πάει και γίνεται αστυνομικός στη Georgetown του Delaware. Ασχολίαστο.
Αντικαταστάτης του ο Tim “Ripper” Owens, ο οποίος είχε πρόσφατα φύγει από τους Judas Priest, εφόσον επέστρεψε ο Halford. Εύκολα θεωρείται από τους πιο γκαντέμηδες του χώρου. Πολύ καλή φωνή μεν, αλλά όταν έχεις να συγκριθείς με το Halford είναι σίγουρο ότι θα έρθεις δεύτερος –είναι ο Halford. Συνέχεια στους Iced Earth, όπου πέρα από έναν ήχο απόλυτα συνδεδεμένο με τη χροιά της φωνής του Barlow, η οποία δεν είχε και πολλά κοινά με τη δική του είναι αλήθεια, έχει να κάνει και με τον Schaffer (η ιδιοτροπία που λέγαμε). Και μετά από αυτόν, ο Malmsteen. Τι άλλο μπορεί να θέλει κάποιος!
Το 2004, στην SPV πλέον, κυκλοφορούν το “The Glorious Burden”. Άλλος ένας concept δίσκος, μόνο που αυτή τη φορά πηγή έμπνευσης αποτελούν διάφορα ιστορικά γεγονότα, η Αμερικανική Επανάσταση, η μάχη του Gettysburg κατά τη διάρκεια του αμερικανικού Εμφυλίου, ο “Κόκκινος Βαρόνος” (πιλότος – κορυφαίος άσος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου). Κοινώς, μαθήματα αμερικανικής ιστορίας δια χειρός Jon Schaffer; Thanks, but no thanks. Δε θα πάρουμε. Μπορεί κάποιοι να το θεώρησαν ένα ίσως καλό άλμπουμ αλλά οι Iced Earth πού βρίσκονται;
Μετά τα διάφορα πηγαινέλα στο line-up κυκλοφορεί το 2007 το “Framing Armageddon- Something Wicked Part 1”. Και… μάλλον κάτι πρέπει να κάνει ο Schaffer. Επιθετικότητα, βαρύτητα, riffs, οτιδήποτε χαρακτήριζε τον ήχο τους μέχρι τότε έχει πάει περίπατο. Ακόμα και οι φωνητικές ικανότητες του “Ripper” δε σώζουν την κατάσταση. Interludes και ορχηστρικά μέχρι εκεί που δεν πάει, μεγάλη διάρκεια του δίσκου χωρίς ουσιαστικά να γίνεται κάτι και το χειρότερο… θα έχουμε και Part 2. Όχι ότι όλος ο δίσκος είναι χάλια. Υπάρχουν κάποια καλά κομμάτια, χάνονται όμως στη μετριότητα του συνόλου.
Λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία του CD, χαράς ευαγγέλια. Ο Barlow επιστρέφει –ίσως κάποιος κατάλαβε ότι κάτι δεν πήγαινε και τόσο καλά με την πορεία της μπάντας πλέον και θέλησε να συμμαζέψει την κατάσταση.
2008 και “The Crucible of Man- Something Wicked Part 2” με τον Schaffer να μην έχει ξαναβρεί τον εαυτό του. Η λύση της επαναφοράς του Barlow δεν έφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα (aka δισκάρες του παρελθόντος) και εφόσον κύριος συνθέτης είναι ο Schaffer, μάλλον η ευθύνη είναι δική του. Ποιες είναι οι πιθανότητες να έβαλε τα γέλια ο Ripper ακούγοντας αυτόν τον δίσκο; Απολύθηκε για να “βελτιωθεί” -και καλά- η μπάντα (με πισωγυρίσματα) και τελικά το αποτέλεσμα παρέμεινε μέτριο για τα standards των Iced Earth.
Η αλήθεια πάντως είναι πως κάτι είχε χαθεί από το συγκρότημα και αυτό φαινόταν. Αυτό το είδαμε και live στο Rock’em All το 2008, όπου η εμφάνισή τους ήταν τουλάχιστον απογοητευτική, ιδιαίτερα για όποιον είχε βρεθεί στο Ρόδον το 1999 ή στο γήπεδο του Σπόρτινγκ το 2002.
Αρχές του 2010 κυκλοφορεί το boxset “Box of the Wicked” και η μπάντα επιστρέφει στη Century Media.
Το Μάρτιο του 2011 ο Barlow αποφασίζει –πάλι– να φύγει μετά το τέλος της περιοδείας τους. Τελευταία εμφάνισή του με τους Iced Earth στις 6 Αυγούστου 2011 στο Wacken, όπου και πραγματικά θύμισαν τις παλιές καλές μέρες.
Πιθανόν ο Schaffer να συνειδητοποίησε κάποια πράγματα σχετικά με το θέμα frontman, κάτι το οποίο οδήγησε στην επιλογή του Stu Block των Into Eternity. Τελείως συμπτωματικά, ο τύπος πέραν του ότι φωνητικά φέρνει αρκετά στον προκάτοχό του (αλλά μπορεί να πιάσει και τις ψιλές νότες του Owens, οπότε μάλλον είναι μίξη των δύο προκατόχων του) έχει και παρόμοιο στυλάκι με τον Barlow (την εποχή που είχε μαλλιά, πριν καταταγεί στην αστυνομία).
Πρώτος δίσκος με τον Block είναι το “Dystopia” (2011) και οι Iced Earth που ξέραμε μάλλον αρχίζουν να επιστρέφουν. Το “Dystopia” είναι (επίσης) εμπνευσμένο από βιβλία ή ταινίες όπου περιγράφονται “δυστοπίες” (εξ ου και ο τίτλος) και δεν έχει καμία σχέση με τις μετριότητες των τελευταίων ετών. Ο Schaffer ξαναβρήκε την έμπνευσή του και έγραψε καλά κομμάτια, ανάλογα (αλλά όχι ισάξια ομολογουμένως) του παρελθόντος, ο Block αποδεικνύεται η σωστή επιλογή και η μπάντα βγάζει τον καλύτερο δίσκο της από την εποχή του “Horror Show”.
Ακολουθεί η “Dystopia World Tour”, που θεωρείται και η μεγαλύτερη περιοδεία τους έως τώρα. Η συναυλία που έδωσαν στην Κύπρο ηχογραφείται και βιντεοσκοπείται, και το live CD/DVD “Live in Ancient Kourion” κυκλοφορεί το 2013.
Πρόσφατα βγήκε και ο ενδέκατος δίσκος τους “Plagues of Babylon”. Πιο σκοτεινή, περισσότερο heavy και αρκετά συμπαγής δουλειά, πιστοποιεί ότι η μπάντα βρίσκεται σε καλό δρόμο. Ο Block δικαιώνει για άλλη μια φορά τον Schaffer για την επιλογή του, και τα riffs και οι μελωδίες παρότι δεν είναι “Night of the Stormrider”, είναι αρκετά κοντά στους παλιούς καλούς Iced Earth.
Περιττό να αναφερθούν οι αλλαγές στο line-up των τελευταίων χρόνων. Εκτός του ότι είναι βαρετό, έχει αποδειχτεί πολλάκις ότι οι Iced Earth είναι ο Jon Schaffer. Και δεδομένης της ιδιοτροπίας του, μάλλον τα πράγματα θα γίνουν ακριβώς όπως αυτός θέλει –διαφορετικά θα βρει κάποιον άλλο, που θα συμφωνεί μαζί του (μικρός, θαύμαζε τους G. Washington,
T. Jefferson και B. Franklin. Λέτε από εκεί να του έμεινε το “προεδριλίκι”;)
Μουσικά, έχουν περιγραφεί ως heavy, thrash, power ακόμα και progressive. Τελικά όμως, μάλλον ο ίδιος ο Schaffer έχει χαρακτηρίσει τη μουσική τους σωστότερα από οποιονδήποτε άλλο: Metal. Απλό και pure metal, που ξεκινάει από Pink Floyd, φτάνει στους Slayer και περιλαμβάνει άπειρες δυνατότητες στο ενδιάμεσο.
Το μόνο που μένει είναι να περιμένουμε το επερχόμενο live τους στο Gagarin, για να μας αποδείξουν ότι η μεγάλη μπάντα που ξέραμε δεν έχει χαθεί.
1455