Τους Mani Deum τους είχα παρακολουθήσει για πρώτη φορά στις κοινές τους εμφανίσεις με την Nalyssa Green και έκτοτε αναζητούσα ευκαιρία να τους ξαναδώ.
Χάρηκα πολύ όταν ανακοινώθηκε ότι θα σαπορτάρουν την Jarboe στο Six d.o.g.s θεωρώντας ότι πρόκειται για μία πολύ ταιριαστή επιλογή συν τοις άλλοις, δεδομένου του ύφους της μουσικής τους. Επιπλέον ενδιαφέρον προκάλεσε το ότι θα έδιναν την παράσταση τους με ηλεκτρακουστικό σετ παρουσιάζοντας μία διαφορετική εκδοχή της μουσικής τους.
Καθιστοί με μία δωδεκάχορδη και μια εξάχορδη ακουστική κιθάρα στα χέρια τους οι δύο μουσικοί που επίσης τραγούδησαν τα εννέα κομμάτια του πρώτου μέρους της βραδιάς. Δίπλα, σε σκαμπό ο τρίτος των εγχόρδων με ηλεκτρακουστικό μπάσο και πίσω τους ο drummer πάνω στο cajón με το οποίο έδωσε τον ρυθμό ενώ χρησιμοποίησε επίσης ντέφι και hand drum σε αρκετά από τα κομμάτια.
Μόνος όρθιος στο βάθος της σκηνής ένα πέμπτο μέλος της μπάντας, μπροστά του ένα Theremin, το οποίο εμπλουτίζει την μουσική των MD με όμορφες μελωδίες ενώ παράλληλα παράγει ένα δραματικό εφέ.
Στο set τους συμπεριέλαβαν αρκετά από τα κομμάτια που θα βρίσκονται στον επόμενο τους δίσκο, κομμάτια που ακολουθούν τόσο το γνωστό ύφος όσο και τις υψηλές αισθητικές απαιτήσεις που έχουν δημιουργήσει με την μέχρι σήμερα δραστηριότητα τους.
Οι MD ήταν στην ακουστική τους εκδοχή, εξίσου ενδιαφέροντες, ατμοσφαιρικοί όσο και στην προηγούμενη μας συνάντηση και αυτό που μένει πάνω από όλα είναι ότι για άλλη μία φορά τους βλέπω να εγκαταλείπουν την σκηνή αφήνοντας με να περιμένω ανυπόμονα την επόμενη φορά. Όσοι ακόμα δεν τους γνωρίζετε ψάξτε την μουσική τους ή ακόμα καλύτερα βρείτε που παίζουν και δείτε τους.
Mani Deum setlist
The Room Falls Silently
Wolves in My Backyard
Bourbon Bedtime Story
A Walk in the City
Velvet Stomach Spasms
Bloodbath in E Minor
Every Kiss Is a Car Crash
Summer Ocean Death
I Feel the Vibrations of Earth
Διακοπή και ευκαιρία για μία παρένθεση. Στα γεγονότα που προηγήθηκαν του event, τα οποία μάλιστα οδήγησαν στην ματαίωση της εμφάνισης της Jarboe στην Θεσσαλονίκη, κατά την διάρκεια της συναυλίας αναφέρθηκαν, διακριτικά, με λίγες λέξεις, μόνο οι Mani Deum. “Δεν μπορούμε να κρίνουμε έναν άνθρωπο μόνο από μία φωτογραφία. Είναι ΚΑΙ αυτό φασισμός”, ανέφεραν.
Νιώθω την ανάγκη να τηρήσω επίσης διακριτική στάση, να μην δώσω έκταση στα όσα συνέβησαν στο παρασκήνιο, και κυρίως να μην ενισχύσω με επιπλέον προβολή οποιονδήποτε -ή οτιδήποτε- δεν σχετίζεται άμεσα με το δικό μου βασικό κίνητρο παρουσίας στον χώρο, την μουσική αυτή καθαυτή. Είναι αρκετά εύκολο να πληροφορηθείτε το τί συνέβη νωρίτερα το απόγευμα πριν την εν λόγω συναυλία, ενώ κατά πάσα πιθανότητα αρκετοί ενδιαφερόμενοι γνωρίζουν ήδη.
Είναι επομένως σαφές ότι ο καθένας μπορεί να έχει εξάγει ήδη ή να βρίσκεται σε θέση να διαμορφώσει τα προσωπικά του συμπεράσματα. Για λόγους καταγραφής και μόνο, θα περιοριστώ στο ότι η δική μου άποψη ακολουθεί περίπου τον εξής άξονα. Όταν αναγάγουμε έναν καλλιτέχνη σε θεό, ιερέα/εια ή αυθεντία, όταν τον “λατρέψουμε”, είναι πολύ πιθανό να απογοητευτούμε από το ανθρώπινο του πρόσωπο την στιγμή που εκείνος θα πράξει με τρόπο που δεν συμβαδίζει με τις ατομικές μας αξίες, φτάνοντας ενδεχομένως έως του σημείου να πιστέψουμε ότι μας προδίδει.
Ίσως λοιπόν, είναι προτιμότερο να τον αντιμετωπίζουμε σαν ένα πρόσωπο που υποδύεται, επικαλείται ή και ακόμα καταφέρνει να μεταμορφωθεί σε μία “θεότητα” για τον περιορισμένο χρόνο στον οποίο παρουσιάζει το έργο του. Από την δική μας πλευρά όντας θεατές μίας συναυλίας ή κάποιου άλλου καλλιτεχνικού εγχειρήματος θεωρώ ότι συμμετέχουμε ενεργά, αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες, και ίσως λίγο περισσότερο ενώνοντας την ενέργεια μας με τους επί σκηνής δημιουργούς. Αν μείνουμε στα παραπάνω ίσως τότε μόνο μπορέσουμε να εστιάσουμε στη δική μας ερμηνεία του έργου, στη δική μας συμμετοχή, στον ρόλο που εμείς παίζουμε, στο νόημα που έχει για την προσωπική μας πνευματική πρόοδο η “κοινωνία” σε κάποιο καλλιτεχνικό γεγονός.
Τότε μπορούμε να κρατήσουμε ό,τι θετικό ή να απορρίψουμε ό,τι αρνητικό κατά προσωπική και μόνο βούληση. Τέλος, τα σφάλματα ανθρώπινα και η κρίση για τους θεούς, αν υπάρχουν.
Ας επιστρέψω όμως στην παράσταση που είδαμε. Ας προσπαθήσω επιπλέον να καμουφλάρω αμήχανα την φλυαρία της μακράς -ζητώ συγγνώμη- παρένθεσης που προηγήθηκε κάνοντας μία απόπειρά να αξιοποιήσω κάτι από τα παραπάνω. Ναι, οι δύο καλλιτέχνες, όντως υποδύονται και μετατρέπονται σε θεούς κατά την διάρκεια του live. Ο αμερικανός κιθαρίστας με αμφίεση που παραπέμπει σε Δρυίδη ή Βάρδο μεσαιωνικών μύθων τραβάει την προσοχή από την στιγμή που εμφανίζεται στην σκηνή για να χορδίσει την κατάμαυρη ηλεκτρακουστική του. Περισσότερο δέος κι από την σκοτεινή του παρουσία προκαλεί η ιδιαίτερη τεχνική του. Χρησιμοποιεί το όργανο σαν κρουστό κατά τρόπο τέτοιο που να δημιουργεί μία ρυθμική βάση ενώ ταυτόχρονα παράγει ένα ήχο ιδιαίτερα ζεστό εκμεταλλευόμενος τις δονήσεις του ξύλου της κιθάρας.
Στο πρώτο -περίπου πεντάλεπτο- κομμάτι οι δύο μουσικοί δίνουν την αίσθηση ότι αφοσιώνονται στο να δημιουργήσουν μεταξύ τους πνευματικό συντονισμό στέκοντας ο ένας απέναντι στον άλλο, εκτελώντας την μουσική τους, σαν το κοινό να απουσιάζει. Στην συνέχεια, με μέτωπο πια στο κοινό η Jarboe με την φωνή και κυρίως την ερμηνεία της καταφέρνει να αιχμαλωτίσει το ακροατήριο, με την πρώτη της κορώνα να σκίζει τον χώρο και να φτάνει μέχρι το βάθος της ψυχής μας.
Ο χρόνος περνά γρήγορα.Tο κοινό συμμετέχει, μερικές στιγμές ακόμα και με την κατανυκτική του σιωπή, σαν υπνωτισμένο στην μυστικιστική μουσική ατμόσφαιρα που η οι δύο καλλιτέχνες αναπλάθουν με τα συγκλονιστικά φωνητικά και τις δονήσεις τις κιθάρας. Χαρακτηριστικό είναι ότι το χειροκρότημα αν και έντονο καθυστερεί αρκετές στιγμές μετά από κάθε κομμάτι μέχρι η αμερικανή ερμηνεύτρια να κάνει ένα ανεπαίσθητο νεύμα ή ο Williams να κτυπήσει ένα τελικό strumming στις χορδές.
Κι όμως, στα πρώτα τραγούδια κάτι φαίνεται να μπλοκάρει, να ενοχλεί την Jarboe, τουλάχιστον μέχρι την στιγμή που ζητά να της αλλάξουν το καλώδιο του μικροφώνου,
“…it keeps cutting off…I can almost hear it cracking” λέει με φωνή που αφήνει να υπονοηθεί κάποια ένταση, κάποιος λανθάνων εκνευρισμός.
Με τον χρόνο πάντως κι ίσως όσο αφήνεται να βυθιστεί περισσότερο στα υπέροχα σκοτεινά της τραγούδια, λύνεται, αρχίζει να απευθύνει περισσότερα λόγια στο κοινό με τα οποία κυρίως αποκαλύπτει κάποια στοιχεία για τα κομμάτια που εκτελεί. Περιγράφει κάποιο της όνειρο, ξυπνώντας από το οποίο εμπνεύστηκε το τραγούδι “Warriors”, ένα όνειρο στο οποίο την δύναμη, την εξουσία του κόσμου κατείχαν γυναίκες. Υπενθυμίζει την καταγωγή της από την Ν. Ορλεάνη, κάτι στο οποίο όπως λέει η ίδια ίσως οφείλει το soulful συναίσθημα που -μαζί με πολλά άλλα λέμε εμείς- μεταφέρει με την φωνή της. Κάπου εκεί εγκαταλείπει την σκηνή αφήνοντας τον Emerson Williams να τελειώσει το κομμάτι μόνος του για 5 περίπου λεπτά στα οποία συνειδητοποιούμε πόσο ουσιαστική αν και υπόγεια επίδραση έχει ο ήχος που παράγει στην δημιουργία της γενικής ατμόσφαιράς και του όλου συναισθήματος.
Χαιρετούν και φεύγουν από την σκηνή δείχνοντας ότι αυτό που αρχικά νομίσαμε ότι είναι ένα ιντερλούδιο, είναι το τέλος της παράστασης, 45 σκάρτα λεπτά μετά την αρχή της.
Μένουμε ακίνητοι για αρκετή ώρα περιμένοντας έστω ένα encore με το οποίο θα συμπληρωθεί η πολύ μικρή διάρκεια της συναυλίας. Τα φώτα ανάβουν. Το encore δεν ήρθε ποτέ.
Οι Jarboe & P.Emerson Williams ερμήνευσαν μεταξύ άλλων τα παρακάτω κομμάτια:
Child’s Right
Mouth of flames
Forgive
Wear your love like heaven
Panchangam
Warriors
Wear your love like heaven
Indemnity
Photos: Αποστόλης Καλλιακμάνης