MOTHER TURTLE

Δύσκολο εγχείρημα τη σήμερον ημέρα, να τολμάς να ασχοληθείς με το ύφος αυτό της μουσικής που ονομάζεται “Progressive Rock”. Ακόμη δυσκολότερο όταν οι αφετηρίες σου αφορούν την δεκαετία του 1970, γιατί εκεί θέλει πολλά κότσια για να τολμήσεις να κοιτάξεις στα μάτια όλο αυτό το ιστορικό Big Bang τέχνης. Πέντε καλόπαιδα από την όμορφη Θεσσαλονίκη, οι Mother Turtle, αφού έλιωσαν δίσκους – ακρογωνιαίους λίθους, μας εντυπωσίασαν με το πολύ καλά διαβασμένο, ομώνυμο ντεμπούτο τους. Ο Κώστας Κωνσταντινίδης (κιθάρες / φωνητικά), ο Κωστής Χασόπουλος (μπάσο – πέθανα στο γέλιο, αλλά μη σε πετύχω, με αύτωσες με τους μη τόνους σου) και ο Γιώργος Θεοδωρόπουλος (πλήκτρα) δίνουν τις πολύ ενδιαφέρουσες απαντήσεις τους στο Rockway, για όλα τα πώς και τα γιατί που τους αφορούν…. (αυτό το Μπουχεσοσάϊρ, κατά που πέφτει είπαμε;)

Καλησπέρα αγόρια και συγχαρητήρια για το ντεμπούτο σας. Ως νέοι και πρωτοεμφανιζόμενοι στα μουσικά δρώμενα, θα ήθελα να μου δώσετε ένα σύντομο ιστορικό της μπάντας και των μελών της, έτσι για να ξέρουμε με ποιούς έχουμε να κάνουμε…
Κώστας: Κατ’ αρχάς ευχαριστούμε πολύ και εσένα προσωπικά αλλά και το Rockway για το ενδιαφέρον!  Έχετε λοιπόν να κάνετε με την Μητέρα Χελώνα, η οποία γεννήθηκε κάποια στιγμή το 2011 ως μια studio jam μπάντα, με instrumental προσανατολισμό, που όμως πολύ σύντομα κατέληξε να φτιάχνει ολοκληρωμένα τραγούδια και με φωνητικά, τα οποία προέκυψαν μέσα απ αυτά τα sessions. Η σύνθεση του δίσκου τελείωσε αρκετά γρήγορα, μόλις σε 6 μήνες περίπου, ενώ το πρώτο μας live πραγματοποιήθηκε έχοντας το όνομα “Hogweed” (ως κολλημένοι με τους Genesis προφανώς) το οποίο φυσικά και αλλάξαμε αμέσως μετά.

Κωστής: Το παρελθόν καλό είναι να το αφήσουμε εκεί που είναι, ήταν ζόρικα τα πράγματα όταν μεγαλώναμε, μερικές πράξεις είναι δικαιολογημένες. Ας το αφήσουμε εκεί (γέλια)….

Ποιά ήταν τα κίνητρά σας;
Κώστας: Μα φυσικά το χρήμα, η δόξα, τα γρήγορα αυτοκίνητα και οι κρέπες νουτέλα-μπισκότο, όπως σε όλα τα prog σχήματα. Σοβαρά μιλώντας, πιστεύω ότι το κοινό κίνητρο ήταν το να παίζουμε την μουσική που ακούμε στα σπίτια μας.

Γιώργος: Το βασικότερο κίνητρο μας είναι μια συνισταμένη της χημείας που είχαμε από την πρώτη στιγμή στην πρώτη μας συνάντηση σαν κουαρτέτο, των επιρροών μας και της ψυχανάλυσης που κάνουμε μέσω της όλης διαδικασίας της μπάντας ο ένας στον άλλο και η “Χελώνα” σε όλους μας.

Κωστής: Σε προσωπικό επίπεδο, ακούγοντας πολλά και διάφορα, αλλά βλέποντας ότι η καταραμένη αυτή prog rock (όχι metal ) με γέμιζε τόση πολύ χαρά, ήθελα να δοκιμάσω να γράψω και να νιώσω τα ίδια και από την πλευρά του συνθέτη.

Έχετε παίξει σε άλλα σχήματα ή είναι η πρώτη επίσημη σας προσπάθεια;
Κώστας: Παίζω σε διάφορα group απ’ το 1995 (από μικρός στα βάσανα) και ως κιθαρίστας αλλά και ως τραγουδιστής. Ενίοτε και τα δύο. Σαν το shampoo & conditioner ένα πράγμα. Από ελληνικό έντεχνο βλαχομπα-rock μέχρι ελληνόφωνο punk και από pop / rock / funk διασκευομπάντες μέχρι hard rock / heavy σχήματα. Κάποια στιγμή είχα κάνει και μια audition για την θέση του τραγουδιστή σε μια glam rock / poser μπάντα, ευτυχώς όμως η θεά τύχη βοήθησε και δεν με πήραν. Η μόνη κυκλοφορία για την οποία δεν ντρέπομαι να μιλήσω είναι το CD που είχαμε βγάλει το 2004 με τους Hokam’s Razor, παίζοντας prog metal, Dream Theater-ικού τύπου. 

Γιώργος: Εγώ για την ακρίβεια προσπαθώ να επιβιώσω σαν επαγγελματίας μουσικός.
Αλλά αυτή η μπάντα είναι η πιο οργανωμένη προσπάθεια που έχω συμμετάσχει ως τώρα με την συνθήκη επιπλέον ότι είναι και η πιο άρρηκτα δεμένη με την ψυχή μου.

Κωστής: Ουσιαστικό σχήμα ήταν μόνο ένα, οι prog-metal Intensity (αυτοακυρώνομαι αμέσως), κυκλοφορώντας ένα EP.

Να περάσουμε στο “Mother Turtle”. Περίεργο όνομα αλλά εντελώς συμβατό με τη μουσική. Πώς επελέχθη;
Κωστής: Αν σου πω πως δεν θυμάμαι; Κάτι παραμυθένιο ψάχναμε, κάπως κόλλησε το “mother” (mother unit φάση, ναι, ακούω και τέτοια) και ο Terry Pratchett που όλοι αγαπάμε και there you have it.

Γιώργος: Εδώ μπορεί να αντικρούονται οι απόψεις, μιας και κανείς μας δεν θυμάται ακριβώς… Βήματα χελώνας και μνήμη ελέφαντα ! (γέλια) Η βασική επιρροή είναι ο Terry Pratchett και οι νουβέλες του για τον “Δισκόκοσμο”.

Κώστας: Πρώτα γράφτηκαν οι στίχοι για το Mother Turtle & The Evil Mushroom αν θυμάμαι καλά και μετά από εκεί δανειστήκαμε το όνομα. Η ιστορία θα εξελιχθεί σε διάφορα μέρη (για να μένουμε και στα prog κλισέ με τα πολλά parts κτλ) και είναι επηρεασμένη απ΄ το κομμάτι του Frank Zappa το “Billy the Mountain”, μια ιστορία για τον Billy το βουνό και την Ethel, την γυναίκα του, ένα δέντρο που μεγαλώνει πάνω στον ώμο του. Κάπου εδώ μπαίνουν στο μείγμα και οι επιρροές απ’ τον “Δισκόκοσμο” του Terry Pratchett και voila οι Mother Turtle….


 
Πείτε μου λίγα λόγια για την διαδικασία της ηχογράφησης. Πόσο καιρό σας πήρε; Αντιμετωπίσατε δυσκολίες;
Κώστας: Oι ηχογραφήσεις ξεκίνησαν τον Φλεβάρη του 2013 και ολοκληρώθηκαν μετά κόπων και βασάνων τον Ιούλιο. Είχαμε την μετακόμιση του Γιώργου στην πρωτεύουσα, τις καθυστερήσεις και τις απανωτές αλλαγές στην τελική μορφή των κομματιών και άλλα παρόμοια. Ωστόσο το διασκεδάσαμε αρκετά και ο Κώστας Κοφίνας, ο sound engineer μας, έκανε την διαδικασία ακόμα πιο εύκολη και χαλαρωτική. Αφού τα κατάφερε και διατήρησε την ψυχική του υγεία με μας, πιστεύω ότι άνετα πάει για Δαλάι Λάμα.

Κωστής: Όπως μπορείς να φανταστείς, χρήμα δεν υπήρχε ούτε σε ατομικό επίπεδο αλλά ούτε καν σαν μπάντα από lives, οπότε έγινε λιγάκι ‘’βιαστικά’’ να το πω, ένας – ένας, κάποιες ώρες, λίγες ημέρες με τον Γιώργο στα keys, Αθήνα – Θεσσαλονίκη – internet –  τηλέφωνο. Αυτό δημιούργησε κάποια προβλήματα στην τελική εικόνα που μέχρι και τις τελευταίες νότες, ακόμη δεν είχαμε. Ο Κώστας ο Κοφίνας στα Sin City Studios μας βοήθησε τρομερά.

Γιώργος: Από τη δικιά μου σκοπιά, μιας και λίγο μετά την αρχή των ηχογραφήσεων, μετανάστευσα στην Αθήνα προς αναζήτηση επιβίωσης, αντιμετωπίσαμε την δυσκολία να είναι τα παιδιά στο στούντιο στη Θεσσαλονίκη και εγώ στο σπίτι μου στην Αθήνα. Μας πήρε αρκετά η ηχογράφηση κυρίως λόγω διαθέσιμου χρόνου αλλά και οικονομικών λόγων. Υποθέτω ότι μιλάς για την όλη διαδικασία και όχι μόνο για την ηχογράφηση, δηλαδή επιπλέον για μίξη και μάστερινγκ, οπότε μας πήρε κάπου 10 μήνες αλλά με αρκετά και μεγάλα διαλείμματα.



Ομολογώ ότι εντυπωσιάστηκα και μόνο από το γεγονός υιοθέτησης αυτού του ύφους. Δεν είναι και το πιο συχνό άκουσμα στις μέρες μας…
Κώστας: Η αλήθεια είναι πως το prog rock παγκοσμίως περνάει καλό φεγγάρι. Prog στοιχεία υπάρχουν σε πολλές δημοφιλείς και εμπορικές rock μπάντες (π.χ. Muse, Radiohead) αλλά και ο μέσος ακροατής αρχίζει και συνηθίζει τους “περίεργους” ρυθμούς και μετράει, ακόμη και στο metal. Ωστόσο το να παίζεις βρετανικής κοπής prog rock λοξοκοιτώντας τους Rush, στην Ελλάδα του 2013, του Παντελίδη και των Ονιράμα, ναι μπορείς να πεις ότι δεν είναι και πολύ συνηθισμένο…

Κωστής: Θα συμφωνήσω, αν και βλέπω μια αναβίωση και σ’ αυτόν τον ήχο και αυτό μόνο καλό μπορεί να είναι. Αλλά όπως προείπα, όταν λατρεύεις αυτό το είδος, είναι λογική συνέχεια να δοκιμάσεις κάποια στιγμή κι εσύ να γράψεις – “οι άλλοι καλύτεροι είναι;”  (Εγωισμός μέχρι tilt).

Γιώργος: Στο σπίτι μου εδώ κ αρκετά χρόνια, είναι το μόνο άκουσμα πάντως. Αυτό ίσως εξηγεί πολλά (γέλια)! Από το πρώτο τζαμάρισμα, ήταν μη διαπραγματεύσιμο το είδος, μονόδρομος και το είπαμε όλοι μαζί. Σκέψου ότι στο πρώτο τζαμάρισμα ουσιαστικά γράφτηκε το πρώτο μέρος του 707 (A November less).

Πως νιώθετε τώρα, μετά την ολοκλήρωση του;
Κώστας: Πραγματικά χαιρόμαστε πάρα μα πάρα πολύ. Μέχρι σήμερα υπήρχαν μόνο σε μορφή live ή πρόβας, πρόχειρα ηχογραφημένα. Επιτέλους όμως τα κομμάτια ακούγονται όπως τα είχαμε φανταστεί και αυτό μας χαροποιεί ιδιαίτερα.

Γιώργος: Ανακούφιση, χαρά, περηφάνια και λαχτάρα για να αρχίσουμε τις διαδικασίες για τον επόμενο. Ήδη έχουμε γράψει κάποια πραγματάκια.

Κωστής: Πολύ περήφανοι για το όλο αποτέλεσμα και ηχητικά και συνθετικά και γεμάτοι όρεξη για κάτι καινούριο.



Συνηθίζεται πολλοί καλλιτέχνες να μεταβάλλουν την άποψη τους για τη δημιουργία τους κατά το πέρασμα του χρόνου. Για σας, τώρα που το ακούτε από κάποια απόσταση, ισχύει αυτό; Θα αλλάζατε κάτι;
Κώστας: Ίσως καλύτερα να σου απαντήσουμε μετά το δεύτερο άλμπουμ, όταν βγει με το καλό, για να έχουμε κάποιο μέτρο σύγκρισης και μια ασφαλή απόσταση απ’ το ντεμπούτο μας. Σίγουρα θα αλλάζαμε κάποια πράγματα, από την επόμενη μέρα που το ακούσαμε ολοκληρωμένο το είπαμε αυτό, αλλά μερικές φορές όσο το επεξεργάζεσαι κάτι ξανά και ξανά, τόσο αλλοιώνεις τον όποιο χαρακτήρα έχει, οπότε πιστεύω ότι δεν έχουν και πολύ νόημα οι αλλαγές εκ των υστέρων, εκτός αν κάτι έχει πάει εμφανώς και εξαιρετικά στραβά (π.χ. το mix / mastering στο Vapor Trails των Rush).

Γιώργος: Σίγουρα θα αλλάζαμε κάτι. Εδώ κατά την διάρκεια των ηχογραφήσεων και αλλάζαμε διάφορα, και εννοώ αλλαγές ουσιαστικές, όχι τύπου μισή νότα ή ανάσα. Και επειδή γενικά και εγώ και οι Κωστήδες είμαστε τρόπον τινά επιρρεπής στις αλλαγές, αν δεν ήταν ο Γιώργος (ντράμερ) πιθανόν ακόμα αλλαγές θα κάναμε! Για να απαντήσω όμως και στο πρώτο σκέλος της ερώτησης, τον πρώτο καιρό σχεδόν το μισούσα το άλμπουμ. Το έβαζα να το ακούσω και εστίαζα σε ανθυπομικρο-λεπτομέρειες και μου χαλούσα λιγάκι το “πανηγύρι” αλλά με τον καιρό και κυρίως, συγκρίνοντάς το με αγαπημένες μου μπάντες, κατάλαβα ότι κάναμε κάτι τίμιο αν θες σαν δουλειά, κάτι που μας δίνει λόγο ύπαρξης σαν μπάντα.

Κωστής: Η μουσική, μας καθοδηγούσε και προς κάποιον ήχο πάνω – κάτω οπότε, όχι, δεν θα άλλαζα τίποτα, ίσως μόνο τη συνολική διάρκεια του, που δεν χωρά σε ένα βινύλιο.



Ακούγοντας το album, παγιώθηκε μέσα μου η άποψη ότι από τη μία πατάτε σταθερά στους ακρογωνιαίους λίθους του hard / prog rock κυρίως της δεκαετίας του ‘ 70 αλλά ρίχνετε αρκετά συχνά ματιές και σε ήρωες της άμεσης συνέπειας του είδους, δηλαδή στο σύγχρονο progressive metal και το αποτέλεσμα είναι σχετικά αυθεντική μουσική. Πως το καταφέρατε αυτό;
Κώστας: Επιρροές υπάρχουν πολλές και διάφορες. Άλλες είναι συνειδητές και άλλες υποσυνείδητες και προκύπτουν κατά τη διαδικασία της σύνθεσης, χωρίς να το πολυσκεφτείς, φυσικά, λόγω των ακουσμάτων που έχει κανείς. Τα 70’s αποτελούν προσωπική αδυναμία και τα περισσότερα δικά μου ακούσματα έρχονται από εκείνη την μεγαλειώδη, μουσικά, περίοδο. Συνθετικά, έχουμε επηρεαστεί σίγουρα απ τα γνωστά group της εποχής εκείνης, αλλά και απ’ την αισθητική των πρώιμων Marillion και γενικά του neo-prog, όπως έχει συνηθίσει να λέγεται. Πιο σύγχρονες metal μπάντες, δεν θεωρώ ότι μας έχουν επηρεάσει συνθετικά, δεν πιστεύω άλλωστε ότι παίζουμε τόσο τεχνικά σ αυτόν τον δίσκο, αλλά είναι λογικό να υπάρχουν στοιχεία στον ήχο που παραπέμπουν εκεί, μια και ηχογραφούμε με σύγχρονα και όχι vintage μηχανήματα. Βέβαια έχουμε ακούσει όλοι αρκετό metal, ώστε κάποια στιγμή, αν θέλουμε, να μπορέσουμε να συνθέσουμε κάτι που να έχει μέσα τις λέξεις “Valhalla”, “steel”, “sword” και “blood”.

Κωστής: Με το metal δεν θα συμφωνούσα, πιο δυνατό rock σε σημεία, θα έλεγα. Ο drummer (σ.σ. Γιώργος Μπαλτάς) βλέπεις, ακούει πιο μοντέρνα πράγματα και έφερε άλλο αέρα στο όλο εγχείρημα. Αυτό ίσως μας βγήκε σε καλό με την έννοια ότι έγινε κάτι ακόμη πιο διαφορετικό απ’ ότι είχα στο μυαλό μου εξαρχής.

Γιώργος: Είναι ο συνδυασμός των τεσσάρων μας που το κατάφερε. Ο συνδυασμός των επιρροών μας. Γενικά γράφουμε με αρκετά διαφορετικό τρόπο ο καθένας μας. Κάποιοι (δεν μιλάω μόνο για την μπάντα) πιστεύουν στην παρθενογένεση στην τέχνη. Εγώ δεν είμαι από αυτούς. Πιστεύω στην “κλεψιά”, η οποία μεταφράζεται σαν επιρροή, αλλά κατά βάθος είναι κλεψιά. Μην παρεξηγηθώ, δεν το εννοώ με άσχημο τρόπο. Το αντίθετο, το βρίσκω απείρως διασκεδαστικό, πέρα από την ακρόαση του δίσκου, ο ακροατής να παίζει το παιχνίδι “χμμμ αυτό τώρα μου θυμίζει κάτι, αλλά τι;”. Σαφώς δεν “κλέβω” συνειδητά, είναι κάτι που συμβαίνει λόγω των ακουσμάτων και σ’ εμένα αλλά και στον καθένα. Αν για μια ζωή ακούς Iron Maiden και τίποτα άλλο, μα τίποτα άλλο όμως και μάθεις κιθάρα και πας να συνθέσεις μουσική… με τι νομίζεις ότι θα μοιάζει αυτό που θα συνθέσεις;



Ποιές επιρροές οδηγούν τις συνθέσεις σας;
Κωστής: Επιρροές αμέτρητες, τι να πρωτοπείς, ο καθένας έχει αρκετά διαφορετικά ακούσματα.

Γιώργος: Για μένα πέρα από τα διάφορα που μπορεί να ακούσω ασυνείδητα, οι αγαπημένοι ήρωες της Βρετανίας, Pink Floyd, Camel, Genesis, Jethro Tull, Caravan, Porcupine Tree, Steven Wilson και ο κατάλογος δεν τελειώνει. Έπειτα Rush, Kansas, Spock’s Beard, Transatlantic, Neal Morse, The Flower Kings, Queensryche, Dream Theater, Savatage, Fates Warning, ω! μπορώ να λέω μέχρι το πρωί!!!

Κώστας: Η βρετανική prog rock σκηνή των 70’s και ιδιαίτερα το κιθαριστικό παίξιμο του Andy Latimer των Camel και του David Gilmour σε συνδυασμό με την τεχνική του Al Di Meola θα έλεγα πως είναι οι βασικές δικές μου επιρροές όταν πρόκειται να γράψω κάτι για τους Mother Turtle. Στο μέλλον όμως δεν αποκλείεται να ακουστούν και αρκετές αναπάντεχες επιρροές. Πιο αναπάντεχες και απ’ την Spanish Inquisition ένα πράγμα που λένε και οι Monty Python.

Έχετε σπουδάσει μουσική;
Κώστας: Λίγο-πολύ. Εγώ έχω παρακολουθήσει 6-7 χρόνια μαθήματα κιθάρας σε διάφορα ωδεία και δυο χρόνια έκανα μαθήματα φωνητικής. Επίσης έχω τελειώσει τα βασικά θεωρητικά, αλλά δεν θυμάμαι σχεδόν τίποτα. Μισώ τις παρτιτούρες επίσης. Ό,τι έμαθα το χρωστάω στις ατέλειωτες ώρες ακρόασης δίσκων και στο να παίζω με εξαιρετικούς μουσικούς. Τι να το κάνω αν μπορείς να διαβάσεις prima vista το Black Page του Zappa, αλλά δεν μπορείς να ακολουθήσεις ένα αυθόρμητο jam? Πιστεύω ότι αυτό είναι και το μεγαλύτερο σχολείο για έναν rock μουσικό. Αν θες να παίξεις κλασική ή jazz ή αν θες να είσαι session μουσικός οι σπουδές ναι, είναι απαραίτητες.

Κωστής: Ο Γιώργος Θεοδωρόπουλος ευτυχώς που έχει σπουδάσει από μικρός αρμονία και μας βοηθά εμάς τους ‘’αγράμματους’’ αυτοδίδακτους μουσικούς. (φαντάσου πως μας φωνάζει συνέχεια ‘’αυτή η νότα δεν κολλάει πουθενά βλάκα, το ακόρντο αυτό λύνεται έτσι, όχι έτσι, μάθε λίγο αρμονία!” (γέλια)

Γιώργος: Έχω φτάσει μέχρι την δεύτερη ανωτέρα στο πιάνο και πριν το πτυχίο στην αρμονία στο δημοτικό ωδείο του Αγίου Νικολάου της Κρήτης απ’ όπου και κατάγομαι. Το γιατί δεν τελείωσα τις σπουδές αυτές, είναι μια άλλη ιστορία, τρόμου και απάτης…



Πως σας φαίνεται η παραγωγή του album; Ποιός την ανέλαβε και κατά πόσο ικανοποιημένοι είστε από αυτή;
Κώστας: Είμαστε γενικά πολύ ευχαριστημένοι με τη δουλειά που έγινε. Η ηχογράφηση, το mix και το mastering έγινε στο Sin City studio στη Θεσσαλονίκη, από τον Κώστα Κοφίνα που η συνδρομή του στο τελικό αποτέλεσμα ήταν τεράστια. Υπήρξε καθ’ όλη την διάρκεια το πέμπτο μέλος μας και βοήθησε σε όποια δυσκολία προέκυψε. Αν προσθέσεις ότι είχε να κάνει και με τέσσερις περίεργους (να το θέσω κομψά) ανθρώπους, πιστεύω ότι είμαστε υπερευχαριστημένοι.

Κωστής: Δεν είχε ασχοληθεί ποτέ με κάτι παρόμοιο, όντας πιο rock ηχολήπτης, αλλά είχε την όρεξη και βρήκε το κάτι ενδιαφέρον σ’ αυτά που τζαμάραμε ώστε να δοκιμάσει κάτι ‘’and now something completely different’’. Το αποτέλεσμα ήταν κάτι το οποίο μας άφησε όλους πλήρως ικανοποιημένους, ειδικά δεδομένων των συνθηκών.

Γιώργος: Η παραγωγή μου φαίνεται αρκετά καλή, βέβαια σε παραπέμπω σε παραπάνω ερώτηση σχετικά με τις αλλαγές (γέλια). Την ανέλαβε ευλαβικά ο Κώστας στα Sin City Studios στη Θεσσαλονίκη και βοηθήσαμε και εμείς όπως μπορούσε ο καθένας. Η επιλογή έγινε γιατί ο Κώστας ήξερε την μπάντα μας από το πρώτο τζαμάρισμα. Ήξερε πως παίζουμε, ήξερε πως γράφουμε και ήταν ένα στοίχημα για αυτόν, γιατί γενικά δεν έχει επαφή με τον κόσμο του prog rock. Είμαι ικανοποιημένος σε μεγάλο βαθμό που φέραμε το δίσκο αυτό εις πέρας με τον Κώστα και μάλιστα ανακαλύψαμε πώς ακριβώς θα ηχογραφήσουμε τον δεύτερο.
 
Η μουσική σας είναι αρκετά “οπτική” με την έννοια ότι είναι ικανή να δημιουργεί  συγκεκριμένες vintage εικόνες. Ήταν κάτι που επιδιώξατε ή σας βγήκε φυσικά;
Κώστας: Δεν νομίζω ότι ήταν κάτι που προέκυψε βάσει σχεδίου. Χαιρόμαστε πάντως που συμβαίνει κάτι τέτοιο, μια και τα κομμάτια βασίζονται στιχουργικά σε μυθοπλασία, οπότε έτσι μπορεί ο καθένας να δημιουργήσει τις δικές του εικόνες, ώστε να ντύσει αυτό που ακούει.

Γιώργος: Σπάνια ασχολούμαι με το στίχο όταν ακούω μουσική, οπότε για μένα, η μουσική στην ολότητά της είναι οπτική. Δεν μπορώ να την ξεχωρίσω σε οπτική ή μη.

Κωστής: Το “vintage” ήταν η λέξη που μας προσδιόριζε αρχίζοντας το σχήμα. Χαίρομαι που βγήκε και προς τα έξω εν τέλει.



Γούσταρα πολύ τα φωνητικά. Μια διασταύρωση του Byron, Lawton και Geddy Lee. Λογικά το ξέρει αυτό ο τραγουδιστής σας.
Κωστής: Εγώ πάλι δεν ξέρω τους δυο πρώτους και μη με πυροβολήσεις… (σ.σ. Συγγνώμη κιόλας, αλλά όντως θα σε πυροβολούσα…)

Κώστας: Ποιοί είναι όλοι αυτοί; Εμένα οι βασικές μου επιρροές είναι ο Στέλιος, ο Τόλης και ο Στράτος. Α, ναι και απ τους πιο σύγχρονους ο Βασίλης. Ευχαριστούμε πάρα πολύ πάντως όπως και να’ χει!

Έχετε κάποια συγκεκριμένη διαδικασία όταν συνθέτετε; Είναι αποτέλεσμα συνολικής δουλειάς ή υπάρχει κάποιος ιθύνων νους που το διεκπεραιώνει αυτό;
Κώστας: Ιθύνων νους δεν θα λέγαμε ότι υπάρχει. Όλοι συνεισφέρουμε, άλλος με ένα riff, με μια μελωδία, ένα beat κτλ. Απλά επειδή η έμπνευση δεν έρχεται κατά παραγγελία και δεν γράφουμε όλοι με τους ίδιους ρυθμούς, συνήθως εγώ και ο Γιώργος στα πλήκτρα φέρνουμε συχνότερα κάποιες ιδέες τις οποίες επεξεργαζόμαστε εκτενώς μέσα στο στούντιο και ο καθένας βάζει την πινελιά του.

Κωστής: Θα έλεγα συνολική δουλειά, κάποιος φέρνει μια ιδέα, τη δουλεύουμε, και προσπαθούμε να δούμε πως κολλάει με άλλες ιδέες που υπάρχουν, τα τζαμάρουμε σε βαθμό αηδίας και παίρνουν την τελική μορφή τους.

Γιώργος: Λειτουργούμε σχετικά με απόλυτη δημοκρατία, και αν και αμφιβάλλουμε αρκετές φορές γι’ αυτήν μας την απόφαση, στο τέλος αποδίδει πάντα καλύτερα. Δεν θα άντεχα να παίζει κάποιος ένα ολόκληρο κομμάτι και να μην του αρέσει τίποτα από αυτά που παίζει. Ένα μέρος κάποιου κομματιού, εντάξει, ας μην του αρέσει, ζούμε με αυτό. Γενικά εγώ και ο Κώστας (κιθάρα, φωνή) φέρνουμε πιο ολοκληρωμένες ιδέες στο στούντιο αλλά η συμβολή των υπολοίπων είναι που καθορίζει σε τεράστιο βαθμό το πώς θα ακουστεί τελικά ένα κομμάτι. Οπότε ο ιθύνων νους είναι ο συνδυασμός μας!



Θέλετε να περάσετε κάποια μηνύματα στον κόσμο μέσω της μουσικής σας ή ότι κάνετε, το κάνετε για να περάσετε εσείς καλά;
Γιώργος: Χμμ, ας απαντήσει ο στιχουργός της μπάντας. Εμένα μου φτάνει το να επικοινωνήσω με τον ακροατή μέσω των τραγουδιών μας. Να στείλει μήνυμα στο facebook από την άλλη άκρη της γης και να μου πει “γεια χαρά παίδες, ακούω το δίσκο σας και γουστάρω τη μουσική σας”, όπως κάνω πλέον και εγώ στις μπάντες που γουστάρω.

Κωστής: Πρωταρχικός σκοπός είναι να χαιρόμαστε εμείς αυτό που κάνουμε και να νιώθουμε αυτό το ωραίο συναίσθημα όταν τα παίζουμε, είτε μεταξύ μας είτε μπροστά σε κόσμο. Όσο για μηνύματα, αν βγάλουμε ποτέ κάποιο βινύλιο, δοκίμασε να το παίξεις ανάποδα… ποιός ξέρει;

Κώστας: Συγκεκριμένα μηνύματα δεν θα το λέγαμε. Θα μας άρεσε βέβαια νομίζω ο ακροατής να γινόταν και πάλι λιγάκι πιο old-school, δηλαδή να καθόταν να ασχοληθεί με το artwork του δίσκου, τους στίχους, να ακούει και να ξανακούει τα κομμάτια και γενικά να αντιμετωπίζει την μουσική που καταναλώνει ως ένα ολοκληρωμένο έργο τέχνης και όχι ως έναν ακόμα φάκελο με mp3 στον σκληρό του δίσκο. Αν και πιστεύω ότι όσοι ακούν prog γενικά, το’ χουν αυτό το φετίχ ευτυχώς.

Βλέποντας τους τίτλους των κομματιών, δεν μπόρεσα να μη χαμογελάσω μέχρι ξεκαρδίσματος, ειδικά όταν έφτασα στο “Rhinocerotic”… Ποιός γράφει τους στίχους και που αναφέρονται; Υπάρχει κάποια concept ιστορία από πίσω;
Γιώργος: Κώστας απαντάει και εδώ!

Κωστής: Στίχους γράφει ο αστείρευτος Κώστας Κωνσταντινίδης στην κιθάρα. Είτε αναρρώνει σε δωμάτιο νοσοκομείου, είτε όπου μπορείς να φανταστείς. Concept ιστορία στο σύνολο του δίσκου δεν υπάρχει, αλλά το concept της Μητέρας Χελώνας με το κακό μανιτάρι πάνω της που θέλει να κυριεύσει τον κόσμο, γράφεται ανα μέρη, ίσως όμως ολοκληρωθεί σε κάποιο EP. Θα δείξει.

Κώστας: Το “Rhinocerotic”, αν και instrumental, έχει μια μικρή ιστορία πίσω του. Αφ’ ενός είναι ως τίτλος “δανεισμένος” και παραλλαγμένος από έργο του Salvador Dali. Αφ’ ετέρου είναι η συνέχεια ενός κομματιού – πάλι instrumental – που είχα γράψει με την προηγούμενη prog μπάντα που έπαιζα, τους Hokam’s Razor. Το κομμάτι είχε τίτλο “Rhino’s Hemorrhoids” και ήταν το soundtrack της πονεμένης ιστορίας ενός ρινόκερου με αιμορροΐδες. Εδώ αφού ξεπέρασε το πρόβλημά του, ανακαλύπτει στα βάθη της σαβάνας τον έρωτα. Τα υπόλοιπα κομμάτια στιχουργικά, είτε είναι κάποιες ιστορίες, π.χ. το “The Elf”, που αποτελεί τις σκέψεις ενός δύσμορφου  πλάσματος, μέρος ενός περιοδεύοντος freak show θιάσου, που δολοφονεί την αγαπημένη του και αυτοκτονεί τελικά στην φυλακή, είτε καθαρά προσωπικά κομμάτια, όπως το “Attic” ή και με κάποιες πολιτικές προεκτάσεις όπως το “God Games” του οποίου οι στίχοι γράφτηκαν με αφορμή των αγώνα των κατοίκων της Χαλκιδικής εναντίον του μεταλλείου στις Σκουριές και την επικείμενη καταστροφή του τόπου από κάποιους που με το χρήμα την είδαν θεοί.

Να κάνω μια αλλόκοτη ερώτηση τώρα. Με το δίσκο σας, πιστεύετε ότι είναι διακριτό το ότι είστε ελληνικό σχήμα; Δεν είναι πολλοί αυτοί που επιχειρούν αυτό το μονοπάτι. Θέλει τα κότσια του, ειδικά στις εγχώριες συνθήκες.
Γιώργος: Δεν καταλαβαίνω την ερώτηση ακριβώς. Αν εννοείς ότι αυτοί που επιχειρούν να ΜΗΝ είναι διακριτό το ότι είναι ελληνικό σχήμα είναι λίγοι, νομίζω κάνεις λάθος. Λίγοι είναι αυτοί που το πετυχαίνουν! Πάντως δεν προσπαθούμε να μην ακουστούμε σαν ελληνικό σχήμα. Αν γίνεται κάτι τέτοιο, είναι μοιραίο, γιατί δεν έχει συνηθίσει η χώρα να βγάζει μπάντες στο είδος μας. Αυτό που καρφώνει την καταγωγή είναι η φωνή, που δεν τραγουδάει στην μητρική της γλώσσα.

Κώστας: Μέσα στον δίσκο δεν έχουμε στοιχεία ελληνικής μουσικής, οπότε θεωρώ πως μουσικά δεν είναι άμεσα διακριτό. Ίσως και καθόλου θα τολμούσα να πω. Ωστόσο η προφορά και η εκφορά των στίχων προδίδει ότι δεν είμαστε Βρετανοί. Αυτό είναι η αλήθεια δεν με ενοχλεί προσωπικά ούτε στο ελάχιστο, μια και όπως είπα, δεν έχουμε την Αγγλική γλώσσα ως μητρική, οπότε λογικό θεωρώ, εφόσον έχουμε και “καθαρά” φωνητικά να είναι διακριτό. Σίγουρα δεν θα βρεις πολλά ελληνικά σχήματα να παίζουν σ αυτό το ύφος ακριβώς, αλλά δεν νομίζω ότι θέλει κότσια το να παίξεις μουσική, ειδικά όταν δεν το κάνεις βιοποριστικά.

Κωστής: Ο όρος “Ελληνικό σχήμα” πλέον δεν υφίσταται. Οι μουσικοί πλέον παίρνουν πολύ σοβαρά αυτό που κάνουν και οι δουλειές είναι αντάξιες, ίσως και καλύτερες, πολλές φορές από αυτές του εξωτερικού. Βλέπε Agnes Vein, Universe217 και άλλες. Δεν έχουμε σε τίποτα να ζηλέψουμε τους έξω. Το ότι είναι δύσκολο μονοπάτι το ξέρεις αλλά δεν το σκέφτεσαι. Κάνεις αυτό που σε ευχαριστεί και όποιος ακούσει.

Τι ακούτε μέχρι στιγμής; Πως αντιμετωπίζετε την άποψη του κόσμου; Σας επηρεάζει καθόλου;
Κώστας: Έχουμε σταθεί πολύ τυχεροί ως τώρα είναι η αλήθεια και τα θετικά σχόλια είναι πραγματικά πολύ ενθαρρυντικά ώστε να συνεχίσουμε. Φυσικά και μας επηρεάζει η άποψη του κόσμου, πιστεύω θα ήταν πολύ εγωιστικό να πούμε το αντίθετο. Χαιρόμαστε πολύ πάντως, που αν και παίζουμε όπως παίζουμε, υπάρχει κόσμος που απ’ την πρώτη στιγμή μας βοήθησε έμπρακτα, είτε στα live είτε τώρα ενισχύοντας μας μέσω του bandcamp. Και τους ευχαριστούμε άπειρα όλους ειλικρινά.

Κωστής: Ο κόσμος μας έχει αγκαλιάσει τόσο θερμά που η αλήθεια είναι ότι δεν το περιμέναμε. Είναι πάρα πολύ ευχάριστο να βλέπεις πως αγγίζεις κάποιους, όσοι και να είναι. Ακόμη όμως και ανταπόκριση να μην είχε εμείς θα συνεχίζαμε για τον έναν που θα του έκανε το “κλικ”.

Γιώργος: Γενικά ακούμε πολύ καλά και κυρίως ενθαρρυντικά σχόλια. Η άποψη του κόσμου είναι κάτι που αντιμετωπίζω ως σχολιασμό φιλτραρισμένο από τα ακούσματα του καθενός και το πώς εν τέλει επικοινώνησε ή όχι με εμάς, μέσω του δίσκου μας. Πάντα θέλω και περιμένω κριτική, σχόλια, οτιδήποτε εμπνέεται ο άλλος να κάνει ακούγοντας τη μουσική μας. Σίγουρα σε επηρεάζουν τα σχόλια, ειδικά ανθρώπων που εμπιστεύεσαι την άποψη τους και το γούστο τους αλλά την μουσική την κάνουμε πρώτα για εμάς. Στον ακροατή “σερβίρουμε” αυτό που αρέσει σε εμάς.



Ποιό πιστεύετε ότι είναι το κοινό στο οποίο απευθύνεστε;
Κώστας: Κυρίως σε όσους έχουν αυτιά.

Κωστής: Ο καθένας ο οποίος έχει όρεξη για κάτι διαφορετικό, αυτός που αγαπάει την μουσική στο σύνολό της, ότι κι αν ακούει και δεν διαχωρίζει ταμπέλες. Έχουμε οπαδούς blackάδες, metalάδες, jazzίστες, rockάδες, fusion-αδες, ψυχεδελικάδες.

Γιώργος: Αρχικά, το κοινό του prog rock. Βέβαια με την ευκολία που σου παρέχει το διαδίκτυο, το πιο συχνό σχόλιο που λάβαμε, και το λάβαμε και στα λιγοστά live που έχουμε κάνει ως τώρα, ήταν “μπράβο ρε παιδιά, εγώ γενικά δεν ακούω τέτοια, αλλά μου άρεσε πολύ η δουλειά σας”. Οπότε, ίσως πρέπει να αναθεωρήσουμε και να αρχίσουμε να γινόμαστε πιο underground και περίεργοι γιατί αυτά τα εύκολα δεν τα γουστάρω να πούμε!

Ποιός επιμελήθηκε το artwork; Αρκετά vintage κι αυτό στην τεχνοτροπία, ψυχεδελικό θα έλεγα, αλλά ταιριαστό θα έλεγα…
Κώστας: Ο Αριστοτέλης Μαυρόπουλος είναι ο υπεύθυνος για το artwork και αν και δεν έχει καμία απολύτως επαφή με το ιδίωμα, κατάφερε και έπιασε ακριβώς το τι είχαμε στο μυαλό μας.

Κωστής: Φανταστικός τραγουδιστής – γραφίστας – frontman από Θεσσαλονίκη με τον οποίο είχαμε την τύχη να γνωριστούμε στο studio που παίζαμε, είναι ο υπεύθυνος αυτής της δουλειάς, ο οποίος δούλεψε χωρίς καμμιά καθοδήγηση, έκανε του κεφαλιού του και μας άφησε λιγάκι άφωνους.



Από live δραστηριότητα; Έχετε τίποτα στα σκαριά, στα πλαίσια της κυκλοφορίας του “Mother Turtle”;
Κώστας: Σίγουρα θα γίνουν live presentations του δίσκου. Ελπίζουμε σε όσα περισσότερα μέρη γίνεται. Για την ώρα έχουν γίνει κάποιες προετοιμασίες και σχέδια, αλλά είναι λιγάκι νωρίς να τα ανακοινώσουμε. Αναμένουμε να μας παραδοθούν τα CD αφού κοπούν στο εργοστάσιο.

Κωστής: Πέρα απ’ αυτό, όλοι ξέρουμε τις δυσκολίες πλέον για live, μιας και ο κόσμος δεν το συνηθίζει να παρευρίσκεται στα διάφορα live εδώ κι εκεί παρά μόνο σε πιο mainstream καταστάσεις. Καιρός να το αλλάξουμε, ε;

Αν είχατε την ευκαιρία, με ποιές μπάντες θα θέλατε να μοιραστείτε το σανίδι;
Κώστας: Σίγουρα θα έλεγα με Camel και Marillion και προσωπικά θα πουλούσα και το σπίτι μου για να πάρω μέρος στο τελευταίο κιθαριστικό jam που γίνεται στο Crossroads Guitar Festival του Eric Clapton.

Γιώργος: Προσωπικά έχω από μικρός το όνειρο να ακούσω on stage τη φράση “Hey George, you’re starting this one. G minor…” και να απαντήσω “Sure Μr. Gilm…sorry you told me to call you Dave… sure Dave!!”. Για τους Mother Turtle δεν έχω κάποια συγκεκριμένη προτίμηση. Ας είναι σανίδι, ας είναι και μεγάλο και ας παίξω και με τους Scorpions! Νταξ… είναι και οι Camel…!

Κωστής: Πέρα από τους Lazy Aftershow με τους οποίους θέλω να παίζω συνέχεια, με όποια μπάντα θα έκανε ένα ωραίο line up, ώστε να περνάμε όλοι ωραίες βραδιές.



Έχετε εταιρεία από πίσω σας; Κι αν όχι κάνετε κινήσεις προς αυτόν τον τομέα ή θα το τραβήξετε το κουπί μόνοι σας; Πώς σκοπεύετε να το προωθήσετε;
Κώστας: Εταιρία δεν έχουμε και ελπίζω να μην αποκτήσουμε και ποτέ να σου πω την αλήθεια. Τουλάχιστον όχι δισκογραφική. Εκτός αν βρούμε κάποια που θα προσφέρει όλα αυτά που θεωρούμε ως ιδανικά στο κεφάλι μας. Θα συνεργαζόμασταν σίγουρα βέβαια με κάποια εταιρία που θα αναλάμβανε μόνο το PR, το διαφημιστικό κομμάτι και το promotion γενικότερα, γιατί είναι επώδυνο το να ασχολείται η μπάντα και με αυτά, μιας και χρόνος δεν υπάρχει. Ως τότε το προωθούμε μέσω των σελίδων μας σε facebook και bandcamp και φυσικά μέσω των ανθρώπων που πιστεύουν σ’ εμάς και τη μουσική μας.

Κωστής: Είμαστε D.I.Y. τύποι και δεν θέλουμε να τρώμε πόρτα από αυτοδιαχειριζόμενα – αναρχικά στέκια… Πέρα από την πλάκα, δεν υπάρχουν σχέδια για εταιρία στο κοντινό μέλλον. Στον επόμενο δίσκο, το βλέπουμε. Προς το παρόν ένα “word of mouth” υπάρχει και είναι αρκετό.

Γιώργος: Όχι και δεν νομίζω να κυνηγήσουμε εταιρία. Η προώθηση θα γίνει με όποια μέσα μπορέσουμε.

Αν σας ρωτούσε κάποιος “τι μουσική παίζετε;” τι θα του απαντούσες; Πώς θα έπειθες κάποιον να αγοράσει το CD σας;
Κώστας: Μια ασφαλής απάντηση θα ήταν, “prog rock”. Οι progsters όμως είμαστε λιγάκι φετιχιστές με τις ταμπέλες, οπότε θα μας έβαζα στο heavy / symphonic prog για να είμαστε ελάχιστα πιο σαφείς. Θα του έλεγα ότι αγοράζοντας το CD βοηθάει το “Χαμόγελο του Σατανικού Μανιταριού”, μι 282

About Ιορδάνης Κιουρτσίδης 1200 Articles
Ανακατεμένος με το heavy metal εδώ και 3,5 δεκαετίες, retro computer fan, δεν αντέχει τον Μόρισον και τον Κομπέιν, πίνει διπλό γλυκύβραστο και λατρεύει τις mini σοκοφρέτες υγείας.