Αν τώρα τελευταία προσέξατε μαζί μου πως οι Placebo είναι και ακούγονται παντού και αναρωτηθήκατε γιατί, η απά- ντηση βρίσκεται στον έκτο τους δίσκο, Battle For The Sun.
Μπορεί να έχει κυκλοφορήσει εδώ και κάποιο καιρό, το ενδιαφέρον των media όμως διατηρείται αναλλοίωτο λόγω της πληθώρας των κομματιών που προωθούνται παράλληλα ως singles. Μ’ αυτήν την έξυπνη κίνηση, η παραπονιάρικη φωνή του Brian Molko πολιορκεί καθημερινά τους κάθε είδους δέκτες μας με κομμάτια όπως τα: The Never Ending Why, Ashtray Heart, For What Is Worth, Bright Lights, Battle For The Sun κ.α., να διαδέχονται το ένα το άλλο. Το ελληνικό κοινό βέβαια ανέκαθεν τους αγαπούσε και φρόντιζε να τους το δείχνει γεμίζοντας ασφυκτικά τους χώρους που έρχονταν για live (βλ. Terra Vibe στο περσινό rockwave) ή πολύ απλά κάνοντας τα κομμάτια τους διαχρονικά hits στις playlists του ραδιοφώνου. Όμως παρόλα αυτά για να θεωρηθεί ένας δίσκος επιτυχημένος πρέπει, εκτός από φανατικό κοινό και έξυπνο marketing, να διαθέτει και το αντίστοιχα αξιόλογο περιεχόμενο. Το Battle For The Sun λοιπόν είναι ένα album που διαθέτει αέρα σιγουριάς. Οι Placebo δείχνουν πως ξέρουν ακριβώς τι κάνουν με τη μουσική τους και χειρίζονται τα πλεονεκτήματά τους έξυπνα και με δημιουργικότητα. Ένα από αυτά τα πλεονεκτήματα είναι και ο νέος τους drummer, Steve Forrest ο οποίος αν και μικρότερος σε ηλικία και πείρα από τους Molko και Olsdal είναι αρκετά ικανός ώστε να κάνει τους Placebo να ακούγονται πιο δυναμικοί από ποτέ. Αυτή η καινούργια
«πορωτική» κατεύθυνση οφείλεται στο ευρηματικό rhythm section που αντί για τα καθιερωμένα συνοδευτικά pop beats πλέον παίζει ροκάροντας και μόνο. Μεγάλο ρόλο στην ψυχολογία που αποπνέει αυτός ο δίσκος έχει παίξει και η συμμετοχή του παραγωγού David Botrill (Tool, Muse, Silverchair κα) ο οποίος με τις προσωπικές του επιλογές έφτιαξε έναν rock ήχο, σκληρό για τα δεδομένα των Placebo που λειτουργεί όμως με το να ενισχύει το αποτέλεσμα κι όχι να το υπονομεύει. Οι συνήθεις επιρροές τους (David Bowie, Suede κα.) είναι ακόμα εκεί, έρχονται όμως πλήρως ανανεωμένες με την προσθήκη έντονων μερών για πνευστά, synths και πολλών άλλων που δεν έχει συνηθίσει κανείς να τα ακούει σε μια παραγωγή Placebo. Όταν ακούσετε λοιπόν τον δίσκο, θα συνειδητοποιήσετε πως παρόλο που ξέρετε ήδη το μισό σχεδόν υλικό από το ραδιόφωνο και την tv, θα θέλετε ακόμα να το ακούσετε. Πιθανότατα να μην σας καθηλώσει γιατί είναι τελικά αυτό που ήταν πάντα οι Placebo: Rock όσο και pop, alternative όσο και catchy, σίγουρα όμως θα το ευχαριστηθείτε και γιατί όχι, θα πορωθείτε κιόλας.
Μανώλης Γιαννίκιος
620