Αυτός είναι ο τέταρτος δίσκος των (κατά 3/4) Σκωτσέζων Man Must Die και πρώτος για τη γερμανική Lifeforce.
Ομολογουμένως άλλα ανέμενα να ακούσω από τους MMD, αλλά με κατέλαβαν εξ ‘απήνης, καθώς δεν πρόκειται για μία καθαρά grindcore μπάντα. Οι τρελο-Σκωτσέζοι τείνουν περισσότερο στον τεχνικό ήχο των Kataklysm και των Misery Index, παρά στον “παραδοσιακό” ήχο των αδιαμφισβήτητων πρωτοπόρων Napalm Death. Όντως από τα πρώτα δευτερόλεπτα φαίνεται ότι οι MMD έχουν επιλέξει για το νέο τους LP μία πιο μελωδική οδό.
Είναι εμφανές από την πρώτη κιόλας νότα ότι επιχειρούν να εκμοντερνίσουν τον ήχο τους, πράγμα που επιτυγχάνεται με διάφορα μέσα, όπως ακουστικές εισαγωγές και εμβόλιμα (“Congregation” και “Dissolution”), ή ακόμη και μελωδικότατα για τα δεδομένα του συγκροτήματος, refrain (“The Hell I Fear”, “The Price You Pay”). Επίσης συναντά κανείς κοφτά και thrasy riff, μανιασμένα lead, τριγκαρισμένα τύμπανα και εννοείται τα χαρακτηριστικά blastbeats-παρακαταθήκη των θεών Napalm Death, στοιχεία που μπορεί να αντιπαλεύουν μέσα στο ίδιο κομμάτι (“Sectarian”). Σημειωτέον ότι drummer των MMD από πέρυσι είναι ο γνωστός από τους παλαβούς Αυστραλούς the Berzerker, Todd Hansen.
Και όλα αυτά με τη συνδρομή του τραγουδιστή Joe McGlynn, ο οποίος γαβγίζει, κραυγάζει και παραμιλά, εκτοξεύοντας στίχους για πόνο, πολιτική, περισσότερο πόνο, και απειλές για ραντεβού στην κόλαση. Η φιλική συμμετοχή του Max Cavalera στο σαρκαστικό “Abuser Friendly” μάλλον λειτουργεί σαν κράχτης, γιατί κατά τα άλλα είναι ανούσια.
Εν κατακλείδι το αποτέλεσμα είναι απολαυστικό αν και θεωρώ ότι ο εν λόγω δίσκος μακρηγορεί αρκετά ώστε να χάνει αρκετή από την grind αμεσότητα του (το “The Day I Died” αγγίζει αισίως τα 8:36). Για κάποιο ηλίθιο λόγο επίσης έχει χαμηλωθεί το μπάσο στην παραγωγή του δίσκου, γεγονός που τον ζημιώνει αρκετά ως προς το groove του.
632