MATER THALLIUM: “Mater Thallium”

Περίεργο όνομα που με έκανε να ψάξω και όχι να ρωτήσω για την προέλευση του, και αυτό γιατί είναι πιο αρρωστημένα ενδιαφέρον να το πω; Ναι. Θα το πω και έτσι (στην πορεία βέβαια μπορεί να μάθω ότι είναι κάτι άλλo).

Το θάλλιο λοιπόν στην χημεία (Thallium), είναι ένα πολύ μαλακό, εύπλαστο, αργυρόλευκο μέταλλο. Στη φύση το συναντάμε σε μορφή σπάνιων ορυκτών. Πληροφορίες λοιπόν λένε πως το θάλλιο μαυρίζει στον αέρα και επικαλύπτεται από οξείδιο παίρνοντας γκρι-μπλε χρώμα που μοιάζει με του μολύβδου, διαλύεται στα οξέα και παρουσία υγρασίας μετατρέπεται στο δηλητηριώδες οξείδιο του θαλλίου.

Έτσι άμεσα και σχεδόν συνειρμικά και αλληγορικά ταίριαξα τα στοιχεία αυτά με την πρώτη δισκογραφική παρουσία των Νορβηγών MATER THALLIUM, τους στίχους, το ύφος, το εξώφυλλο. Ακριβώς βασισμένο πάνω σε εκείνο το χρώμα του μολύβδου. Λέξεις όπως: darkness, blood, despair, solitude, pain, suffering, desolation, hell, death, φιγουράρουν περίτρανα στο εσώφυλλο του άλμπουμ, και ακούγονται ακόμα πιο απελπιστικά σκοτεινές από την έξοχη φωνή του Petter Falk. Τετραμελής αυτή η μαύρη γεμάτη λυρισμό μπάντα και εύχομαι όχι για πολύ ακόμα άγνωστη, για τους λάτρεις του είδους. Doom σε όλο του το μεγαλείο με χαρακτηριστικά progressive στοιχείων που το κάνουν να ηχεί ακόμα πιο εντυπωσιακό (νέος ιδιωματικός χαρακτηρισμός ως Proom).

Κατά τις αναφερθείσες επιρροές τους οι Black Sabbath και οι Candlemass, βρίσκονται ήδη στο μουσικό τους πάνθεον, ενώ η ιδιαίτερη χροιά της φωνής του Falk, σε στέλνει πίσω στους King Crimson, Barclay James Harvest και σε αυτήν των Moody Blues ως και της του “To Our Children’s Children’s Children” εποχής. Το “Mater Thallium” δεν μπορείς να το ακούσεις μονόπλευρα, εκ των πραγμάτων.

Κυκλοφορεί σε βινύλιο και σε digital download προς το παρόν, δίνοντας σου την ευκαιρία να ευχαριστηθείς στο απόλυτο αυτό το αριστούργημα που θυμίζει ένα θεατρικό έργο ζωής που διαδραματίζεται στις πιο σκοτεινές γεμάτες μυρωδιές από υγρασία και θάνατο αίθουσες.

Με το που θα μπει το “Mycobacterium” τα φωνητικά τύπου Anathema (μέχρι και  Judgement), και η βιόλα της Bente Marit Ekker, θα σε φανατίσουν να συνεχίσεις χωρίς διακοπές. “Anhedonia” ένα 7λεπτο αριστούργημα που ξεχειλίσει από παραμορφωμένες κιθάρες και λυρισμό. Μικρές παιδικές φωνούλες θα σε βάλουν στο “She Killed All Of them”, κάνοντας το θρίλερ αυτό να μοιάζει ακόμα πιο μαύρο και μουντό. Η πρώτη πλευρά τελειώνει, γυρίζεις, και τα σκρατς σε μαγεύουν φέρνοντας σε ακόμα ένα βήμα πιο κοντά στην ακουστική αναμονή του “Tumour Of Dysphoria”. Κλασική κιθάρα, βιόλα, τύμπανα σου στέλνουν αυτό το περίεργο συναίσθημα της ομορφιάς της θλίψης. Το πιο μικρό κομμάτι μόλις σε 2.10 λεπτά “Your Dying Day”, εισάγεται με πλήκτρα, καθαρά οργανικό, ατμοσφαιρικό σχεδόν εκκλησιαστικό θα έλεγα, ίσως τόσο κατάλληλο όσο ένα ρέκβιεμ. Ποιος ξέρει; Ίσως.

“Emily is dead”, ναι, την ακούς, κλαίει, αποφάσισε να δώσει μόνη της τέλος στην ζωή της, δεν ήθελε άλλο να ζει, είναι ήδη νεκρή. Λένε πως η μετάβαση από την ζωή στον θάνατο, είναι σχεδόν απερίγραπτη στον κοινό νου, αν δεν έχεις την εμπειρία του ταξιδιού. Και μετά τι; Υπάρχει ζωή μετά θάνατο ή ζωή πριν τον θάνατο; Αυτό θα έπρεπε αλήθεια να αναρωτιόμαστε πιο συχνά. Το “Life Before Death” θα βάλει την σφραγίδα στην διαδρομή της ζωή, και θα σε κάνει να κολλήσεις στο τελευταίο δίστιχο, “The irony of life pushed to show when all seemed bright”, αναρωτιέσαι άραγε αν είναι αλήθεια, ε;

Ένα εξαίσιο άλμπουμ λοιπόν που θα σε κάνει να σκεφτείς, να νιώσεις, μέσα από την μουσική αυτή δραματουργία των υποτονικών ήχων. Δεν θα βρεις διαόλους, δαίμονες, φρικιά, φωτιές ή κόλαση. Όχι. Όλα θα γίνουν μέσα σου, γρήγορα και απλά. Μαύρα.

Αυτό το ονειρόδραμα λοιπόν ηχογραφήθηκε κατά την διάρκεια 2012-2013 στο Autumnsongs Recording Studio και αν κάπου σου φανεί γνωστό είναι γιατί ανήκει στον Rhys Marsh (έχουν γίνει αναφορές και παρουσιάσεις άλμπουμ του στο rockway.gr) και όχι μόνο. Record, mix & master έγιναν από τον ίδιο συν ότι η παρουσία του σε pedal steel guitars, mellotron και effects, δίνουν αυτό το χαρακτηριστικό ιδίωμα του καλλιτέχνη.

Είναι σίγουρα μέσα στα καλύτερα μου της χρονιάς. Όχι γιατί δεν έχει ξαναπαιχτεί κάτι τέτοιο ή  πουθενά δεν άκουσα κάτι παρόμοιο, γιατί όπως λέει και η συγγραφέας: “Δεν υπάρχει “τίποτα” ή “πουθενά” όπως δεν υπάρχει “παντού” ή “πάντα” γιατί σε κάθε περίπτωση κάτι απομένει ή κάτι λείπει”, αλλά αυτό το διαφορετικό, το δύσκολο, το βαρύ, το απλό και το σκοτεινό τους τοποθετεί πολύ ψηλά ή πολύ χαμηλά, εκεί στα έγκατα της γης, στο κενό, στο άπειρο που ο θάνατος σε απογυμνώνει, σε σφυροκοπά, σε διαπερνά.  

562