Η συναρπαστική ιστορία των Αμερικανών King Kobra ξεκινάει το 1983 με έδρα την California, όταν ο “βετεράνος” ντράμερ Carmine Appice (αδερφός του Vinny, ex Black Sabbath, Dio, Heaven And Hell) αφού είχε ήδη θητεύσει σε μεγάλα γκρουπ των ‘70s όπως οι Vanilla Fudge, Cactus και οι προσωπικές μπάντες των Rod Stewart, Ted Nugent και Ozzy Osbourne, αποφασίζει να ιδρύσει μια φιλόδοξη hard rock μπάντα της οποίας θα ηγούνταν και θα είχε τον πρώτο λόγο.
Θέλοντας λοιπόν να δουλέψει πάνω σε κάποια demo κομμάτια που είχε ηχογραφήσει παλαιότερα με τον κιθαρίστα Earl Slick (David Bowie band), βρίσκεται αρχικά προς αναζήτηση τραγουδιστή. Ο φίλος του Carmine, επίσης κιθαρίστας Don Mancuso (Black Sheep, Lou Gramm Band) του προτείνει για την θέση αυτή έναν άσημο τότε νεαρό session τραγουδιστή από το Michigan ονόματι Mark Free (μετέπειτα Signal, Unruly Child, solo) ο οποίος έβγαζε το ψωμί του ηχογραφώντας φωνητικά ως session τραγουδιστής σε demos διαφόρων rock καλλιτεχνών την εποχή εκείνη, αλλά συμμετέχοντας και σε διάφορα μικρά τοπικά συγκροτήματα. Έρχεται σε επαφή λοιπόν με τον Free, το ταλέντο του οποίου φάνηκε από την πρώτη στιγμή και δεν άφηνε περιθώρια αμφισβήτησης από τον Carmine.
Τα demo κομμάτια που ηχογραφήθηκαν τράβηξαν την προσοχή των ανθρώπων της Capitol Records μιας από της μεγαλύτερες δισκογραφικές εταιρείες στο Los Angeles όπου και τους πρόσφεραν σχεδόν αμέσως δισκογραφικό συμβόλαιο για δύο άλμπουμ. Επόμενο βήμα για τους Appice και Free ήταν η αναζήτηση των υπολοίπων μελών που θα συμπλήρωναν το γκρουπ.
Έτσι μετά από πολλές αλλαγές καταλήγουν στον αρχικό πυρήνα του σχήματος ο οποίος αποτελούνταν από τους Carmine Appice στα τύμπανα, τον Mark Free στα lead φωνητικά, τον David Michael Phillips (πρ. όνομα Dave Henzerling, ex- Keel) στις κιθάρες, τον Mick Sweda επίσης στις κιθάρες και τον Johnny Rod (μετέπειτα WASP) στο μπάσο.
Επιλέγεται το όνομα King Kobra και υιοθετώντας το απαραίτητο image, δηλαδή πολύχρωμα φουντωτά μαλλιά, lipstick, eye liner, spandex και παρδαλά ρούχα και φουλάρια, τον Νοέμβριο του 1985 κυκλοφορούν το εκπληκτικό ντεμπούτο τους με τίτλο “Ready To Strike”.
Ένας δίσκος καθαρόαιμου μελωδικού hard rock με heavy metal ξεσπάσματα αλλά σε glam ύφος πάντα αφού την εποχή εκείνη μεσουρανούσε το κίνημα αυτό ιδίως στο Los Angeles που θεωρούνταν η Μητρόπολη του sleaze rock n’ metal. Με παραγωγό τον Spencer Proffer, ο οποίος σε μεγάλο ποσοστό συνυπογράφει μαζί με την μπάντα τις περισσότερες συνθέσεις, έχουμε να κάνουμε με κομματάρες όπως το ομότιτλο που ανοίγει τον δίσκο, το μανιασμένο hit “Hunger” που αποτελεί και το single με την μνημειώδη κραυγή του Mark Free στην εισαγωγή, το επίσης επιθετικό “Attention”, το εκπληκτικό “Breakin’ Out” και το πιο slow ίσως κομμάτι του δίσκου, το φοβερό “Dancing With Desire”. Highlight του δίσκου αποτελούν τα αιθέρια φωνητικά του μαγευτικού Mark Free καθώς και το εκρηκτικό κιθαριστικό δίδυμο των Phillips-Sweda, οι οποίοι εκσφενδονίζουν riffάρες και εναλλάσσονται αρμονικά στα lead και τα ρυθμικά.
Γενικά δεν υπάρχει μέτρια στιγμή σε όλο το άλμπουμ και αν και ήταν μια αξιόλογη δουλειά, παρόλα αυτά οι πωλήσεις του άγγιζαν μόλις τις 50000(!). Το video-clip του “Hunger” παιζόταν συνέχεια από το MTV και αρκετές συναυλίες τους είχαν γίνει sold out κυρίως στην Αμερική, αλλά ως γνωστόν οι πωλήσεις είναι πάντα που μετράνε για μια δισκογραφική εταιρεία και για έναν κολοσσό της εποχής όπως η Capitol, ήταν φυσικό και επόμενο να έχει μεγαλύτερες απαιτήσεις και προσδοκίες από μια πολλά υποσχόμενη μπάντα στην οποία και επένδυσαν όπως οι King Kobra.
Όπως προείπαμε το συμβόλαιο προέβλεπε έναν ακόμη δίσκο. Η εταιρεία τους προτρέπει να αλλάξουν ύφος, να χαμηλώσουν τους τόνους και να ακολουθήσουν μια πιο radio friendly προσέγγιση. Με λίγα λόγια, τους υποχρεώνουν να το γυρίσουν στο AOR μιας και την ίδια περίοδο μεγάλες μπάντες του είδους όπως οι Journey, Foreigner, Toto, Asia, Triumph και Survivor, πουλούσαν σαν τρελοί. Ο Appice για τον λόγο αυτό καλεί τον παραγωγό και μουσικό Duane Hitchings, έναν παλιό του συνεργάτη ο οποίος ειδικεύονταν στον ήχο αυτό και μαζί του συνέθεσαν τα κομμάτια του επόμενου άλμπουμ. Έτσι κάπου στις αρχές του 1986 κυκλοφορεί το “Thrill Of A Lifetime”.
Η παραγωγή του άλμπουμ άνηκε στον ξανά στον Spencer Proffer αλλά και στον Duane Hitchings, ο οποίος συνυπογράφει και το mega-hit του δίσκου, το υπέροχο “Iron Eagle (Never Say Die)”, κομμάτι που συμπεριλήφθηκε και στο soundtrack της ομώνυμης ταινίας και κυκλοφόρησε από την Capitol Records. Εκτός από το προαναφερθέν κομμάτι, στον δίσκο συναντάμε κι άλλα πολύ αξιόλογα melodic rock κομμάτια όπως το “Only The Strong Will Survive”, το μετέπειτα single “Home Sweet Home”, το δυναμικό “Overnight Sensation” (προσωπικό αγαπημένο), το “Feel The Heat” καθώς και το ανθεμικό “Raise Your Hands To Rock”.
Οι πωλήσεις κατώτερες του αναμενόμενου και η απογοήτευση είναι εμφανής και από τις δύο πλευρές. Έτσι λοιπόν, πρώτος που αποχωρεί είναι ο Johnny Rod, ο οποίος δέχεται μια πολύ καλή χρηματική προσφορά από τον Blackie Lawless και εισχωρεί στους WASP. Την θέση του καταλαμβάνει ο Lonnie Vencent και λίγο πιο μετά το 1987 συμμετέχουν με ενεργό ρόλο στο soundtrack της ταινίας τρόμου “Black Roses”.
Τα περισσότερα τραγούδια του soundtrack ηχογραφούνται από τους King Kobra, αλλά κάτω από την ονομασία Black Roses που αποτελούν και την φανταστική μπάντα της ταινίας. Ξεχωρίζουν τα “Paradise (We’re On Our Way)”, “Dance On Fire” αλλά και η πρώιμη εκδοχή του “Take It Off” κομματιού που συμπεριλήφθηκε λίγο αργότερα στο τρίτο άλμπουμ των King Kobra. Τότε ήταν που ο Mark Free, δυσαρεστημένος από την απόφαση της Capitol να τους απορρίψει, τη διαφορετική μουσική κατεύθυνση που ήθελε να ακολουθήσει το δίδυμο Phillips-Sweda και δυσκολευόμενος να ακολουθήσει το lifestyle της μπάντας αφού από τότε αμφιταλαντευόταν με την σεξουαλικότητά του και οι συνεχείς περιοδείες τον είχαν εξαντλήσει, αποχωρεί λίγο πριν τα τέλη του 1987.
Για μικρό χρονικό διάστημα την θέση του καταλαμβάνει ο Marq Torien και δουλεύουν πάνω σε κάποια νέα κομμάτια, όπως τα “Kissin’ Kitty” και “For The Love Of Money” και κάπου εκεί οι κύριοι Torien, Sweda και Vencent αποφασίζουν να αποχωρήσουν από το συγκρότημα και να φτιάξουν τους Bulletboys παίρνοντας μαζί τους και τις δυο νέες συνθέσεις και τις κυκλοφορούν μέσα από το ομώνυμο ντεμπούτο τους το 1988.
Ο Appice δεν το βάζει κάτω και αντικαθιστά τα μέλη-φυγάδες με τον Johnny Edwards (μετέπειτα Foreigner) στα φωνητικά, τον Jeff Northrup στις δεύτερες κιθάρες και τον Larry Hart στο μπάσο και το 1988 ηχογραφείται το τρίτο και τελευταίο ουσιαστικά άλμπουμ της μπάντας με τον ενδεικτικό τίτλο “ΙΙΙ”.
Κυκλοφορεί αυτοχρηματοδοτούμενο από το προσωπικό label του Carmine Appice, την Rocker Records σε παραγωγή δική του αλλά έχοντας στο πλευρό του, τους παραγωγούς Alex Woltman και Elliot Soloman με τους οποίους είχε συνεργαστεί στο soundtrack του Black Roses. Το άλμπουμ αυτό κυριολεκτικά πάτωσε και μοναδικές ίσως καλές στιγμές του δίσκου να είναι τo hit “Take It Off”, το κομμάτι δηλαδή που πρωτοεμφανίστηκε στο Black Roses OST και εδώ σε νέα version με τα φωνητικά πλέον να ανήκουν στον Edwards και το “Mean Street Machine” που ανοίγει τον δίσκο. Το δισκάκι αυτό είναι φυσικά out of print και θεωρείται εξαιρετικά σπάνιο και δυσεύρετο.
Λίγο καιρό αργότερα ο Appice δέχεται την πρόταση του John Sykes και του Tony Franklin να συμμετάσχει στην νεοσύστατη μπάντα των Blue Murder κι αυτό σήμανε το οριστικό τέλος των King Kobra. Η συνέχεια για τους υπόλοιπους λίγο πολύ είναι γνωστή. Ο Mark Free το 1988 θα συμμετέχει στη δημιουργία του “κατασκευασμένου” (από το συνθετικό δίδυμο Judithe και Robin Randall) AOR super group των μοναδικών Signal για να ηχογραφήσει μαζί τους το αξεπέραστο “Loud & Clear” το 1989 και στην συνέχεια να εισχωρήσει στους Unruly Child, μέχρι να φτάσουμε στα τέλη του 1993 όπου και παίρνει μια απόφαση ζωής και υποβάλλεται σε εγχείρηση αλλαγής φύλλου αλλάζοντας πλέον το όνομά της σε Marcie Free και αποσύρεται από την μουσική βιομηχανία.
Ο Johnny Edwards το 1991 κυκλοφορεί με τους Foreigner το αδιάφορο “Unusual Heat” και οι υπόλοιποι ενσωματώνονται σε άλλες μπάντες ή κυκλοφορούν solo δουλειές. Το 1999 κυκλοφορεί μια συλλογή από ακυκλοφόρητα κομμάτια των King Kobra με τον τίτλο “The Lost Years” και καλύπτει την ενεργή περίοδο της μπάντας από το 1985 έως το 1988 όταν και διέλυσαν.
Δυο χρόνια αργότερα το 2001 ο Appice επαναφέρει το όνομα των King Kobra στην επικαιρότητα κυκλοφορώντας μέσω της MTM Music το απαράδεκτο “Hollywood Trash”. Εκτός του Appice και του Sweda από το αρχικό σχήμα, το line-up συμπλήρωναν οι Kelly Keeling (Baton Rouge, John Norum, MSG, Blue Murder) στη φωνή, το μπάσο και τα πλήκτρα, ο Steve Fister στις κιθάρες και ο C.C DeVille των Poison σαν guest σε κάποια κομμάτια. Το όλο εγχείρημα ουσιαστικά αποτέλεσε κλασσικό δείγμα “αρπαχτής” και το συγκρότημα στη συνέχεια μπαίνει ουσιαστικά στο ψυγείο.
Έπειτα τον Δεκέμβρη του 2009 με μια λιτή δήλωση στο melodicrock.com ανακοινώνεται το επίσημο reunion των King Kobra με την αυθεντική σύνθεση πλην της Marcie Free, η οποία αν και της έγινε η πρόταση προτίμησε να είναι παρών σε ένα άλλο πολυαναμενόμενο comeback, αυτό των Unruly Child.
Την θέση πίσω από το μικρόφωνο των King Kobra αναλαμβάνει ο Paul Shortino (ex. Quiet Riot, Rough Cutt) και το 2011 επιστρέφουν δισκογραφικά μετά από δέκα χρόνια και κυκλοφορούν το ομότιτλο δίσκο που στέκεται σε πολύ καλά επίπεδα.
Η δισκογραφική συνέχεια ήρθε το καλοκαίρι του 2013 με το άλμπουμ “II” και το συγκρότημα όντως αναγεννημένο με ένα εκρηκτικό hard rock album και περιλαμβάνει το επικό τραγούδι “Deep River”, όπου κυριολεκτικά ο Paul Shortino κάνει μια ισοπεδωτική ερμηνεία.
Παρά τα χρονάκια τους οι KING KOBRA παραμένουν ακόμη ενεργοί και δραστήριοι με αρκετές live εμφανίσεις κυρίως στην Αμερική και πιθανόν η όμορφη περιπέτεια τους να έχει συνέχεια. Το σίγουρο είναι ότι τα δύο πρώτα άλμπουμ του συγκροτήματος ντυμένα με την φωνή του Mark Free, παραμένουν μέχρι και σήμερα Κ-Ο-Ρ-Υ-Φ-Α-Ι-Α στον χώρο του μελωδικού hard rock/AOR.
Facts:
1) To “Hunger” μέσα από το “Ready To Strike” είναι στην ουσία η διασκευή του κομματιού των Kick Axe και αν και δισκογραφικά εμφανίστηκε πρώτα η εκδοχή των King Kobra, λίγο αργότερα κυκλοφόρησε και η δική τους original εκτέλεση μέσα από το soundtrack της ταινίας κινουμένων σχεδίων Transformers: The Movie το 1986 και με το ψευδώνυμο Spectre General.
2) Ο Marq Torien έκανε κι ένα σύντομο πέρασμα στους Ratt σαν κιθαρίστας πριν ακόμα αυτοί ηχογραφήσουν το παρθενικό τους άλμπουμ “Out Of The Cellar” το 1984.
3) Στο soundtrack του film Black Roses εκτός από την fictional μπάντα Black Roses (δηλαδή οι ίδιοι οι King Kobra), συναντάμε και συμμετοχές από τους Lizzy Borden, τους Tempest, τους Bang Tango και τους Hallow’s Eve. Η ταινία μπορεί να μην λέει τίποτα, διασώζεται όμως από αυτό το μνημειώδες soundtrack.
Άρης Αβραμίδης
1182