Ο όρος prog(ressive)metal είναι τόσο παρεξηγημένος όσο και η έννοια της προόδου.
Το τι θα πει προοδεύω, οδεύω προς κάτι νέο, εξαρτάται και από το πόσο παρθένα είναι τα αυτιά μας αλλά και η ψυχή μας. Επίσης εξαρτάται από τη γνώση του ακροατή αλλά και του ίδιου του δημιουργού που πολλές φορές νομίζει ότι κάνει κάτι νέο, επαναστατικό, γράφοντας ιστορία, ενώ η ιστορία έχει ήδη γραφτεί.
Από τη δεκαετία του ‘80 και πολύ νωρίτερα σε σχέση με το progressive και το rock, ακούμε αμαλγάματα metal rock μουσικής με στοιχεία jazz ή με κλασσικότροπες αναφορές, κυρίως σε ότι αφορά στο performing. Αγαπήσαμε τους Dream Theater και ανακαλύψαμε prog στοιχεία στους Metallica, ενώ χιλιάδες μπάντες ξεφύτρωσαν σαν τα μανιτάρια και δήλωσαν ότι παίζουν prog. Έτσι συχνά ο όρος χρησιμοποιήθηκε υποτιμητικά για αυτούς που δεν υπηρετούν ένα συγκεκριμένο είδος της metal, ή δίνοντας αξία σε υπερτιμημένα groups που “έφεραν την επανάσταση στον ήχο” θυμίζοντας εκατομμύρια άλλους.
Οι Maschine είναι μια σχετικά νεοσύστατη μπάντα (2008), από την Αγγλία, με γερμανική εταιρία (Inside Out) που debutαρει με το “Rubidium” (το ρουβίδιο είναι μέταλλο, μορφωνόμαστε μέσω των τίτλων των albums, χρόνια τώρα…)
7 κομμάτια που επιχειρούν το διαφορετικό, αν όχι σε σχέση με το τι υπάρχει εν γένει σίγουρα μεταξύ τους, άρα και μόνο γι’ αυτό τα credits δίδονται (χωρίς να αναφέρω όμως με πόσα αστεράκια…)
To Fallen μας (προ)ειδοποιεί ότι η μπάντα ξέρει να παίζει καλά, καθώς τα επιτηδευμένα keyboard & guitar solos,αναδεικνύουν την τεχνική τους.
Το ομώνυμο Rubidium προτείνει psychedelic vocals στα σημεία, που εναλλάσσονται με την πιο δυναμική εκδοχή τους στα solo parts. Σκοτεινό αλλά δυναμικό.
Το Cubixstro έρχεται με σχεδόν dance διαθέσεις, αλλά οκ, όχι για να χορέψεις, απλώς για να πιστέψεις πως ακούς κάτι διαφορετικό. Τα φωνητικά είναι αδύναμα, άρα τα πόδια μου δεν με κρατούν, καθιστή παραμένω.
Το invincible προσπαθεί το ακριβώς αντίθετο: Να σε κάνει να ονειρευτείς και να σκεφτείς “να να να, τα καινούρια, τα παλιά..” Και φλάουτα πολλά… και θυμίζει… φαφλατά που σου έταζε… πολλά (γι’ αυτό τον χώρισες).
Με το Venga συναντάμε μια rock διάθεση που διακρίνεται στα riffs και στα φωνητικά, αλλά… συγγνώμη μπαμπά, βαριέμαι τις επισκέψεις στη θεία που ακούει όλο rock…
O δάσκαλος μου του πιάνου λέει πως ό, τι και ν’ ακούσεις στο πιάνο ακούγεται ωραίο. Δίκιο έχει. Μόνο που μετά το piano intro του Eyes, θέλω ν’ ακούσω Βach. Kάτι δεν πάει καλά (ίσως με μένα).
Η δεύτερη version του Eyes, που είναι και το τελευταίο κομμάτι του album,είναι πιο “ξεκάθαρη”, μελωδική αλλά και δυνατή, με καθαρόαιμα κιθαριστικά solos. Ίσως ακριβώς επειδή δεν προσπαθεί να αποδείξει κάτι, μιας που η διαδρομή τελειώνει κάπου εδώ, το κομμάτι παραμένει αγνό, άρα ισχυρό.
567