Οι αμερικάνοι Sludge/Doom-άδες Howl έγιναν γνωστοί στο underground μέσα από την blog-όσφαιρα και προκάλεσαν αίσθηση με τον ήχο και τις εμφανίσεις τους σε δυνατά φεστιβάλ του ακραίου ήχου, κυκλοφορώντας το ομώνυμο EP και κατόπιν το ντεμπούτο τους “Full Of Hell”.
Το ύφος τους διακρίνεται από βαριές χαμηλοκουρδισμένες κιθάρες, λυσσασμένα τυμπανιστικά ξεσπάσματα και τον αγριεμένο οχετό που αμολάει ο τραγουδιάρης τους. Βάλε και την παραγωγή που παραπέμπει σε δίσκους όπως το “The Art Of Self Defense” των μεγατόνων High On Fire και είσαι μέσα…
“Όλα καλά”, θα πεις, και θα έχεις δίκιο, και “για να δούμε τι μας έχουν για μετά;” θα πεις, και πάλι θα έχεις δίκιο, και βάζεις το νέο τους άλμπουμ “Bloodlines” να παίζει και κάτι δεν πάει καλά.
Κατευθείαν από την πρώτη νότα καταλαβαίνεις ότι κάπως- κάπου έχει στραβώσει η δουλειά. Παραγωγή γυαλισμένη, αλλά καραγυαλισμένη λέμε, κιθάρες σε σημεία να θυμίζουν metalcore καταστάσεις, οι συνθέσεις μόνο ξύλο και άβυσσος που φλερτάρουν με death metal, blast beats, thrash-ιές και φωνητικά πλέον σε επίπεδα που θα έκανε ιδανικό ντουέτο με τον Karl Willetts. Σταθερή αξία πάντως το εκπληκτικό artwork, κάτι που οι Howl φημίζονται εξαρχής.
Δεν μπορώ να πω ότι με χαλάει αυτή η στροφή σε πιο “εμπορικό” ύφος, τα riff είναι παντού και καθηλωτικά, η πώρωση ξεχειλίζει, απλά κάπου μου βγαίνει αυτή η αίσθηση τύπου “too much too soon”. Σαν να βάλθηκαν σώνει και ντε να μπούνε οι Howl στην σφαίρα των μεγάλων ονομάτων που έχουν μοιραστεί την σκηνή και ξέκλεψαν και λίγο από την αίγλη των.
Σίγουρα θα πιάσουν με το “Bloodline” νέους οπαδούς, αλλά σε σύγκριση με την σύγχυση που προκαλεί μια τόσο έντονη στροφή στον ήχο, πόσο περισσότερο κερδίζεις σε σχέση με αυτά που χάνεις; Βιάστηκαν να μεγαλώσουν…
622