Ναι, έφτασε η στιγμή…
Η στιγμή που περίμεναν μυριάδες οπαδοί ανά τον κόσμο, και οι μανατζαρέοι και τα μουσικά καπρίτσια του ίδιου του σχήματος, καθυστερούσαν ή απλώς απέφευγαν.
Άλλωστε, τα ανά τακτά διαστήματα reunion των Black Sabbath αρκούσαν για να ασχολείται ολόκληρος ο πλανήτης μαζί τους, αν και εδώ που τα λέμε ποτέ δεν έπαψε. Όλο αυτό όμως έπρεπε να οδηγήσει κάπου, και ο 19ος δίσκος των Sabbath (ή ο 9ος με τον Ozzy στα φωνητικά) είναι γεγονός.
Προηγήθηκαν ευτράπελα, γκρίνιες, αρρώστιες και μουρμούρα, ενώ η προσωπική μου ένσταση ήταν το κατά πόσο μπορεί το συγκρότημα εν έτει 2013 να προσφέρει το οτιδήποτε. Διότι, κακά τα ψέματα, ο Ozzy και ο Iommi (στις ξεχωριστές καριέρες τους) έχουν να βγάλουν πολλά χρόνια κάτι πραγματικά αξιόλογο. Και όχι, το “The Devil You Know” δεν είναι ο “δίσκαρος” που όλοι εκθείαζαν και αυτό φαίνεται από το πόσοι το θυμούνται.
Το πρώτο δείγμα του “13” ήταν το “God Is Dead?”, ένα σχεδόν 9λεπτο κομμάτι, το οποίο εκ πρώτης όψεως, άφησε πολύ κόσμο ασυγκίνητο.
Ευτυχώς το εναρκτήριο “End of the Beginning”, με το βαρύ και ασήκωτο riff του, προϊδεάζει ευχάριστα. Απλό σε δομή, με την κλασική Sabbath συνταγή σε ότι αφορά την εξέλιξη και το ρυθμό. Καλό ξεκίνημα.
Το “God Is Dead?” εξακολουθεί να μου φαίνεται μέτριο, παρότι καθόλα ατμοσφαιρικό. Ίσως αν ήταν μικρότερης διάρκειας να έστρωνε καλύτερα στα αυτιά μου.
“Loner” για τη συνέχεια, ένα πιο ρυθμικό κομμάτι που κάλλιστα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως προπομπός του album, αντί του “God Is Dead?”.
Το “Zeitgeist” φλερτάρει με την αισθητική τραγουδιών όπως “Planet Caravan” και “Solitude”, πηγαίνοντας τον ακροατή πιο κοντά στα ‘70s. Νοσταλγικό…
Μέχρι στιγμής πάντως, δεν είμαι σίγουρος για την παραγωγή του Rick Rubin. Αυτό το “επιτηδευμένα παλιακό” δε μου κάνει. Από την άλλη έχει γίνει καλή δουλειά σε ότι αφορά το μπάσο και τον όγκο γενικά. Συνεχίζουμε λοιπόν…
Το καλύτερο τραγούδι του “13” ακούει στο όνομα “Age of Reason”. Όχι, δεν είναι πρωτότυπο… αλλά είναι Black Sabbath από την αρχή ως το τέλος, με ένα ακόμη εκπληκτικό riff δια χειρός Iommi να σε μαγεύει. Άνετα θα μπορούσε να βρίσκεται μέσα στο λατρεμένο “Vol 4”!
Ακολουθεί το “Live Forever”, έχοντας και αυτό άρωμα από τα παλιά. Αρκετά καλή επιλογή για να παίζει σε μαγαζιά, αλλά ως εκεί.
Οδεύοντας προς το τέλος, συναντάμε το “Damaged Soul”, στο οποίο κάνει την εμφάνισή της η φυσαρμόνικα του Ozzy, συντροφεύοντας την επιβλητική μπασογραμμή του Butler.
“Dear Father” για το κλείσιμο, με μια συρραφή παρελθοντικών ιδεών. Καλό μεν, “αλλά”! Ο επίλογος πάντως με την καμπάνα, φέρνει αναμνήσεις.
Θα γραφτούν πολλές γνώμες για το “13”, ενώ ατέρμονες συζητήσεις θα γίνουν για το εάν άξιζε τον κόπο η επιστροφή. Βάζοντας στην άκρη την επίκληση στο συναίσθημα που φέρει από μόνο του το όνομα των Black Sabbath, θεωρώ πως άξιζε μεν, αλλά κατά το ήμισυ… Ο δίσκος περιέχει κάποιες εξαιρετικές στιγμές, αλλά συνάμα αποτελεί προϊόν μιας οργανωμένης επιστροφής που προσπαθεί να αναστήσει έναν παρωχημένο Ozzy, έναν κουρασμένο Iommi και έναν ξεχασμένο (από τη μάζα) Butler. Τουτέστιν, αυτή η δισκογραφική απόπειρα έπρεπε να είχε λάβει χώρα πολύ (πολύ) νωρίτερα, προτού οι πρωταγωνιστές της αναλωθούν σε μέτριους δίσκους που απλά φέρουν το όνομά τους.
Οι περισσότερες συνθέσεις είναι βασισμένες σε αυτό που έκαναν “τότε” και σε αυτό που θα ήθελε ο μέσος οπαδός, που ουδέποτε συμπάθησε (ή ασχολήθηκε) με την μετέπειτα πορεία της μπάντας. Το σχήμα “έπρεπε” να βγάλει έναν αξιοπρόσεκτο δίσκο και για αυτό ακολούθησε την πεπατημένη (που οι ίδιοι είχαν χαράξει προ πολλού).
Ο λόγος που το “13” είναι ένα καλό album, είναι η επιτηδευμένη αναπόληση ενός ήχου που έφτιαξαν οι ίδιοι οι Sabbath, δεκαετίες πριν. Από την άλλη βέβαια, δικός τους είναι ο ήχος, ότι θέλουν τον κάνουν, οπότε ρίχνω λευκή σημαία και πετάω το μπαλάκι στην εξέδρα.
868