DEPECHE MODE: “Delta Machine”

Ακούγοντας ένα album όχι ενός, αλλά του συγκεκριμένου συγκροτήματος, (το 13ο τους) και έχοντας μοιραστεί τα μουσικά κομμάτια τους, ανταλλάσοντας βινύλια, cds, sticks και i tunes, και παρευρεθεί σε συναυλίες και live streaming, δύο πράγματα μπορεί να σου συμβαίνουν: ή να είσαι απόλυτα υποκειμενικός και depechemode-λάγνος, ή να σε πιάσει κρίση ηλικίας και να πεις: “μα δεν είναι δυνατόν να τους ακούω τόσα χρόνια, τουλάχιστον έχω το δικαίωμα να γκρινιάξω και να πω εμπεριστατωμένα: “δεν είναι όπως τα πρώτα τους, επαναλαμβάνουν τον εαυτό τους” και άλλα διάφορα…

Αυτό που ενδιαφέρει και απαιτείται από σεβασμό στη μουσική και μόνο, είναι να προσπαθούμε να ακούμε το εκάστοτε group, σαν να είναι ένα οποιοδήποτε και να απομονώνουμε το album σαν να μην μας ενδιαφέρει αν είναι το πρώτο, το ανώριμο, το ώριμο (ή “τι φρούτο είναι αυτό;”) ή το τελευταίο τους.  Ιδού λοιπόν η ανατομία του “Delta Machine”:

“Welcome to my World”
Ανέκαθεν η μπάντα είχε συνειδητά a touch of darkness, αυτή τη φορά όμως, είναι ξεκάθαρο πως τα φωνητικά του David Gahan μαζί με το electro dub bass είναι σαφής προορισμός.

“Angel”
Μια θυμωμένη electro ballad, με backround memories τον ήχο που τους καθιέρωσε. Δώστε βάση στα σημεία που η τσάκιση της φωνής του David αποδομεί τον electro sound και θυμίζει κλασσικούς rock τραβαδούρους, όπως Simon and Garfunkel και Beatles.

“Heaven”
Πώς να ξαναβρείς το χαμένο Παράδεισο; (Προσέξτε- περί μουσικής ο λόγος…). Πώς να φτιάξεις πρωτότυπη ηλεκτρονική μουσική, εν μέσω της μετα-ηλεκτρονικής εποχής; Τι είναι αυτό που μπορεί να θεωρηθεί φρέσκο και όχι χορτάρι μηρυκαστικό; Είναι απλό και καινοτόμο, είναι αυτό που γίνεται κλασσικό. Και κλασσικό σημαίνει διαχρονικό, αυτό που δε παύει να μας αφορά. Επιστροφή στο συναίσθημα και στον άνθρωπο λοιπόν και η ηλεκτρονική ενορχήστρωση αποτελεί μόνο πρόφαση.

“Secret to the End”
Καθαρόαιμος depeche mode ήχος που θα μπορούσε να ανήκει σε κάποιο από τα παλαιότερα album τους. Πάντα μας συγκινεί το γύρισμα στη φωνή του David εναρμονισμένο με τα synths.

“My little Universe”
Mια “techno… τροπία” είναι διάχυτη, που λειτουργεί ως minimal beat βάζοντας σε πρωταγωνιστική θέση το mood του κομματιού και όχι το ίδιο το τραγούδι. Less is more ή αλλιώς “we know how to do it, we don’t have to prove it”.

“Slow”
“ I’ve got the electro blues…” ο συνδυασμός riff ηλεκτρικής κιθάρας και keyboard, προβάλουν έναν ήχο απρόσμενης αισθητικής που σε προβληματίζει και σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι: “Τώρα μ’ αρέσει ή με ξενίζει αυτό που ακούω;”

“Broken”
Ίσως το καλύτερο κομμάτι του album. Μαεστρία στη σύνθεση, γνώριμος αλλά και ταυτόχρονα innovative ήχος, αλλά κυρίως επισφράγιση σε αυτό που η μπάντα ξέρει ακόμη, πολύ καλά να κάνει: να συγκινεί χωρίς την ανάγκη φυσικών οργάνων, αποδεικνύοντας, ότι ακόμη και οι computers  μελαγχολούν όταν εξιστορούν αληθινές ιστορίες.

“The Child Inside”
Mία vocal performance του Martin Gore, σε μια minimal electro ballad, που υπενθυμίζει την ομοιότητα αλλά ταυτόχρονα και τη διαφορετικότητα του καλλιτέχνη σε σχέση με το ενιαίο ύφος του γκρουπ.

“Soft touch Raw Nerve”
Έχει ενδιαφέρον, μα τι προσπαθούν να κάνουν; Nα μας θυμίσουν όλες τις προηγούμενες δεκαετίες της ηλεκτρονικής μουσικής μέσα στο ίδιο album; Ίσως όχι να μας θυμίσουν, αλλά να υπογραμμίσουν πως μόνο οι ίδιοι μπορούν να κάνουν κάτι τέτοιο.

“Should be higher”
Ακόμη πιο βαθειά συναισθηματικοί χωρίς να φοβούνται να χαρακτηριστούν μελοδραματικοί και γι’ αυτό σε παίρνουν μαζί τους. Προσέξτε τα φωνητικά, εντυπωσιακή ερμηνεία χωρίς να στοχεύει στην επίδειξη, παρά μόνο στην ερμηνευτική υπογράμμιση.

“Alone”
Γεμάτος ήχος με συναίσθημα, ένα κομμάτι προορισμένο να ακούγεται σε πολύ προσωπικές στιγμές και σε μεγάλους συναυλιακούς χώρους. Εμπεριέχει μια έντονη μεταφυσική και αφού μιλάει για τη σωτηρία της ψυχής, μπορεί σε χίλια χρόνια να ακούγεται και στις εκκλησίες…

“Soothe my Soul”
Θα μπορούσε να θεωρηθεί το sequel του “Personal Jesus”, καλώς ή κακώς.

“Goodbye”
Blues στοιχεία και πάλι. Ότι πρέπει για να κλείσεις ένα album ή μια συναυλία. Αποχαιρετισμός δε σημαίνει αποχωρισμός, έπεται η συνέχεια, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει να επαναλαμβάνεις με γόνιμο τρόπο τον εαυτό σου.

718