Οι Rage of Angels αποτελούν το πνευματικό παιδί του Ged Rylands, μέλους των Ten στη θέση των keyboards στα album “The Name of the Rose”, “The Robe” και “Spellbound”. Με λίγα λόγια, μιλάμε για έναν άνθρωπο που συμμετείχε ενεργά στις τρεις καλύτερες δουλειές της εν λόγω μπάντας.
Τα επόμενα χρόνια έπαιξε σε λογής group, με πιο σημαντικά τους Tyketto και τους Omega, ενώ για ένα μεγάλο διάστημα απείχε από την ενεργό δράση, προκειμένου να μεγαλώσει την κόρη του. Βέβαια, όντας μουσικός και συνθέτης, παράλληλα έγραφε μουσική η οποία αποτυπώνεται στο “Dreamworld”.
Έχοντας αναλάβει τις κιθάρες, τα keyboards και τα β’ φωνητικά, κάλεσε τους φίλους του Martin Kronlud (κιθάρα), Michael Carlsson (μπάσο) και Pera Johanssen (drums) προκειμένου να φτιάξει τους Rage of Angels. Πίσω από το μικρόφωνο δε συναντάται όμως μονάχα ένας τραγουδιστής, ενώ λογής guests περνάνε κατά τη διάρκεια του album.
Επί τροχάδην, θα αναφέρω μερικούς frontmen που απασχολεί το album, όπως και άλλους εκλεκτούς καλεσμένους: Harry Hess (Harem Scarem), Danny Vaughn (Tyketto), Robert Hart (Bad Company), Ralf Scheepers (Primal Fear), Neil Fraser (Ten), Ralph Santolla (Deicide, Obituary, Iced Earth), Vinny Burns (Ten, Asia, Ultravox), μεταξύ άλλων.
Τι μας φέρνει λοιπόν ο Rylands, πέρα από μια πληθώρα guest συμμετοχών; Έναν εξαιρετικό melodic hard rock δίσκο, ο οποίος κάνει σκόνη τα τελευταία Ten, και το cd που θα έπρεπε να είχε βγάλει ο Gary Hughes και η παρέα του εδώ και μια δεκαετία.
Δεν είναι πρωτότυπος, δεν αποτελεί τομή στα μουσικά δρώμενα και σίγουρα δε θα συγκινήσει μεγάλο πλήθος ακροατών, αλλά είναι ένας δίσκος που οι melodic rockers θα εκτιμήσουν και ίσως συμφωνήσουν μαζί μου στα περί Hughes.
Δέκα συνθέσεις, με συνολική διάρκεια πάνω από 60 λεπτά, στις οποίες η μελωδία έχει τον κύριο λόγο και για αυτό δεσπόζει συνέχεια, είτε μέσω των φωνητικών, είτε μέσω της μουσικής. Ενδεικτικά ξεχωρίζω τις “Dramworld”, “See You Walking By”, “Through It All”, “Spinnin’ Wheel” και “We Live, We Breathe, We Die”.
Βέβαια, ίσως να λειτουργούσε ακόμα καλύτερα το album άπαξ και υπήρχε μονάχα ένας ερμηνευτής, έτσι ώστε να έδινε την εντύπωση μιας full time μπάντας και όχι ενός project, αλλά αυτό στην προκειμένη δεν παίζει ιδιαίτερο ρόλο. Άλλωστε με κέρδισε από την πρώτη κιόλας ακρόαση.
684