Το “Little Beast” της γοητευτικής Σουηδής έχει ανακοινωθεί από την Glitterhouse Records για τις 18 Ιανουαρίου ´13. Στο μυαλό μου, αμέσως μετά την πρώτη ακρόαση αντηχεί η λέξη “ρολόγια”.
Όλα σχεδόν τα τραγούδια του δίσκου πατάνε σε λουπαριστή ρυθμική βάση που δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι η τραγουδίστρια ηχογραφεί μέσα στο μηχανισμό ενός τεράστιου ρολογιού με εξαρτήματα κατασκευασμένα από έγχορδα, ανάσες και κρουστά. Το album περιλαμβάνει δέκα όμορφα τραγούδια και αξίζει την προσοχή όλων. Όσοι μάλιστα δείχνουν συχνά μουσική προτίμηση σε άλμπουμ ερμηνευτριών/δημιουργών ενδέχεται να το αγαπήσουν ιδιαιτέρως.
Από το πρώτο κομμάτι (“Wait No”) με υπνωτιστικά φωνητικά και έξυπνα ενορχηστρωμένα έγχορδα ο ακροατής αντιλαμβάνεται ότι δεν έχει να κάνει με κάτι τυχαίο.
Το γεγονός ότι τα δύο ντουέτα (“Οne of the folks” και “Familiar Act”) που ερμηνεύει ανοίγοντας διάλογο με τον Mark Lanegan – οι συστάσεις περιττεύουν – είναι από τις ομορφότερες στιγμές του δίσκου δεν αποτελεί ιδιαίτερη έκπληξη. Δεν θυμάμαι άλλωστε τον εν λόγω τραγουδιστή να απογοητεύει τους θαυμαστές του σε κάποια παλιότερη μουσική συνεργασία.
Η έκπληξη μου συνίσταται στο ότι τα δυό παραπάνω κομμάτια δεν είναι το μόνο, ούτε ό,τι καλύτερο έχει να προτείνει η νέα κυκλοφορία της Christine Owman. Το “Fear of the body” χτίζει ένα πλούσιο συνθετικά, ενορχηστρωτικά και φωνητικά περιβάλλον που καθηλώνει τον ακροατή και ίσως αποτελεί την κορωνίδα του άλμπουμ.
Εξαιρετικό και το σκοτεινό “Deathbed” φέρνει στο νου Massive Attack σε εκτέλεση από ακουστικά όργανα. Το “Day 1” είναι μία όμορφη folk μπαλάντα ενώ σε κάποια κομμάτια από το Is this desire της PJ Harvey παραπέμπει συνειρμικά το “Devils Walk”, ένα alt blues τραγούδι που θα ήθελα κάποτε να ακούσω σε μία σκληρή ζωντανή ηλεκτρική εκδοχή με overdrive.
Μεσολαβεί το – κατά την γνώμη μου – λιγότερο ενδιαφέρον τραγούδι του δίσκου(“I’m sorry”).
Σε ρυθμό τριών τετάρτων το “I´d rather die than play dead” δίνει έναν επιπλέον σκοτεινό τόνο στο γενικά “θλιμμένο” ύφος του δίσκου που κλείνει με ένα πανέμορφο τραγούδι το οποίο θα μπορούσε να βρίσκεται σε soundtack ταινίας του Τim Burton (“Your blood”).
Στα ελάχιστα αρνητικά του δίσκου η μικρή του σχετικά διάρκεια, αλλά από την άλλη πλευρά η καλή μουσική δεν μετριέται με το τσουβάλι. Και αυτό ακριβώς – καλή μουσική – φαίνεται να θέλει να δημιουργήσει η C.Owman, αφήνοντας στην άκρη εντυπωσιασμούς και επικεντρώνοντας στην ουσία, συγκρατώντας μάλιστα τις αδιαμφισβήτητες φωνητικές της ικανότητες για να αναδείξει το συνθετικό της ταλέντο.
521