Δεν μπορείς παρά να αγκαλιάσεις τέτοιου είδους κυκλοφορίες. Ειδικά από μια παρέα, μουσικών που είναι ήδη πασίγνωστοι με τις βασικές τους μπάντες και αποφασίζουν να συνεργαστούν, αρχικά για να κάνουν την καβλάντα τους.
Τέτοια περίπτωση είναι και οι The Company Band! Είναι αυτό που, συνήθως, αποκαλούμε super group. Με την τεράστια χροιά του Neil Fallon (Clutch) να αγγίζει απαλά τις μικροφωνικές μεμβράνες, με κιθαριστικό δίδυμο τους James Rota (Fireball Ministry) και Dave Bone, υποβασταζόμενοι από τις βαθιές μελωδίες του μπάσου του Brad Davis (Fu Manchu) και τα όμορφα μαστιγωμένα τύμπανα του Jess Margera (CKY) μιλάμε για έναν ήχο που όλο και σιτεύει, όλο και ωριμάζει. Όπως είπε σε μια συνέντευξη του, ο James Rota, “O ήχος αυτού του άλμπουμ είναι όπως εκείνη η στιγμή στη ζωή σου, που αποφασίζεις να αλλάξεις την Kawasaki, με μια Harley”.
Μετά από ένα full length και ένα ΕΡ, ήρθε η ώρα για ένα ακόμη ΕΡ, αν και μετά το άκουσμα του θα ήθελα πολύ να έχει άλλα τόσα κομμάτια. Και άλλα τόσα ακόμα!
Με το που ξεκινάει το άλμπουμ, οι The Company Band σε αρπάζουν από το γιακά και σε ταρακουνούν, ώσπου να ομολογήσεις ότι αγαπάς χωρίς φραγμούς το stoner rock και τις classic heavy/hard rock επιρροές του, προσκαλώντας στο σπίτι του Αιγόκερου (“House of Capricorn”). Στη συνέχεια, τα “Black Light Fever” και “Kill Screen” δίνουν ένα έξτρα rock ‘n’ roll συναίσθημα για να μας προετοιμάσουν για το χαμό που δημιουργεί το “Loc Nar”, που είναι και το ζενίθ του ΕΡ, με έναν Fallon να δίνει ρέστα και να μας αφήνει να τρέμουμε από σύνδρομο στέρησης, που μόνο έναν νέο Clutch μπορεί να πάρει μακριά. Με το πέμπτο και δυστυχώς, τελευταίο “El Dorado”, το πάρτι κλείνει όμορφα και μελωδικά.
ΘΕΛΩ ΚΙ ΑΛΛΟ, ΘΕΛΩ ΚΙ ΑΛΛΟ, ΘΕΛΩ ΚΙ ΑΛΛΟ!!!
666