Ως φανατικός οπαδός των προηγούμενων υλικών τους, ειλικρινά ήλπιζα πως οι Σουηδοί πατέρες της doom metal σκηνής θα βγάλουν το καλύτερο δυνατόν μιας και πρόκειται για την τελευταία studio δουλειά τους.
Δυστυχώς, το “Psalms for the Dead” είναι απλώς μια μέτρια κυκλοφορία και όχι το μεγάλο κύκνειο άσμα που θα περιμέναμε. Δεν είχα την απαίτηση να βγάλουν άλμπουμ αντάξιο ενός “Epicus Doomicus Metallicus” ή ενός “Nightfall” αλλά θα περίμενα να ακούσω ένα πολύ βαρύ, πένθιμο και σκοτεινό δίσκο.
Ξεκινώντας με δοκιμασμένα Candlemass riffing στυλ το “Prophet” κινείται σε ένα up-tempo ρυθμό που με τους τόνους από την χρησιμοποίηση hammond, το ωραίο σόλο και την επανάληψη 3-4 φορές του τίτλου του κομματιού, μοιάζει περισσότερο με παραδοσιακό metal. Το “The Sound Of Dying Demons” είναι περισσότερο ευθυγραμμισμένο με τις doom ρίζες, ενώ το επόμενο “Dancing In The Temple (Of The Mad Queen Bee)” έχει επιρροή από ψυχεδελικό ροκ του ’70 και λειτουργεί αρκετά καλά, αλλά δεν έχει την βαρύτητα του κλασικού doom. Στον αριθμό 4 το “Waterwitch” είναι αργό και ατμοσφαιρικό, και ο Lowe ακούγεται πολύ εδώ. Ωστόσο, η χορωδία του “waterwitch, waterwitch, waterwitch, waterwitch” δεν θα κολλήσει στο κεφάλι κανενός έχω την γνώμη.
Τα πράγματα δεν θα βελτιωθούν σημαντικά μετά το μισό του άλμπουμ, αλλά είναι λιγάκι καλύτερα. Με τα “The Lights Of Thebe” (το οποίο ακούγεται σαν υλικό “Nightfall” εποχής) όπως και το ομότιτλο κομμάτι. Το καλύτερο σημείο του δίσκου μπορούμε να πούμε ότι είναι το “The Killing Of The Sun”, με ένα τεράστιο, απλό αλλά ακαταμάχητο riff που θα αντηχεί στο κεφάλι σας και μια ωραία χορωδία. Oι “Ψαλμοί” τελειώνουν δυνατότερα από ότι ξεκινάει, με τα “Siren Song” και “Black As Time”.
Αγαπώ τα φωνητικά του Robert Lowe, όσο κι αν προτιμώ τους Candlemass με Messiah ή ακόμη περισσότερο με τον αρχικό τραγουδιστή της μπάντας Johan Lanquist, όμως ο Lowe φέρνει πολλή δύναμη σε αυτό το αδύναμο άλμπουμ. Ομοίως, Mats Bjorkman και Lars Johansson ανταποκρίνονται καλά, με μερικά ποιοτικά riff και όμορφα σόλο. Στην πραγματικότητα, τα σόλο συχνά είναι τα κυριότερα σημεία από τα τραγούδια. Υπάρχει επίσης μια πολύ ενδιαφέρουσα αξιοποίηση του hammond το οποίο γεμίζει το άλμπουμ. Ωστόσο, οι μπασογραμμές του Leif Edling αυτή την φορά δεν ακούγονται το ίδιο ενδιαφέρουσες, ούτε φρέσκιες.
Αυτό που πραγματικά κρατά τα πράγματα πίσω από το μεγαλείο του παρελθόντος είναι η σύνθεση των τραγουδιών. Οι χορωδίες στο ήμισυ σχεδόν κάνουν τα τραγούδια επίπεδα και δεν προσθέτουν τίποτα. Παίρνουμε τον τίτλο του τραγουδιού και τον επαναλαμβάνουμε ως χορωδία, δεν πιστεύω να κάνει πια ένα τραγούδι πιο ενδιαφέρον για τον ακροατή. Σίγουρα θα μας λείψουν, αλλά αποχωρούν την κατάλληλη στιγμή μιας και φαίνεται καθαρά πως δεν υπάρχει έμπνευση.