UNISONIC: “Unisonic”

Θα ήθελα πάρα πολύ να ξεκινήσω το review με μία ευχάριστη αναδρομή στο παρελθόν των μελών των Unisonic και να καταλήξω στο συμπέρασμα πως το σχήμα αποτελεί μια επιστροφή στις καλές ημέρες του power. Δυστυχώς κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να γίνει…

Το album το περίμενα με ανοιχτές αγκάλες και συγκεκριμένα από τότε που αναφέρθηκε το όλο concept σε μια συνέντευξη που είχε δώσει ο Κώστας Ζαφειρίου στο Rockway. Όταν δε, ανακοινώθηκε και η προσθήκη του Kai Hansen πρόσμενα ένα δυναμικό comeback. Μπορεί να έχει ως ενός σημείου δίκιο το δελτίο τύπου, όταν αναφέρεται στο δίσκο ως μια από τις πιο πολυαναμενόμενες κυκλοφορίες για το 2012, παράλληλα όμως έχουμε να κάνουμε με μια δουλειά που θα ξεχαστεί σχετικά εύκολα.

Για τους τύπους, να αναφέρω πως οι Unisonic αποτελούνται από τους Michael Kiske (φωνητικά, ex- Helloween, Kiske, Supared etc), Kai Hansen (κιθάρα, Gamma Ray, ex- Helloween), Dennis Ward (bass, Pink Cream 69), Mandy Meyer (κιθάρα, ex- Gotthard, ex- Krokus) και Κώστα Ζαφειρίου (drums, ex- Pink Cream 69). Στα “χαρτιά” λοιπόν, όλα φαίνονται ιδανικά. Ε, να όμως που ο Kiske ακούγεται κουρασμένος (λογικό και αναμενόμενο για όποιον έχει παρακολουθήσει τη solo του καριέρα) ενώ παράλληλα ο Hansen δε σώζει την παρτίδα, ενισχύοντας την άποψη πως έχει “πέσει” συνθετικά. Από εκεί και πέρα, όλοι αντιπροσωπεύουν καλά το πόστο τους. Το ζήτημα βέβαια είναι πως άμα δεν έχεις το κατάλληλο υλικό, η τεχνική και η απόδοση μπαίνει σε δεύτερη μοίρα.

Έντεκα συνθέσεις, με όλα τα χαρακτηριστικά που θα περίμενε κανείς από έναν power δίσκο. Η αλήθεια είναι πως τα mid tempo κομμάτια είναι περισσότερα από ότι θα έπρεπε, αλλά δε βρίσκεται εκεί η ουσία. Το εναρκτήριο “Unisonic” είναι (όπως τελικά διαφαίνεται) μια από τις καλές στιγμές του ομώνυμου ντεμπούτου, ενώ το “Souls Alive” δίνει τις πρώτες αφορμές ελέω της “κάπου το έχω ξανακούσει” αισθητικής του. Συμπαθητικό το refrain πάντως. Το “Never Too Late” είναι ο (διασκεδαστικός μεν, αλλά συνάμα) φτωχός ξάδερφος του “Time To Break Free”. Τα “I’ve Tried” και “Star Rider” θα έβρισκαν θέση μονάχα σε κάποιο από τα προσωπικά album του Kiske (και όποιος κατάλαβε, κατάλαβε). Το “Never Change Me” μου άρεσε, όχι επειδή χρίζει πρωτοτυπίας (ούτως ή άλλως δεν υφίσταται κάτι τέτοιο εδώ) αλλά επειδή είναι ένα (πολύ) ευχάριστο power τραγούδι, ενώ το “Renegade” που έρχεται μετά είναι ίσως η καλύτερη στιγμή του δίσκου. Το “My Sanctuary” συνεχίζει τη ρότα της επανάληψης, το “King For a Day” δεν είναι κακό (ούτε όμως κάτι το ιδιαίτερο) και το “We Rise” φέρνει στο νου κάτι από τα παλιά. Ο δίσκος κλείνει με την μπαλάντα “No One Ever Sees Me” και κάπως έτσι κλείνει άδοξα μια πολυσυζητημένη κυκλοφορία.

Το κύριο μειονέκτημα του δίσκου είναι πως αναμασά στοιχεία που έχουμε όλοι ακούσει ουκ ολίγες φορές, ενώ σε καμία περίπτωση δεν πληροί τις συνθετικές προϋποθέσεις που (θεωρητικά πάντα) οφείλουν να φέρουν τα ονόματα που απαρτίζουν το σχήμα. Ειδικά με τις συνθήκες που επικρατούν στο δισκογραφικό χάρτη δε νοείται να κυκλοφορούν δουλείες με τέτοια μέλη, ελαφρά την καρδία. Από τη στιγμή που η εμπειρία υπερνικά την έμπνευση και η προβλεπτικότητα παρουσιάζεται ως “επιστροφή” τότε εύλογα το cd θα αποτελέσει βάλσαμο μονάχα για τους απανταχού παρελθοντολάγνους που δεν κρέμασαν ποτέ το ταλαιπωρημένο τους δερμάτινο.

Εν κατακλείδι, το “Unisonic” είναι ένα μέτριο album με ελάχιστες εκλάμψεις, που θα ευχαριστήσει παροδικά μονάχα ένα μέρος των οπαδών και ύστερα από λίγο θα ξεχαστεί. Εάν είσαι ρομαντικός τύπος και νοσταλγείς τα late 80s και 90s, ίσως να πάρεις μικρές τζούρες ξεγνοιασιάς από το cd. Αλλά επειδή είμαι και εγώ εν μέρει ένας από αυτούς, μην έχεις μεγάλες προσδοκίες…


680
About Στέφανος Στεφανόπουλος 1413 Articles
Γεννήθηκε την ίδια ακριβώς ημέρα με τα CD και μάλλον για αυτό ασχολείται τόσο πολύ με τη μουσική. Όταν δεν γράφει για αυτή, αγοράζει CD, και όταν δεν αγοράζει, θα τον βρείτε είτε να παριστάνει τον dj σε διάφορα μαγαζιά της Αθήνας, είτε να προσπαθεί να κατεβάσει κάποια ιδέα για διαφήμιση. Στο Rockway.gr εντάχθηκε το 2010 και κάπως, κάπου, κάποτε, βρέθηκε να κρατάει και τα κλειδιά του. Δεν συμπαθεί τους ψευτοκουλτουριάρηδες, τους ξερόλες και τη μουστάρδα. Δηλώνει εγωιστής, κυνικός και fan του Philip Dick.