Πολλές μουσικές ταμπέλες έχουν χαρακτηρίσει τους Aiden τα τελευταία 8 περίπου χρόνια που δισκογραφούν και το καταλαβαίνω. Από τη μια ακροβατούν ανάμεσα στο punk rock και το horror rock (βλέπε Misfits, The Horrors κτλ) και από την άλλη φλερτάρουν έντονα με το alternative και το post hardcore.
Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση, μιας και δε φτάνουν σε καμία περίπτωση την “καταχνιά” του Danzig, ενώ από εκεί που φέρνουν περισσότερο στους 69 Eyes, βγάζουν από μέσα τους μια πιο punk rock χροιά και μπερδεύεται ο Δίας. Και επειδή βαριέμαι να ψάχνω από εδώ και από εκεί για το σωστό ορισμό, θα αρκεστώ στο ότι αυτό που ακούω μου αρέσει και στην ουσία φέρνει την ηχητική σφραγίδα που έχουν οι περισσότεροι δίσκοι των Aiden μέχρι σήμερα.
Η έκτη δουλειά του William Control και της παρέας του είναι εξίσου ευχάριστη με τις άλλες και οι οπαδοί (οι οποίοι κλασικά στην πλειοψηφία τους προέρχονται από την Αμερική) είναι δεδομένο πως δε θα απογοητευτούν. Εντάξει, γενικά οι Aiden δεν είναι από τα σχήματα που μπορούν να σε καθηλώσουν. Είναι καλοί μεν, αλλά προβλέψιμοι και σίγουρα δεν πρόκειται να αλλάξουν τη ζωή κανενός ακροατή. Το μεγάλο κακό όμως του group (και το καταγγέλλω δημοσίως κύριοι) είναι τα μικρής διάρκειας album που κυκλοφορούν. Οκ, συμφωνώ πως εάν οι κυκλοφορίες τους είχαν μεγάλη διάρκεια, θα κούραζαν, αλλά αυτό το μισαωράκι που έχουν καθιερώσει είναι ψιλοαπάτη ρε παιδί μου. Και όχι τίποτα άλλο, αλλά δύο από τα δέκα κομμάτια είναι διασκευές (“London Dungeon” από Misfits και “Transmission” από Joy Division), οπότε μιλάμε για μονάχα οκτώ νέες συνθέσεις! Θα μου πείτε, έξι full length μέσα σε οκτώ χρόνια δεν είναι άσχημα, αλλά βάλε εκεί δύο- τρία τραγούδια παραπάνω για να έχει νόημα και η αγορά του cd!
Τέλος πάντων, όσοι δεν έχετε ιδέα ποίοι είναι οι Aiden, η αλήθεια είναι πως το “Some Kind of Hate” δεν είναι ιδανικό για να τους γνωρίσετε, αλλά είναι μια αρχή. Όσοι τους ξέρετε ήδη, αντιλαμβάνεστε πολύ καλά το ποιόν της νέας τους δουλειάς, οπότε βαδίζετε στα σίγουρα…