Οι Bandage είναι εδώ! Ανανεωμένοι (με καινούργια μέλη στη σύνθεσή τους), δημιουργικοί (με νέο υλικό στις “φαρέτρες” τους) και πάντα ετοιμοπόλεμοι (προκειμένου να διαδώσουν το δυναμικό punk rock που πρεσβεύουν). Με αφορμή το release show για το φρεσκότατο “Build” στο An club, το Σάββατο 18 Μαΐου (δελτίο τύπου), μίλησαν με περισσή διάθεση στο rockway.gr και τον Παναγιώτη Σπυρόπουλο για το παρόν, το παρελθόν και το μέλλον, αυτής της σπουδαίας Αθηναϊκής μπάντας.
Καλησπέρα Bandage! Κοντά μία δεκαετία από τη δημιουργία σας κι έχουμε ν’ ακούσουμε δισκογραφικά νέα σας περίπου 5 χρόνια μέχρι την κυκλοφορία του “Build” φέτος. Τί μεσολάβησε σ’ αυτό το διάστημα;
Νίκος: Καλησπέρα! Από την τελευταία μας κυκλοφορία το 2014 μέχρι και σήμερα, γίναν αρκετές αλλαγές στην μπάντα, που αφορούν διαφορετικά κεφάλαια. Αρχικά μέσα σε αυτά τα πέντε χρόνια, κάναμε τα περισσότερά μας lives σαν μπάντα. Παίξαμε στις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας και κάναμε 5 ευρωπαϊκά tours. Αυτό από μόνο του θέλει πολύ χρόνο, όχι μόνο για πρόβες, αλλά και χρόνο που αφιερώνεις για να στήσεις το κάθε tour, γιατί μέχρι στιγμής τα πάντα γίνονται από εμάς. Ύστερα είχαμε αλλαγές στα μέλη, αλλάξαμε “κιθάρα” δύο φορές μέχρι να έρθει ο Στέφανος (ο οποίος είναι 2 χρόνια τώρα στην μπάντα).
Ταυτόχρονα γράφαμε μουσική, κι ο τρόπος που γράφαμε, άλλαξε κι αυτός. Μπήκε στο παιχνίδι της σύνθεσης η προ παραγωγή, μία διαδικασία την οποία δεν ακολουθούσαμε μέχρι τότε. Μάθαμε να αποτυπώνουμε τις ιδέες μας με διαφορετικό τρόπο. Αυτό από μόνο του ήθελε αρκετό χρόνο. Ακολουθώντας αυτόν τον τρόπο σύνθεσης, είχαμε την δυνατότητα να ακούμε τα κομμάτια, εκτός από το να τα παίζουμε στο στούντιο, κι αυτό είναι μεγάλη βοήθεια στο να καταλήξεις στην τελική μορφή ενός κομματιού. Κάπως έτσι λοιπόν, πέρασε ο καιρός και δεν το καταλάβαμε.
Ποιά είναι τα νέα στοιχεία που εμπλουτίζουν το “Build” σε σχέση με τις προηγούμενες δουλειές σας;
Δρόσος: Δεδομένων όλων των αλλαγών που συντελέστηκαν τα τελευταία χρόνια, της διαδικασίας προετοιμασίας για τον δίσκο, του ότι η σύνθεση μοιράστηκε σε μεγάλο μέρος μεταξύ κάποιων μελών, αλλά και το ότι όλοι μας βελτιωθήκαμε κατά κάποιο τρόπο ως “παίκτες” και άρα και ως συνθέτες, οι αλλαγές που εμείς βρίσκουμε στο “Build” είναι αρκετές, χωρίς να θεωρούμε ότι άλλαξε εντελώς το ίδιο το ύφος της μπάντας. Έτσι, δοκιμάσαμε πάρα πολλά καινούργια πράγματα στην σύνθεση των κιθαρών, στο μέτρο και το ίδιο το τέμπο ορισμένων εξ’ αυτών, έχει γίνει πάρα πάρα πολύ δουλειά από τον Νικήτα στα τύμπανα σε σχέση με το παρελθόν, μειώσαμε σε ποσότητα και έκταση την παρουσία των δεύτερων φωνητικών σε σχέση με παλαιότερα, δώσαμε τελείως άλλο ύφος στον ήχο του δίσκου και γενικότερα στην προσέγγιση κυρίως του ήχου των κιθαρών, και προσεγγίσαμε τελείως διαφορετικά τη σύνθεση των στίχων, ώστε να έχουν μία πιο προσωπική προοπτική. Μία γενική παρατήρηση θα ήταν ίσως ότι το “Build” είναι ένας πιο pop δίσκος, αλλά πάντοτε μέσα σε ένα μοντέρνο punk rock πλαίσιο.
Στο στιχουργικό μέρος θεωρώ πως η όλη ατμόσφαιρα διαπνέεται από μία φάση ανασύνταξης, έπειτα από κάποια “απώλεια”. Έχει να κάνει με αυτό που λένε και στο χωριό μου “getting your shit together”; Αποτελεί το “Build” ένα concept album τουλάχιστον ως προς το παραπάνω στοιχείο;
Δρόσος: Πράγματι, ολοκληρώνοντας την προετοιμασία του δίσκου στιχουργικά και ενώ είχαν γραφτεί πολλά κομμάτια από την οπτική της απώλειας σε πολλά πιθανά επίπεδα (π.χ. προσωπικής σχέσης, φιλίας, οικογενειακής κλπ.), κρίναμε πως ήταν όμορφο να δώσουμε έναν τίτλο ανασύνταξης και ένα, κάπως, αισιόδοξο πνεύμα σαν κατάληξη της συνολικής δουλειάς. Υπό αυτήν την έννοια, ο δίσκος μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει ένα συγκεκριμένο concept, δηλαδή την απώλεια, και τα βήματα μπροστά να αποτελούν το επόμενο στάδιο αυτής σε κάθε περίπτωση.
Πώς κύλησε η διαδικασία της ηχογράφησης; Μείνατε ικανοποιημένοι από το αποτέλεσμα;
Νίκος: Είχαμε αποφασίσει πως θέλουμε να εμπιστευθούμε, γι’ αυτόν τον δίσκο, κάποιον ο οποίος γνωρίζει τον ήχο μας και γενικότερα τον ήχο σε αυτό το είδος μουσικής. Πλησιάσαμε λοιπόν τον Jack (Despite Everything), ο οποίος, εκτός από φίλος μας, έχει αναλάβει τον ήχο στις περισσότερες συναυλίες μας στην Αθήνα. Εκείνη την περίοδο, ο Jack έστηνε το δικό του στούντιο και αρχικά, θέλαμε να κάνουμε τον δίσκο μαζί του, αλλά σε άλλο στούντιο, χρησιμοποιώντας τον περισσότερο σαν “παραγωγό”. Τελικώς, αποφασίσαμε να αναλάβει εξ’ ολοκλήρου την ηχογράφηση μαζί με τον Κώστα Ραγιαδάκο, στο στούντιο του την Villa Giuseppe. Η μίξη και το mastering του δίσκου έγινε από τον Jason Maas (getaway recordings, ex-Defeater), στην Αμερική. Η εμπειρία που είχαμε με αυτούς τους ανθρώπους, ήταν παραπάνω των προσδοκιών μας. Είμαστε απόλυτα ικανοποιημένοι με την συνεργασία και το αποτέλεσμα.
Έχετε περιοδεύσει αρκετά στο εξωτερικό, για να είστε σε θέση να μας μεταφέρετε το γενικότερο κλίμα με το οποίο αντιμετωπίζονται μπάντες από διοργανωτές και κοινό; Πού εντοπίζετε τις πιο τρανταχτές διαφορές;
Δρόσος: Σε κάθε περίπτωση, οι ζωντανές εμφανίσεις εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τον διοργανωτή, ειδικά εάν είσαι μικρή ή, τέλος πάντων, άγνωστη μπάντα σε μία πόλη όπου εμφανίζεσαι πρώτη φορά, είτε αυτό είναι στην Ελλάδα είτε είναι π.χ. στην Γερμανία. Όσο πιο συχνά ο εν λόγω διοργανωτής ασχολείται με κάποια συναυλία στην πόλη του, τόσο πιο εύκολη είναι η συνεργασία. Γνωρίζει πώς να προετοιμάσει μία συνθήκη συναυλίας σε πολύ βασικά στοιχεία της (κατάλληλη εκάστοτε τοποθεσία, κατάλληλος ήχος, promotion, φροντίδα της μπάντας και του κοινού, λογική πληρωμή της μπάντας κλπ. κλπ.).
Δεν θεωρώ ότι υπάρχουν απαραίτητα διαφορές ανάμεσα στην Ελλάδα και το εξωτερικό, αρκεί να απευθύνεσαι στον κατάλληλο άνθρωπο. Ένα live μπορεί να έχει 15 άτομα, αλλά να είναι διοργανωμένο, ως επί το πλείστον, σωστά και να έχει 100 και να επικρατεί χάος σε πολλά σημεία από όσα ανέφερα ανωτέρω. Προφανώς, όσο πιο πολλές φορές μπορείς να βρίσκεσαι σε μία πόλη ή και χώρα γενικότερα, όσο πιο πολύ “προκαλείς” εσύ ο ίδιος, ως μπάντα, την όποια προσοχή, γίνονται για όλους τους εμπλεκόμενους τα πράγματα πιο εύκολα.
Μιας και οι live εμφανίσεις αποτελούν “ζωογόνο” στοιχείο του σχήματος, θα ήθελα να μου περιγράψετε κάποιο ή κάποια ευτράπελα που συνέβησαν κατά τη διάρκεια μιας εμφάνισής σας (τί στο καλό punk μπάντα είστε, θα έχετε μπόλικο υλικό!).
Νικήτας: Δεν ξέρω εάν θεωρείται ευτράπελο, αλλά αυτό που μου έχει μείνει στο μυαλό είναι το γεγονός που συνέβη κατά τη διάρκεια του 1ου μας Βαλκανικού/Ευρωπαϊκού tour, που όταν φτάναμε σε μία επαρχιακή πόλη της Κροατίας, ένα αρκετά μεγάλο μέρος του πλήθους τραγουδούσε δυνατά στίχους από ένα τραγούδι μας! Αυτό με εντυπωσίασε και μου έχει χαραχτεί στο μυαλό από τότε!
Bandage – Belong
Αποτελεί ή αποτέλεσε η ενασχόλησή σας με τη μουσική στοιχείο βιοπορισμού;
Νίκος: Όχι και ούτε πρόκειται. Το μουσικό είδος που έχουμε επιλέξει κι ο τόπος που ζούμε μέχρι στιγμής, έχει δείξει ότι αυτό είναι ακατόρθωτο. Τώρα, εάν βάλουμε κλαρίνο ή καμία γκάιντα μέσα στο κόλπο, παίζει και να αλλάξει όλο αυτό το οικονομικό, και να πέσει κάνα “κατοστάρικο” στην μπάνκα…, αλλά εάν γίνει κάτι τέτοιο, εγώ προσωπικά θα ήθελα το “κατοστάρικο” στο κούτελο.
Ποιά σχήματα της εγχώριας σκηνής σας έχουν κάνει εντύπωση τελευταία και με ποιους καλλιτέχνες είχατε την καλύτερη συνεργασία σε διεθνές επίπεδο;
Νικήτας: Υπάρχουν πάρα πολλές νέες (αλλά και παλιότερες) μπάντες που έχουν αναδυθεί/αναδειχθεί, όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και σε ολόκληρη την Ελλάδα! Αυτή τη στιγμή είναι τόσα πολλά τα ονόματα που μου έρχονται στο μυαλό που μου έχουν κάνει εντύπωση! Είναι σαν να προσπαθώ να περάσω τον Νιαγάρα μέσα από ένα λούκι! Νομίζω ότι με τους Despite Everything και τους Pale Oaks, είχαμε την καλύτερη συνεργασία σε διεθνές επίπεδο.
Έχω βρεθεί σε live σας πριν από χρόνια και το πάθος, η ενέργεια, η αλληλεπίδραση με το κοινό και η “punk-ίλα” (stage diving, crowdsurfing και δε συμμαζεύεται) που γενικότερα βγάλατε, με έκανε κι αυτόματα οπαδό σας. Τί θα λέγατε σε φίλους που δε σας έχουν δει και θέλουν να έρθουν στο An για το release show του “Build”, μαζί με τους Pale Oaks και τους Prospects, προκείμενου να τους προετοιμάσετε γι’ αυτά που θα ακολουθήσουν; Είσαστε ακόμα σε “φόρμα”;
Δρόσος: Το πιο απλό πράγμα που μπορεί να ειπωθεί για το live της 18ης Μαΐου, είναι ότι αποτελεί ένα release show και ότι δεν υπάρχει μπάντα στον πλανήτη που να μην είναι περισσότερο ενθουσιασμένη απ’ όσο όταν παρουσιάζει και παίζει “φρέσκο” υλικό. Δεδομένου ότι είμαστε πάρα πολύ ευχαριστημένοι με τον ίδιο τον δίσκο και θα παίξουμε πολλά πράγματα για πρώτη φορά ζωντανά (αλλά και διάφορα παλαιότερα κομμάτια που έχουμε να τα παίξουμε κυριολεκτικά χρόνια τώρα), σίγουρα θα ευχαριστηθούμε απόλυτα την στιγμή. Αν προσθέσεις “στο mix” δύο εξαιρετικές μπάντες όπως είναι οι Pale Oaks και οι Prospects, προετοιμαζόμαστε για μία πραγματικά υπέροχη εμπειρία.
Αφήνω τον επίλογο σ’ εσάς, με κάποιο αγαπημένο σας στίχο, δικό σας ή όχι. Ευχαριστώ πολύ για το χρόνο που μας διαθέσατε. Τα λέμε από κοντά το Σάββατο στις 18 στο An.
Νικήτας: “Come with me για να τη βρεις, να γλεντήσουμε together, και η ανάμνηση θα σου μείνει για forever”.