ARCH/MATHEOS: “Winter Ethereal”

Είναι κάπως ιδιαίτερη και περίεργη η ιστορία του ταλαντούχου μαραγκού από το Colorado, και πρώτου τραγουδιστή των Fates Warning. Ο ίδιος αποφάσισε να αψηφήσει το χάρισμά του, την κρίσιμη στιγμή της επιλογής, και να αποτραβηχτεί σε μια ήρεμη οικογενειακή ζωή επαναληπτικής καθημερινότητας. Από τότε, η επιλεκτική του δράση και παρουσία συγκεντρώνεται σε ένα EP του 2003, το “A Twist Of Fate”, και το άλμπουμ με τον Jim Matheos το 2011, το “Sympathetic Resonance”.

Ακόμα και η τύχη μοιάζει να συνηγορεί συχνά στην αποστασιοποίηση του John Arch από την έντονη μουσική δράση. Το 2017, λίγο πριν η αυθεντική σύνθεση του “Awaken The Guardian” πετάξει για τη Γερμανία, για να εμφανιστεί σε μια ξεχωριστή, επετειακή συναυλία στο φεστιβάλ “Keep It True”, ο Arch προσβάλλεται από τη νόσο του Lyme. Η ισχυρή ημικρανία στη διάρκεια του show ήταν το λιγότερο σε αυτή την περιπέτεια που επηρέασε αισθητά τη φωνή του, το λάρυγγα και το βιμπράτο του. Ακολούθησε μια μακριά διαδικασία με γιατρούς, φαρμακευτικές αγωγές και άλλους υποστηρικτικούς τρόπους, για να αφήσει τελικά με ανακούφιση το πρόβλημα πίσω του.

Φέτος, ο Arch επιστρέφει με τον μοναδικό παρτενέρ που τον κάνει να αισθάνεται βολικά και να απελευθερώνει τα ντροπαλά  δημιουργικά στολίδια που συλλέγει στην καθημερινή ειρήνη του νου του. Ο Jim Matheos είναι η γέφυρα που περνά απέναντι και μετατρέπει τον  δεξιοτέχνη του ξύλου στον γητευτή των ψυχών αρκετών από αυτούς που τον άκουσαν για πρώτη φορά τη δεκαετία του ’80. Η συγκεκριμένη ακεραιότητα του Arch χαρακτηρίζεται και από το γεγονός πως συνεργάζεται μόνιμα με  ανθρώπους που σχετίζονται και σε προσωπικό επίπεδο μαζί του. Έτσι, στο ολόφρεσκο νέο άλμπουμ, “Winter Ethereal”, συναντούμε τους παλιούς και τωρινούς μπασίστες και ντράμερ των Fates Warning, John Dibiase, Joey Vera, Mark Zonder, Bobby Jarzombek, τον παλιό επίσης γνώριμο του γκρουπ, Frank Aresti στις κιθάρες, καθώς και τους μπασίστες Steve Di Giorgio και George Hiddeous, τον πολυμουσικό των Cynic, Sean Malone,  τους ντράμερ Thomas Lang, Baard Kolstad και Matt Lynch.

Από την άλλη, φαίνεται πως η μεταφορά της «εξωσυζυγικής σχέσης», που ταιριάζει στην ευρύτητα και την ελευθερία της σύμπραξης των δυο παλιών φίλων, ιντριγκάρει θετικά τον Matheos. Και αυτός από την πλευρά του, γνωρίζει καλά πώς να προκαλέσει αναφλέξεις και να εξιτάρει τον Arch. Δεν είναι άλλωστε και το ευκολότερο πράγμα, να παρασύρεις από τα ήρεμα νερά μιας ευτυχισμένης οικογενειακής ζωής 30 χρόνων, και να βάλεις έναν περιστασιακό δημιουργό να ψάξει στη σοφίτα της μνήμης του για τα κατάλληλα ερεθίσματα.

Το αποτέλεσμα δείχνει πως αυτό πράγματι συμβαίνει. Η μουσική βάση του Matheos στηρίζεται στα συμπαγή και γεμάτα ριφ που επικράτησαν  στο “Theories Of Flight”, ενώ συχνά αλληθωρίζει και σε πιο κλασικές φόρμες. Σε μια συλλογή τραγουδιών με αυτό τον τίτλο, με προσωπικές θύμησες και ιστορίες για δαίμονες του παρελθόντος, μια κατάδυση στον θάνατο του χειμώνα με την προσμονή της αναγέννησης, δεν θα μπορούσαν να λείψουν και τα εμβόλιμα, κρυστάλλινα πεδία που μοιάζει  να αναδεικνύουν και να κορυφώνουν την εκφραστική ιδιαιτερότητα του Arch.

Είναι πραγματικά μια σημαντική πολυτέλεια να ακούς ακόμα σήμερα έναν από τους πιο ιδιαίτερους και ξεχωριστούς ερμηνευτές της γενιάς του στον χώρο, να διατηρεί το άγγιγμα του παραμυθιού, να συνεχίζει να είναι μοναδικά εξωτικός και ευαίσθητος, να αναπαράγει μια άλλη αίσθηση αφηγηματικότητας. Στις συνθέσεις που η ευελιξία των διαθέσεων και των θεμάτων ανοίγουν στην ικανότητα του Arch τολμηρές εκφραστικές υποθέσεις, με αποκορύφωμα τα “Wanderlust”, “Tethered”, και “Kindred Spirits”, στέκεσαι με δέος μπροστά στις επιλεκτικές του μνήμες που κάνουν τη φωνή του να χορεύει στις ταλαντώσεις του συναισθήματος.

Ο Matheos έχει, μάλλον έξυπνα, γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στις τελευταίες του ρυθμικές φόρμουλες και μια πιο κλασικότροπη σειρά από ριφ σε τραγούδια όπως το ευθύ “Wrath Of The Universe”, ή το “Pitch Black Prism”, ενώ ο Arch παραμένει εύκολα ένας από τους ελάχιστους metal τραγουδιστές που μπορεί να ζωντανέψει τραγούδια με τίτλους όπως για παράδειγμα το “Vermilion Moons” και να ταξιδέψει τον τυπικό ακροατή του είδους. Λίγο χαμηλότερα ίσως από το συνθετικό σύνολο στέκεται το άμεσο “Straight And Narrow”.

Υπάρχει μια βάσιμη φήμη πως ο Matheos είναι ένα μεγάλο, ήρεμο πειραχτήρι… Ο τίτλος του άλμπουμ με τις δυο λέξεις να συγκρούονται, μοιάζει κάπως με την ιδιαίτερη περίπτωση του John Arch: βγαίνει από το ήσυχο καβούκι του μετά από οχτώ χρόνια απουσίας και τραντάζει τους αισθητήρες συγκεκριμένων ακροατών σε διάφορα σημεία του πλανήτη, με έναν τρόπο που μόνο αυτός έχει. Μετά, συνεχίζει να πηγαίνει με τη μηχανή του, ταξιδεύοντας καθημερινά από τον ήσυχο τόπο που ζει στη δουλειά του.

Ειρηνικά αινιγματικός και περίεργος είναι ο ίδιος άνθρωπος που θα εμπνευστεί να γράψει τραγούδι από τις παρατημένες κούκλες στα σχολεία και τα σπίτια του Τσέρνομπιλ, ενώ θα συνεχίσει να εργάζεται τώρα πια σε εταιρία που κατασκευάζει ηλεκτρονικά και κυκλώματα για μαχητικά ελικόπτερα Apache, μαχητικά αεροσκάφη και συστήματα ραντάρ…

Arch / Matheos “Tethered”

740
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…