Τέλος του εορταστικού διβδόμαδου του Πάσχα (με τη σφήνα της Εργατικής Πρωτομαγιάς τη δεύτερη εβδομάδα να σε προσκαλεί να «πιάσεις» το Μάη – ή ό,τι άλλο θες, εγώ δεν κρίνω), και όλοι αισθανόμαστε –το ελάχιστο- μια νοσταλγία για αυτές τις μέρες καθώς πλησιάζει μια Δευτέρα σαν τις άλλες. Τι άλλο για να πνίξεις την τσαντίλα της επιστροφής στα καθέκαστα από λίγο α π α λ ό death metal (και λίγο grind, αλλά σε αυτό θα αναφερθώ αργότερα) στο Ναό (Temple, μη μπερδευτεί κανείς με οποιονδήποτε άλλο σφετεριστή του ονόματος); Μετά τις λογοτεχνικές μου ακροβασίες, ας περάσουμε στο προκείμενο, το οποίο είναι οπωσδήποτε ζουμερό, μετά από τέτοιο ηχητικό ξυλίκι.
Τέσσερα συγκροτήματα ήρθαν να κάνουν πανικό στη χώρα της Αθήνας, έτοιμα να μοιράσουν riffs για ξεσβέρκωμα μέχρι τελικής πτώσεως. Σύντομα θα καταλάβετε πως δεν αστειεύομαι όταν πρόκειται για death metal, επειδή και αυτοί που παίζουν είναι εκτελεστικά προσηλωμένοι και άκρως επιθετικοί, αν και πρόκειται περί ευγενεστάτων ψυχών.
Η ξενέρα που έφαγα, παρόλα αυτά, με τον κολλητό μου (τουλάχιστον τσιμπήσαμε καλό σουβλάκι αναμονής, ε Δημήτρη;) όταν φτάσαμε στην πόρτα του venue μισή ώρα μετά το υποτιθέμενο άνοιγμα των θυρών για να μας πουν ότι πρέπει να περιμένουμε εικοσιπέντε (25!) λεπτά ακόμα για το άνοιγμα δεν περιγράφεται, αλλά το lineup ήταν πολλά υποσχόμενο για να αισθανθώ περαιτέρω αρνητικά συναισθήματα. Το άλλο που επίσης μου προξένησε μια όχι και τόσο θετική εντύπωση ήταν ότι δεν υπήρξε καμία προειδοποίηση από την αρμόδια εταιρεία για την καθυστέρηση καθώς και για την ακριβή ώρα εμφάνισης των συγκροτημάτων, η οποία είχε και μία διόλου ευκαταφρόνητη αιτία (πρόβλημα στο soundcheck: προφανώς και τα παιδιά τερμάτισαν όλα τα «μπλιμπλίκια» στις κονσόλες).
Και εκεί τελειώνουν τα αρνητικά, ουσιαστικά, καθώς οι Birth Of Depravity ανέβηκαν στη σκηνή και ξεκινήσανε σαν ορμητικός, παχύρρευστος και καυστικός χείμαρρος, χωρίς καν να συστηθούν. Το ερεβώδες brutal death τους σηματοδότησε την έναρξη εμφατικά με ένα «πυροβόλα πρώτα/ρώτα μετά» ύφος. Οι συνθέσεις τους ήταν πηχτές αλλά καθόλου δυσκίνητες, με ηχητικούς λαβυρίνθους στην κιθάρα, η οποία ήταν σεμιναριακής ποιότητας, με τις απόκοσμες δυσαρμονίες να μου γαργαλούν ευχάριστα τα ώτα.
Το μπάσο ακουγόταν πεντακάθαρα στη μίξη και ήταν ο απόλυτος και απαραίτητος ογκόλιθος για να ντύσει το μεγαθηριακό τυμπανικό στυλ στα τύμπανα, τα οποία νομίζω ξεκουρδίστηκαν σε μια φάση από την πρωτοφανή βαρβαρότητα στα χτυπήματα, ενώ τα φωνητικά-χαλασμένο σιφώνι (χωρίς παρεξήγηση) επιβεβαίωσαν τις προθέσεις του συγκροτήματος. Η εκτελεστική απόδοση ήταν ακριβώς αυτό που περίμενα να ακούσω με το που πέρασαν τα πρώτα πέντε δευτερόλεπτα και ευχαριστώ τη μπάντα γι’ αυτή την εμπειρία στο πρώτο μου all death metal live.
Στο χώρο υπήρχε ένας έτερος Μήτσος, ο οποίος τσίμπησε μια αφιερωσούλα περίπου στα μισά αυτής της εμφάνισης –τυχερέ! Μετά το πέρας της παράστασής τους, είχα την ευκαιρία να ανταλλάξω δύο λόγια με τον κιθαρίστα, ο οποίος μου επιβεβαίωσε το δημιουργικό εκτελεστικό άγχος που είχα παρατηρήσει από τη «μαγκωμένη» του στάση ενόσω έπαιζε (σαν κλασικός κιθαρίστας ένα πράγμα), πράγμα που με ώθησε στο να του εξηγήσω το πόσο δεμένο ήταν το αποτέλεσμα στα μάτια μου (μα και των υπολοίπων, θαρρώ). Γρηγόρη, Θοδωρή, Θάνο και Δημήτρη, keep on slammin’!
Birth Of Depravity setlist:
1. Epochs In Stasis
2. Inside The Infinity Hole
3. Into Corporeal Form
4. Misconceived Superiority
5. Dehumanization
6. Enhanced Pestilent Conquest
7. Realms Of The Absurd
8. Great Singular Paradigm
9. To Bear Witness
Σειρά είχαν οι φοβεροί και τρομεροί Abyssus, που ήθελα να τους δω από το 2015, οπότε είχε κυκλοφορήσει το “Into The Abyss” LP τους. Φανερά πιο κλασικό death metal, με δύο κιθάρες, έναν φωνητικό όλεθρο που άλλοτε μου θύμιζε τους εξαιρετικούς Death και άλλοτε φλέρταρε με τα Slayer-ικά riffs, μπασίστα μάγο level over 9000 και τύμπανα πιο εμφατικά κι από την ανάγκη να βγει ο καταραμένος δεύτερος δίσκος των αδικοχαμένων Control Denied.
Τα φωνητικά, με την ωραία ‘90s εκφορά τους έκαναν τους στίχους πιο ευδιάκριτους από την ασαφή brutal ομίχλη της προηγούμενης εμφάνισης. Μιας και αναφερθήκαμε στην πιο ωμή και ξεκάθαρη old school death αύρα τους, να πω ότι τα κιθαριστικά σολίδια ήτο αυξανόμενης ποιότητας από κομμάτι σε κομμάτι, με το τελευταίο μάλιστα να μου τινάζει και λίγο τα μυαλά στον αέρα. Όσο έπαιζε το συγκρότημα αισθανόμουν και πάλι 15 χρονών… εντάξει, δεν είναι και τόσα χρόνια πίσω, αλλά λένε ότι τα ακούσματα στην ηλικία των 14-15 σε σημαδεύουν για όλη σου τη ζωή… με βλέπω με πι και εξάρθρωση αυχένα στα 80. Μια απολαυστική εμφάνιση από ένα εξαιρετικό συγκρότημα.
Abyssus setlist:
1. Into The Abyss
2. Across The Fields Of Death
3. Entrhone The Insane
4. Echoes Of Desolation
5. Operation Ranch Hand
6. Unleash The Storm
7. Sacrifice
8. Summon The Dead
9. Metal Of Death
10. Those Of The Unholy
Με την ταχύτητα υπέρτατων Ninja μαχητών (και μια ασπρόμαυρη tribal κορδέλα στο κεφάλι του frontman) και με την πιο ΦΑΠΑ-ΞΑΠΛΑ είσοδο (πρέπει να έπαιξαν τρία κομμάτια σε ένα λεπτό), οι Progress Of Inhumanity σαρώσανε κυριολεκτικά τα πάντα και για τα 23 λεπτά (και 23 κομμάτια) που έπαιξαν ξέχασα ότι είχε χαθεί τόσος χρόνος στο soundcheck και -σχεδόν- κατάφεραν να με στείλουν μέσα στη λαίλαπα του κέντρου για να συνεστιαστώ με τους υπόλοιπους και να ανταλλάξω σωματικές εκφράσεις βίαιης εκτίμησης και αμοιβαίας κατανόησης του πόσο υπέροχο ήταν αυτό το grind που διαπόμπευε τα «ωτασπιδωμένα» τύμπανά μου (φλώρος).
Αισθάνθηκα να με αγκαλιάζουν ταυτόχρονα οι Carcass με τους Napalm Death ενώ με χάιδευαν απρεπώς οι Converge (οι τελευταίοι με τα πιο μεταλλικά hardcore σκισμένα φωνητικά τους και όχι τόσο την αισθητική τους). Ο κιθαρίστας μου έδωσε την εντύπωση χρονικά μετατοπισμένου ρεμπέτη, ο οποίος όμως σάρωνε την ταστιέρα με φρενήρη ταχύτητα και αξιοσημείωτη ακρίβεια. Τα φωνητικά με κέρδισαν πραγματικά, ειδικά όταν στη μέση περίπου άρχισαν να μετατρέπονται σε κραυγές οργής από σκισμένα κρεσέντο απελπισίας.
Το μπάσο ομολογώ ότι δεν το διέκρινα τόσο εύκολα, αλλά αυτό οφείλεται αποκλειστικά στην ηχητική προσέγγιση του grind, παρά στην απουσία ικανότητας από το μπασίστα. Τα τύμπανα, με το σχεδόν μινιμαλιστικό τους στήσιμο και έναν μανιακό ο οποίος έβαζε κάτω Dino Cazares και Adam Jarvis μαζί (υπερβολή; σίγουρα, μα έτσι αισθάνθηκα τότε), θα ήταν τα αγαπημένα μου από όλη τη βραδιά, αν δεν επόταν η επόμενη εμφάνιση…
Progress Of Inhumanity setlist:
1. The Referral Bonus
2. Succumb
3. Scene Critics
4. Boss’s Pet (Stomp On Your Own Kind)
5. Yearning Vastness
6. Sweaty Hands
7. Safety Off
8. Enter Repression
9. Unresolved
10. Expendable Bliss
11. Bonghead Haunt
12. The Motivational
13. Hatred Mentality
14. Tit For Tat
15. Greedy Ruthless Nation
16. Zero #2
17. Talk The Walk
18. Assimilation Weight
19. Coalition
20. The Shift Delusion
21. Gruesome Disposition
22. Appalled By Yoursellf
23. Uncertain Future
Τώρα, να κρύψω ότι το όνομα που μου «πούλησε» την εμφάνιση είναι αυτό των Mass Infection
Ανοίξανε το χορό τους με την εναρκτήρια δυάδα από το νέο τους άλμπουμ “Shadows Became Flesh”, το οποίο κυκλοφόρησε στο τέλος της περασμένης χρονιάς. Ένα άλμπουμ που δεν με είχε ενθουσιάσει όσο ο προ τεσσάρων ετών προκάτοχός του, που η ζωντανή του απόδοση, ωστόσο, το δικαιώνει πλήρως. Με το «Enslave The Earth” (από το δεύτερο δίσκο τους, “The Age of Recreation”) συνειδητοποίησα το πόσο αποφασισμένοι ήρθαν και μου επιβεβαίωσαν την κυριαρχία τους στον ευρύτερο χώρο του death. Ομολογώ ότι, με τη δυναμική που ξεκίνησαν να εκτελούν τα κομμάτια τους, μέχρι το “The Scourge of Living Forms” η μπλούζα μου θα είχε γίνει σημαία. “The truth is, the game was rigged from the start”, που λένε και στο Fallout: New Vegas.
Είχα προετοιμαστεί για εκτελεστική δεινότητα σαφώς ανώτερη από όσα είχα ακούσει μέχρι στιγμής, καθώς τα φίλτατα παλικάρια από τη Λ(ε)ιβαδειά (βγήκαμε και κοντοχωριανοί) με έχουν κακομάθει σε βάναυση αυστηρότητα και μέτρο από την πρώτη στιγμή που εναπόθεσα τα αισθητήρια όργανα της ακοής πάνω στην “τεχνικιάρα” αλλά καθόλου στείρα συνθετική τους μαγεία. Και αυτήν ακριβώς έλαβα, για τον ελάχιστο (και μέχρι το τέλος να έμενα τόσος θα μου φαινόταν, ελάχιστος) χρόνο που παρέμεινα στην νεκρομεταλλική μυσταγωγία τους. Με απόλυτο σεβασμό στη μουσική τους, ήταν ακριβείς μέχρι και την τελευταία σταγόνα ιδρώτα που έπεφτε από τα καλπάζοντα riffs.
Ο “ψηλός” στο μπάσο ήταν μια επιβλητική, αλλά πράα παρουσία που πλαισίωνε ολοκληρωτικά τον ορυμαγδό των υψηλών ταχυτήτων στις κιθάρες και τα τύμπανα (lineup χωρίς Γιάννη, προκοπή δεν κάνει). Στο drumkit, σαν πυγμάχος που θέλει να μείνει ζεστός, ο πραγματικός φονιάς της υπόθεσης έσκασε με φούτερ με κουκούλα. Όταν δε, έβαλε τις ωτοασπίδες, ήξερες ότι τα πράγματα επρόκειτο να σοβαρέψουν, και η ροή του στα κύμβαλα και τις λοιπές τζιριτζάντζουλες ήταν πραγματικά αποστομωτική.
Φωνητικά, ο Γιώργος στεκόταν και έπαιζε θυμίζοντάς μου τον αείμνιστο Chuck Schuldiner, κερδίζοντας το θαυμασμό μου σαν κιθαρίστας και τραγουδιστής (μάλλον ξελαρρυγιαστής). Στην έτερη κιθάρα, ο Νίκος ήταν αδιαχώριστος από το Γιώργο και έπαιζαν σαν μία ενιαία, εξάχορδη μάζα θανάτου. Ζητάω πολλά που θέλω να τους δω δίπλα στους επίσης δικούς μας Dead Congregation; Επιφυλάσσομαι για την επόμενη φορά, όπου και ελπίζω να παίξουν περισσότερα κομμάτια από το πολυαγαπημένο “For I Am Genocide” (παρακαλώ πολύ;), καθώς και σε ένα μεγαλύτερο χώρο, μπας και παιχτεί καμιά καλή κλωτσοπατινάδα.
Mass Infection setlist:
1. Ominous Prevision
2. Demise of The Almighty
3. Enslave The Earth
4. Savagery Incarnate
5. Oath To Nothingness
6. Spiritual Entropy
7. The Scourge of Living Forms
8. Equal To Slime
9. To The Lords Of Revulsion
10. Shadows Became Flesh
Μια ζωντανή εμφάνιση που δυστυχώς με άφησε να ζητώ περισσότερα (οι συνθήκες γαρ ευθύνονται, όχι τα συγκροτήματα), αλλά σίγουρα μου έδειξε ότι, στο ακραίο metal, αυτή η χώρα μπορεί να κοντραριστεί στα ίσα με άλλες παγκόσμιες (και πιο πολυετείς) δυνάμεις. Από τις ζητωκραυγές και τα χειροκροτήματα στο Temple μέχρι το παραλήρημά μου στον ως τον ΗΣΑΠ (και λίγο μέσα σε αυτόν), αυτό το βράδυ θα μείνει αξέχαστο στην υποτυπώδη ανθρώπινη μνήμη μου.
Φωτογραφίες : Χρήστος Λεμονής / Chris Lemonis Photography