Τελευταία ημέρα Μαρτίου και ο “μουσικός μονόδρομος”, οδηγούσε αναμφισβήτητα στο Piraeus Academy, για μία εξόχως αναμενόμενη εμφάνιση του θρυλικού UDO και της μπάντας του. Μίας εικονικής φιγούρας στο χώρο του metal, που βρίσκεται, συνολικά, στο 54ο έτος της ενασχόλησής του με τη μουσική και όντας για πολλά χρόνια μέλος, μίας σημαντικής μπάντας, που έγραψε ιστορία και “χάραξε νοητές οδούς” στο χώρο του κλασικού heavy metal.
Όσοι φτάσαμε νωρίς στο χώρο του show, διαπιστώσαμε ότι ήμασταν…… πολύ λίγοι! Έτσι, στις 19.30 που οι Kiss of the Dolls βγήκαν στη σκηνή, ζήτημα ήταν να αντίκρισαν καμια 30αριά ανθρώπους. Δεν φάνηκαν να πτοούνται ιδιαίτερα οι φίλοι μας από τη Ρίγα της Λετονίας, ούτε από το ανωτέρω στοιχείο, αλλά ούτε και από την αρχική, όχι ιδιαίτερα καλή “ηχητική απεικόνιση” της δουλειάς τους, που βελτιώθηκε προς το τέλος του show. Ιδιαίτερη μπάντα, αυτοπροσδιοριζόμενη ως blues metal, “λιγομίλητη” και μάλλον ελλιπής, αν ανατρέξεις σε έρευνα γι’ αυτούς. Άλλωστε, εμφάνισαν και μία “συνεργασία”, με τον κιθαρίστα των Red Partizan, o οποίος τους συνόδευσε με ένα “σολάρισμα”.
Εντύπωση μου προκάλεσε, ότι ο κιθαρίστας και τραγουδιστής δεν χρησιμοποίησε ποτέ πένα, αλλά και ότι ο κιμπορντίστας τους και φαινομενικά “ψυχή” και “μαέστρος” της μπάντας, έμοιαζε λες και είχε βγει από jazz συγκρότημα, με τέτοια “ψήγματα” και σε κάποιες νότες του. Αυτός που ξεχώρισα από το group ήταν ο drummer, που ήταν και ο πιο ορεξάτος και “μέσα στο κλίμα” της περίστασης. Βελτιώνοντας τις μουσικές τους ιδέες και “αναθερμαίνοντας” τη σκηνική τους παρουσία, που ενδεχομένως να ήταν και “αντανάκλαση άγχους” (ο drummer έδωσε μπαγκέτα με την ατάκα “Anyone?”), μπορούν να δείξουν περισσότερα πράγματα, αφού και το χειροκρότημα του κόσμου, ήταν μάλλον χλιαρό.
Με συνέχεια της πιστής τήρησης του χρονοδιαγράμματος, στις 20.15, οι Red Partizan εμφανίστηκαν μπροστά μας, με τον κόσμο να έχει υπερδιπλασιαστεί, ενώ μέχρι να ολοκληρώσουν το setlist τους (και για καλή τύχη του κόσμου!), είχε γίνει αρκετός. Για καλή τους τύχη, γιατί κατά τη γνώμη του γράφοντα (και όχι μόνο, απ’ ότι φάνηκε!), ήταν πραγματικά εντυπωσιακοί! Μία δεμένη μπάντα, με καλές συνθέσεις και μουσικές ιδέες, με εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, διακριτούς ρόλους και πολύ καλή σκηνική παρουσία. Το ταίριασμα των “βαρύτονων” φωνητικών του frontman και των αντίστοιχων “αιθέριων”, οπερετικών ή μη, γυναικείων δεύτερων, ήταν αρμονικό. Συνεισφορά αρμοστή, και στον τομέα των φωνητικών, και όλων των υπολοίπων μελών, καθώς όλοι συμμετείχαν. Η ενέργειά τους, μαζί με τον πολύ καλό ήχο, συνετέλεσαν σε μία άψογη, τελική εικόνα.
Ο μπασίστας του group, έδωσε όχι μόνο το κάτι παραπάνω, αλλά ουσιαστικά μία ξεχωριστή παράσταση, κάνοντας και την ευχάριστη έκπληξη, με την έμπνευσή του να κατέβει στον κόσμο, παίζοντας ανάμεσά τους. Σημαίνουσα στο τελικό αποτέλεσμα και η θεατρική παρουσία και οι χορευτικές κινήσεις της κυρίας του group, αν και ήταν, γενικότερα, αρκετά προβαρισμένοι και “δουλεμένοι” για τη σκηνή.
Οι εκ πρώην Γιουγκοσλαβίας προερχόμενοι και “γερμανοθρεμμένοι” μουσικοί, έδειξαν επίσης ότι έχουν δώσει ιδιαίτερη σημασία στον στίχο των τραγουδιών τους, που έχει έντονα προσωπικό και ιστορικό χαρακτήρα σε αρκετά κομμάτια. Αναζητώντας τους, διαπιστώνεις ότι δεν έχουν δισκογραφικό συμβόλαιο, και προσπάθησαν να προωθήσουν το νέο τους δίσκο “Rebels & Partizans”, ο οποίος από τα πρώτα του δείγματα, δείχνει αξιόλογος. Highlights, τα Memories (αφιερωμένο σε όσους δεν είναι εδώ) και Veterans (αφιερωμένο στους βετεράνους πολεμιστές).
Συνολικά, το πρόσημο ήταν σίγουρα θετικό και αποτυπώθηκε και στην μεγάλη αποδοχή του κόσμου, που τους έδινε συγχαρητήρια και στο τέλος της βραδιάς, που τους συναντούσε πριν την έξοδο.
Οι δείκτες έδειχναν περίπου τις εννιάμισι, όταν ο Dirkschneider “Junior”, μας χαιρέτησε πρώτος, πίσω από το drum kit του. Η υπόλοιπη μπάντα ακολούθησε, πριν η χαρακτηριστική, ιστορική φιγούρα του UDO, ξεπροβάλλει στη σκηνή και αρχίσει να “εκτοξεύει” τα πρώτα λόγια του “Tongue Reaper”, συνεχίζοντας με το “Make the Move” και επιβεβαιώνοντας τις πληροφορίες που ήθελαν να τιμάει το τελευταίο του πόνημα με τα ενακτήρια του album, το οποίο σίγουρα ήταν στα κορυφαία της χρονιάς που πέρασε και αξίζει να του δώσουν προσοχή όσοι δεν το έχουν κάνει.
Το riff του “24/7” ηχεί και το κοινό “μπαίνει ζεστότερα στην εξίσωση”, ήδη νιώθοντας πως ένα ηδονικό, μουσικό ταξίδι έχει αρχίσει. Μικρή ανάσα, και το “ Mastercutor” από τον ομώνυμο, αυξάνει τα επίπεδα headbanging, μαζί με το “Metal Machine” λίγο αργότερα, και ενώ μεσολαβεί το “A Cry of a Nation”, και τα δύο από το “Steelhammer” του 2013.
Ο UDO, έχει αποφασίσει να συνταιριάξει κομμάτια από σχεδόν όλη την προσωπική του δισκογραφία, προ και μετά επανενώσεως με τους Accept, και οι δεκαετίες περνούν μπροστά στα μάτια μας, σαν να ταξιδεύουμε σε χρονομηχανή. Από το 2013 στο 1997 και το “Independence Day” (“Solid”), πίσω στο 2018 με “In the Heat of the Night” (“Steelfactory”), “Vendetta” (“Mastercutor”, 2007) και πάλι 2018, με “Rising High”.
Η μπάντα άψογη και αντάξια αρωγός ενός σημαντικού frontman, υποστηρίζοντάς τον ουσιαστικά, μην αφήνοντας να δημιουργηθεί υποψία “ψεγαδιού” στο συνολικό show.
Τα κομμάτια των solos, του ενός εκ των δύο κιθαριστών, αλλά και του υιού Dirkschneider , μαζί με τον μπασίστα Tilen Hudrap (οι δυο τους προσπάθησαν να ανεβάσουν περισσότερο τον κόσμο, αλλά και να πάρουν ενέργεια από αυτόν), δεν κούρασαν καθόλου, έδωσαν απαραίτητες ανάσες στο “γερόλυκο της ομάδος” και απέσπασαν θετικές γνώμες, για την ικανότητα των μελών της μπάντας.
Ενδιάμεσά τους, είχε προηγηθεί η σημαντικότερη, σύμφωνα με την αντίληψη και τις αισθήσεις μου, στιγμή της βραδιάς. Το πιο ήρεμο μέρος της, με το δίδυμο των “In the Darkness” και “I Give as Good as I Get”, προκάλεσε και τα δυνατότερα συναισθήματα. Κατά τη διάρκεια δε του δεύτερου, ένιωσα σαν “τσουτσουρισμένη”, ανατριχιασμένη γάτα, με το τρίχωμα των χεριών να έχει πάρει την άγουσα.
Ένιωθες ότι από το λαρύγγι αυτού του ανθρώπου, που παραμένει μία από τις χαρακτηριστικότερες και σημαντικότερες φιγούρες της metal μουσικής, με φωνή που είναι απίστευτα αναλλοίωτη στο χρόνο αναλογικά και με την ηλικία, ότι ήταν σαν να βγαίνουν θύμησες, αξιοπρέπεια, αγάπη για τη μουσική και ανεξάντλητες δυνάμεις,για περαιτέρω προσφορά. Δωρικός και λιτός καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης, ξεδιπλώνοντας μία ζωή προσφοράς.
Προσφοράς, που έβλεπες και ένιωθες τριγύρω σου, να αποτυπώνεται χαρακτηριστικά και υπό μορφήν μειδιάματος και γυαλισμένων ματιών, στους περισσότερους παρευρισκόμενους, με τους οποίους συνδεόταν με μία μακρόχρονη, αληθινή και σημαντική σχέση ζωής.
Σημαντικές επίσης στιγμές, το “Heart of Gold” του 1990 και η επική κομματάρα “One Heart One Soul”, που έμοιαζε σαν ένας οδηγός για έναν καλύτερο κόσμο.
Δυστυχώς, είχε ήδη να μετράει αντίστροφα η κλεψύδρα της απολαύσεως και το encore ήρθε, απλά, να προσθέσει περισσότερο σε αυτήν. Ξεκινώντας με το “Holy”, έφτασε να το πλαισιώσει με τς κομματάρες “Animal House” και “Man and Machine”, τελειώνοντας με το εικονικό “They Want War”, με τον κόσμο να έχει ενθουσιαστεί και να αποθεώνει την “παλιά καραβάνα”.
Φεύγοντας εκείνο το βράδυ από την Πειραιώς, δεν ξέρω αν πολλοί θα έχουν να πουν σε επόμενες γενεές, ότι ζήσανε μία από τις καλύτερες συναυλίες της ζωής τους. Σίγουρα όμως, όλοι θα έχουν να πουν για έναν συγκινητικό “γεροτυπά”, που σεβόμενος πάνω από 50 χρόνια το κοινό του και τη μουσική που αγαπάει, έδειξε ένα ανοιξιάτικο βράδυ στην Ελλάδα, την πεμπτουσία του να είσαι απλός, αληθινός και συνάμα μαγικός και ουσιώδης.
U.D.O. setlist :
1. Tongue Reaper
2. Make the Move
3. 24/7
4. Mastercutor
5. A Cry of a Nation
6. Metal Machine
7. Independence Day
8. In the Heat of the Night
9. Vendetta
10. Rising High
11. Guitar Solo (Fabian Dee Dammers)
12. In the Darkness
13. I Give as Good as I Get
14. Timebomb
15. Drum/Bass Solo
16. Hungry and Angry
17. Heart of Gold
18. One Heart One Soul
Encore :
Holy
Animal House
Man and Machine
They Want War
Φωτογραφίες : Διονύσης Παρθενιάδης / Dionisis Partheniadis ∞ Photos