MOTHER OF MILLIONS

Για τους ακροατές που εκτιμούν παραπάνω τη χρήση του σκληρού ήχου μέσα από το φίλτρο του μυαλού αλλά και της καρδιάς, είναι πια κοινή διαπίστωση πως οι αγαπημένοι Mother Of Millions αποτελούν μια πολυτέλεια για την προοδευτική σκηνή της χώρας. Πριν καλά καλά εκτιμήσουμε μέχρι εξάντλησης τον πλούτο του “Sigma”, έρχεται το νέο τους χτύπημα με τον τίτλο “Artifacts”. Ο κιθαρίστας του γκρουπ, Κώστας Κωνσταντινίδης απολογείται για την ευχάριστη ενοχή του νέου χτυπήματος.

Αν θυμάμαι καλά, το “Sigma” κυκλοφόρησε λίγο πριν το τέλος του 2017, και τώρα το “Artifacts” μας έρχεται μόλις τον 3ο μήνα του 2019. Είναι μια γόνιμη περίοδος για το γκρουπ και ποιες ιδιαίτερες συγκυρίες θεωρείτε πως σας κάνουν παραγωγικούς;
Η περίοδος του Sigma μας έδεσε αρκετά, όχι μόνο από τη σκοπιά των εβδομαδιαίων και πολύωρων studio sessions. Ήταν η πρώτη φορά που ταξιδέψαμε με τη μουσική μας εκτός συνόρων, λύσαμε ζητήματα σαν ομάδα. Επίσης είμαστε οι ίδιοι άνθρωποι σχεδόν 10 χρόνια, οπότε συνεχίζει ο ένας τη μουσική ιδέα του άλλου σαν να συμπληρώνει τις προτάσεις του. Δεν βγήκε, φυσικά, αβίαστα το Artifacts, υπήρξε μια πίεση από τους συνεργάτες μας για την κυκλοφορία, υπήρχε ο κίνδυνος να επαναληφθούμε, περάσαμε πολλές μέρες στο studio για την παραγωγή, αλλά το είδαμε σαν πρόκληση και νομίζουμε ότι απέδωσε.



Έχετε χαρακτηρίσει το “Artifacts” σαν μια ιστορία για ιδέες και συναισθήματα ως αντικείμενα με τελετουργική αξία. Μπορείτε να φωτίσετε λίγο παραπάνω τις γωνίες της ιστορίας καθώς και την πηγή της έμπνευσης γι’ αυτή;
Στο Artifacts φανταζόμαστε έννοιες, όπως η ελπίδα, ο φόβος, η θνητότητα, η παράδοση και η ρίζα, η πατρίδα και ο πόλεμος, ως όγκους που μεγαλώνουν από την παιδική μας ηλικία και βαραίνουν την πορεία μας, όπως ο βράχος του μυθικού Σίσυφου. Η μεταχείριση των εννοιών αυτών έχει συχνά μια θρησκευτικότητα και η δική μας προσέγγιση έχει μια, ας πούμε, αιρετική διάσταση. Δεν μπορεί κανείς να ξεγελάσει τα βάρη του, αλλά μπορεί συνειδητοποιώντας το χαρακτήρα τους, να βρει συνοδοιπόρους. Πηγές έμπνευσης, σαν αφετηρία, ήταν το ποίημα «Πατρίδα» της Κολομβιανής Maria Mercedes Carranza και κείμενα του Έλληνα συγγραφέα Δημήτρη Δημητριάδη.



Η μουσική σας συνεχίζει να είναι με συνέπεια εσωτερική και να συμπορεύεται με ιδιαίτερα θέματα. Σε μια εποχή που ο άνθρωπος μένει συνήθως στη βιαστική επιφάνεια των εντυπώσεων, ποιά πιστεύετε πως είναι τα δυνατά χαρτιά σας που θα κάνουν τον ακροατή να σκάψει βαθύτερα στα τραγούδια;
Είμαστε στην εποχή του ζάπινγκ η αλήθεια είναι, αλλά η ανάγκη του ανθρώπου να εκφραστεί και να ταυτιστεί μέσω της τέχνης παραμένει. Μια καλή ταινία θα κρατήσει το ενδιαφέρον σου για κάποιες ώρες, ένα ωραίο βιβλίο επίσης. Ένας δίσκος που δεν έχει νοοτροπία single/fillers νομίζω ότι μπορεί να το πετύχει εξίσου. Χαιρόμαστε ιδιαίτερα όταν κόσμος που έρχεται σε επαφή με το Sigma, μας λέει πως το αφήνει να παίζει ολόκληρο γιατί αυτός ήταν εξ αρχής ο στόχος μας. Το ίδιο θέλουμε και για το Artifacts, να δώσουμε ένα έργο που έχει μεν αυτοτελή τραγούδια αλλά παράλληλα ενιαία λογική.



Το ύφος της μουσικής σας έχει χαρακτηριστεί-μέσα στην ευρύτερη έννοια του όρου-σαν progressive rock/metal. Είναι φυσικά φανερό πως δεν είστε οι μουσικοί που θα πολεμήσουν για να παρατάξουν αμέτρητες νότες σε ελάχιστες στιγμές ή να φλυαρήσουν σε μονόλογους δεξιοτεχνίας. Πως αντιλαμβάνεστε τη θέση σας μέσα σε αυτό τον χώρο, ποια είναι η δική σας αντίληψη για την πρόοδο και την εξέλιξη σχετικά με τη μουσική; Πιστεύετε πως υπάρχουν σήμερα περιθώρια διαφοροποίησης και καινοτομιών στον χώρο αυτό;
Το progressive σαν «ιδίωμα» αυτοακυρώνεται όταν εγκλωβίζεται σε νόρμες και συγκεκριμένη μορφολογία. Για εμάς progressive σημαίνει διαρκής εξέλιξη όχι μόνο στη μουσική, αλλά και στο λόγο, στην επαφή μας με την τέχνη συνολικά, στον εμπλουτισμό των αναφορών μας και κοινωνικοπολιτικά. Προσπαθούμε να είμαστε γενικά δραστήριοι.

Για άλλη μια φορά, το νέο άλμπουμ ενισχύει το περιεχόμενό του από μια σπουδαία παραγωγή. Θα μας δώσετε λίγες πληροφορίες για τους συντελεστές του ήχου και τη συνεργασία σας μαζί τους;
Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε στο studio U217 (στο οποίο συστεγαζόμαστε με τους Universe217 και τους Nochnoy Dozor) και στο Encore Studio. Τη μίξη ανέλαβε ο Έκτορας Τσολάκης (HD Factory Studios) και το master ο Steve Lado, οι οποίοι είναι συνεργάτες μας από το Sigma, ενώ το εξώφυλλο και συνολικά το artwork είναι δουλειά του Bob Studio.

Για τα video συνεργαζόμαστε με τον Παναγιώτη Τσαλαβρέττα και το NAPAN Studio, που είναι μαζί μας από την δημιουργία των Mother.

Γενικά, είμαστε πολύ χαρούμενοι από τη ροή της συνεργασίας και φυσικά για το αποτέλεσμα, γιατί τα πάντα έγιναν σε ρυθμό fast-forward από τη στιγμή που είχαμε το τελικό υλικό προς ηχογράφηση.



Αποτελείτε ενεργό κομμάτι της ελληνικής σκηνής για παραπάνω από μια δεκαετία. Ποιες διαφορές και εξελίξεις έχετε διακρίνει στο πέρασμα του χρόνου;
Δισκογραφικά είμαστε ενεργοί από το ’14, άρα και η παρουσία μας άρχισε να γίνεται πιο έντονη από τότε, αλλά στα χρόνια που μεσολάβησαν από τη στιγμή που ξεκινήσαμε να παίζουμε μαζί, η σημαντική, νομίζω, εξέλιξη είναι η αφοσίωση και η σοβαρότητα ως προς ένα κοινό στόχο, σαν βασικά χαρακτηριστικά συγκροτημάτων που μετράνε κάποια μικρά ή μεγάλα βήματα.



Έχοντας μοιραστεί τη σκηνή περιστασιακά ή και περισσότερο με κάποια ονόματα του εξωτερικού, θυμάστε κάποια ιδιαίτερη συγκυρία που σας έκανε ιδιαίτερη, θετική ή αρνητική εντύπωση;
Έχουμε μόνο θετικές, μέχρι στιγμής, εντυπώσεις από σχήματα με τα οποία έχουμε μοιραστεί τη σκηνή, για το συνδυασμό επαγγελματισμού και συναδελφικότητας. Είναι αρκετά τα highlights, όπως τα πρώτα μας shows εκτός συνόρων με τους Textures και τους Extremities, οι For All We Know στην Ολλανδία, o Devin Townsend στην Αθήνα κα.

Σχεδόν όλοι οι τίτλοι των άλμπουμ και των τραγουδιών σας είναι…μονολεκτικοί. Υπάρχει μια σημειολογία σε αυτό ή απλά συμβαίνει; Μπορείτε να επιλέξετε μια ελληνική λέξη που να χαρακτηρίζει το καθένα από τα τραγούδια του “Artifacts”;
Στους τίτλους έχουμε ήδη ελληνικά «δάνεια» με τα Soma και Nema, αλλά και μια απαγγελία στη γλώσσα μας, στο τελευταίο κομμάτι Artefact, η οποία συμπυκνώνει τη θεματική του δίσκου. Τώρα για τους μονολεκτικούς τίτλους, θα δούμε που θα μας πάει.



Τέλος, με ποιους τρόπους πιστεύετε πως έχει περάσει στα τραγούδια σας η Ελλάδα με τις ιδιαιτερότητές της που βιώνουμε καθημερινά;
Η κοινωνική διάσταση των concept εμπεριέχει αρκετή σύγχρονη και μη Ελλάδα, αλλά όχι μόνο. Η επιδημία σιωπής απέναντι στην νέα έκρηξη φασιστικών τάσεων, οργανώσεων και κομμάτων σε όλη την υφήλιο, ήταν μια αφετηρία για το Sigma.

Στο Artifacts προσπαθούμε να φτιάξουμε ένα παζλ με πιο σύνθετα σύνδρομα που επηρεάζουν τις αποφάσεις, την καθημερινότητα και δημιουργούν μια δυσκινησία. Οτιδήποτε κι αν δημιουργήσει ένας καλλιτέχνης δεν μπορεί να είναι αποκομμένο από το πλαίσιο στο οποίο κινείται, ούτε προφανώς κι από τις αναφορές του.

Η Ελλάδα είναι ο χώρος που ζούμε, κινούμαστε και δημιουργούμε και είναι ιεραρχικά και το κύριό μας στοίχημα, όσον αφορά τον κόσμο που απευθύνεται η μουσική μας. Τα πρώτα μας live για την παρουσίαση του Artifacts θα είναι στο Eightball, την ημέρα της επίσημης κυκλοφορίας του album, στις 22 Μαρτίου για τη Θεσσαλονίκη και στο Gagarin στις 23 Μαρτίου για την Αθήνα. 

376
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…