JANNE WESTERLUND: “Bell”

Από την μικρή και άσημη Φινλανδική πόλη Hamina ξεκίνησε την παραγωγική καριέρα του ο ερμηνευτής και συνθέτης Janne Westerlund. Με συμμετοχές σε γκρουπ όπως οι Circle, οι Pharaoh Overlord και οι Plain Ride, ο Janne έχει δηλώσει “παρών”, σε περισσότερα από 50 albums συνολικά, και τώρα επιστρέφει με το τέταρτο προσωπικό του.

Έχοντας εκφραστεί μέσα από μία μουσική γκάμα που περιλαμβάνει το ψυχεδελικό, εναλλακτικό, πειραματικό, ακόμα και noise rock, o Φινλανδός “μονόλυκος” οδηγήθηκε  στις σελίδες του “Bell” μέσα από μία περίεργη παρορμητική διαδικασία, την ίδια στιγμή που είχε αποφασίσει να αποσυρθεί για τουλάχιστον μία πενταετία από τα μουσικά δρώμενα. Αβυσσαλέα και απρόβλεπτη όμως η ψυχή του καλλιτέχνη, τον έσπρωξε μόλις ένα δίμηνο αργότερα να ηχογραφεί τα τραγούδια που τελικά συναρμολόγησαν το “Bell”.

Όπως μαρτυρά η παραπάνω εξέλιξη, η δημιουργία του άλμπουμ είναι μία προσωπική, εσωτερική ανάγκη, μία επείγουσα εκφραστική διέξοδος για τον ίδιο : με τραγούδια που ηχογραφήθηκαν στη διάρκεια της χειμωνιάτικης νύχτας, αποτελεί έναν “εξορκισμό” για τον ίδιο και μία απόπειρα να δαμάσει το χάος του μυαλού του.

Μαζί του βρίσκονται οι συμπαίκτες του από τους Plain Ride, ο Pekka Jaaskelainen στην κιθάρα και τα λιγοστά πλήκτρα και ο Anssi Hallio στα ντραμς. Δεν υπάρχουν άλλωστε ιδιαίτερες προσθετικές απαιτήσεις στο μονοπάτι του ήχου, που έχει επιλέξει ο Janne. Από την έναρξη του “Last Of The Carnivals”, η πικρή “ακουστική φλούδα” του απόκοσμου αυτού album, κρατά τα ηνία ως το φινάλε με μετρημένες εξαιρέσεις.

Τα εννέα τραγούδια του “Bell” παρουσιάζονται απογυμνωμένα στον ακροατή, με έναν εύθραυστο αφηγηματικό σκελετό που σταδιακά συναρμολογεί το πορτρέτο ενός καταραμένου ερμηνευτή. Η ακουστική κιθάρα, το λιτό και φοβισμένο μπάντζο, τα εκλεκτικά πλήκτρα, τα πένθιμα κρουστά, μοιάζουν όλα να σέβονται την παγωμένη ησυχία μιας κουρασμένης ψυχής. Ο Janne περιφέρεται ερμηνευτικά γύρω από τη δηλητηριώδη folk του παραμυθά Bill Callahan των Smog, ανακατεύει μία μικρή δόση της γοτθικής θεατρικότητας του Martyn Bates των Eyeless In Gaza στην προσωπική του καριέρα, κι όταν μοιάζει λιγότερο ταραγμένος, παραπέμπει και στις γαλήνιες folk ελεγείες των Lambchop.

Το “Gilded Blade”, έχει μία πιο εύκολη και συμβατική πρόσβαση στο μέσο ακροατή του folk rock, ενώ στο “Talking Lake” η εξέλιξη εμπλουτίζεται ηχητικά με ευγένεια. Στο “Strange As Life-Bell” η διαδρομή ταράζεται σταδιακά και ο ήχος γεμίζει και κορυφώνεται, ενώ στο “So Vast The Fields Of Sorrow”, ο Janne αφήνει στον τραυματισμένο του ερμηνευτικό ορίζοντα μία χαραμάδα για τη ζεστασιά της φωνής της Faith Coloccia.

Το “Bell” ηχογραφήθηκε τη νύχτα και τη νύχτα θα αποκαλυφθεί στη συνολική του οδύνη. Για όσους νιώθουν πως θέλουν να σπρώξουν τις πιο σκοτεινές σκέψεις και μνήμες τους στα μακρινά δάση και χωράφια της νύχτας, το “Bell” είναι ένα λιτό, “κοκαλιάρικο” αλλά πολύ εύστοχο μουσικό εισιτήριο.

https://www.facebook.com/Westerlund.Janne

628
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…