MADDER MORTEM: “Marrow”

Έχοντας ολοκληρώσει ξανά τη διαδρομή του 7ου άλμπουμ των ριψοκίνδυνων Νορβηγών, επιχειρώντας να επιστρέψω στο φυσικό μου περιβάλλον και ξετυλίγοντας με δυσκολία την μαύρη ομίχλη που μοιάζει να κάθεται γύρω, επιστρέφω ανακλαστικά στο κείμενο του προ διετίας  “Red In Tooth And Claw”. Το τέλος του μοιάζει να συνεχίζει να συνοψίζει την αίσθηση που έχω και τώρα: “αναζητείται δικαιοσύνη”.

Αν λοιπόν ο προκάτοχός του έδειξε να διευρύνει κάπως το ενδιαφέρον για την ξεχωριστή μουσική τους, αυτό άφησε εντελώς ανεπηρέαστους τους Mortem. Τα 25 σχεδόν χρόνια ασυμβίβαστης διαδρομής είναι πια πολλά για να στρίψει το τιμόνι. Με πλοηγό την απεριόριστη φωνή της  Agnete M. Kirkevaag, το κουιντέτο ακολουθεί τις πλούσιες και αλλόκοτες εσωτερικές φωνές του και τις μεταμορφώνει σε ήχους.

Όσοι ανήκουν στους ακολούθους, τους εθελοντικά έγκλειστους στις ηχητικές σπηλιές τους, θα συνεχίσουν να χάνονται στις γλυκόπικρες αλλαγές των φανταστικών εικόνων και των πραγματικών ήχων. Το σπάνιο αυτό χαρμάνι εναλλακτικού, gothic και προοδευτικού metal που πάλλεται αρμονικά κάτω από τις αυστηρές ειλικρινείς οδηγίες του συναισθήματος, παραμένει υπέροχα κυκλοθυμικό: χαραμάδες φωτός που απλώνονται στο βελούδο της Agnete, υποχωρούν μπροστά σε λεπίδες οργής και συχνά απελπισίας. Οι συμπαγείς και ενισχυμένοι ρυθμοί και τα ριφ μοιάζουν να προστατεύουν με τις σκληρές ασπίδες τους την αμφίρροπη πάλη της φωνής.

Διακριτικά, αλλά απόλυτα πετυχημένα, η φωνή του αδερφού και κιθαρίστα/βασικού συνθέτη BP M. Kirkevaag συμπληρώνει τις στιχομυθίες στα μαύρα παραμύθια τους. Με έναν απολαυστικά μυστήριο τρόπο, οι Mortem, διατηρώντας στο ακέραιο τα στοιχεία που τους σημαδεύουν, ακούγονται ευρύτεροι, πολυσχιδείς, έτοιμοι να σε ξαφνιάσουν κάθε στιγμή, αλλά ταυτόχρονα τόσο πειθαρχημένοι και συντονισμένοι στην εσωτερικότητα και τη δύναμη της μουσικής τους.

Ανάμεσα στην εισαγωγή του “Untethered” και στο εξόδιο του “Tethered”, με το σύντομο folk μυστήριο, τα εννιά νέα τραγούδια τους δεν επιτρέπουν το παραμικρό ξέφωτο απάθειας. Και είναι πραγματικά άξιο απορίας πως αυτοί οι εθιστικοί και ταυτόχρονα ευρηματικοί ρυθμοί, ιδιαίτερα όταν απογειώνουν ιστορίες όπως το “Liberator”, ή τον ύμνο στην περιφρόνηση της θρησκείας, “My Will Be Done”, δεν έχουν τύχει ευρύτερης απήχησης.

Το διπρόσωπο “Moonlight Over Silver White” είναι εκεί για να σαγηνεύσει και να χαστουκίσει, η ευάλωτη παράσταση μιας οργισμένης jazz crooner της Agnete στο “Until You Return” σχεδόν κάνει το όραμα της Julee Cruise να τρεμοπαίζει μπροστά μας, ενώ το “Far From Home” μοιάζει να αποφεύγει οριακά την εκτροπή και την παράνοια.

Το ομότιτλο “Marrow” αδειάζει και γεμίζει διαδοχικά, περνώντας από μαύρες jazzy σταγόνες σε στριφνά ριφ και φωνητικές εκρήξεις απόκοσμες. Μια απίθανη φωνητική διαδρομή πάνω στα ρέοντα ριφ είναι το “White Snow, Red Shadows”, με μια σειρά folk και συχνά σχεδόν ethnic χρωμάτων που μεταφέρονται άμεσα και έξυπνα σε νέες εντυπώσεις.

Το “Stumble On” μοιάζει να παίζει ήρεμα με την ομορφιά του και τη νοσταλγία του καθηλωμένο στον καθρέφτη, μέχρι την προειδοποίηση της κατάληξής του. Εκεί ακριβώς ο μεγαλειώδης ογκόλιθος του “Waiting To Fall” θα τραβήξει τη μοιραία γραμμή του ανάμεσα στα ψηλότερα και κλειστοφοβικά τείχη του άλμπουμ, με ένα βασικό ριφ σαν το μαρτύριο του Σίσυφου. Οι ανατριχιαστικές του παύσεις που τελικά προωθούν ακόμα πιο επώδυνα τη διαδρομή, τρυπούν ιδανικά ένα σχεδόν απόλυτο τραγούδι, μια εσωτερική δοκιμασία.

Το σκληρό παραμύθι κλείνει όπως άνοιξε, και η έξοδος  στο προφανές και φαινομενικό για την κραταιά πλειοψηφία και τη δική της πραγματικότητα, είναι η μεγαλύτερη ευγένεια των Νορβηγών. Η μικρή δυσδιάκριτη γέφυρα που σε χωρίζει από το “Marrow” θα σε περιμένει πίσω από την πρωινή ομίχλη. Μάλλον την ίδια ταμπέλα θα καρφώσεις κι εκεί: “αναζητείται δικαιοσύνη”…

581
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…