AMBERFIELD: “Said”

Εσώκλειστοι σε μια επιλεγμένη απομόνωση, οι πέντε μουσικοί που αποτελούν τους Amberfield, μας προσφέρουν το ντεμπούτο τους, με τον τίτλο “Said”, τυλιγμένοι σε μια επικοινωνιακή ανυπαρξία.

Με καταγωγή από το Neuss της Γερμανίας, έχουν μόλις κυκλοφορήσει την πρώτη τους συλλογή οχτώ τραγουδιών, με παραγωγή από τον Sebastian Schleicher. Και αυτή η πρώτη επισήμανση είναι σημαντική, γιατί σε άλλη μια ανεξάρτητη παραγωγή, το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικό, αναδεικνύοντας τα ιδιαίτερα στοιχεία και δυνατά χαρτιά των Amberfield.

Με μια μουσική που καταφέρνει να παντρέψει με αρμονία τις άμεσες και χαρακτηριστικές μελωδίες με μια πειθαρχημένη οργανική δεξιοτεχνία όλων των μουσικών και ένα φίλτρο προοδευτικού, εναλλακτικού rock, οι Γερμανοί έχουν μια φρεσκάδα και αμεσότητα που τραβά εύκολα την προσοχή.

Όλοι τους είναι εξαιρετικοί και εγκεφαλικοί μουσικοί, χωρίς φλυαρίες και ακρότητες, υπηρετούν τη σύνθεση με ευελιξία, αλλά θεωρώ πως τις εντυπώσεις κερδίζουν ο κιθαρίστας Sebastian Schleicher, (ναι, είναι ο “παραγωγός” που αναφέρθηκε νωρίτερα) και ο ντράμερ Dennis Degen. Ο Schleicher, με μια γκάμα ήχων και ριφ από μυστηριώδη, διακριτικά, εσωτερικά ηχοτόπια, μέχρι γεμάτα, προωθητικά, πυκνά ριφ prog rock, και prog metal σε στιγμές, στήνει τους όμορφους σκελετούς των τραγουδιών που κινούνται όμορφα και ομαλά. Σε αυτή την τελική αίσθηση συντελεί απίστευτα το παίξιμο του Degen που υποδειγματικά συγκρατεί τα τραγούδια σε υποβλητικές, μυστικιστικές αναμονές με επιβλητικά ρολαρίσματα και εύστοχα σπρώχνει τα γεμάτα μέρη τους με ευφάνταστους ρυθμούς: ένας σπουδαίος ντράμερ με ουσιαστικά θέματα.

Κοντά στον Degen στέκεται υποδειγματικά το ένα κορίτσι του γκρουπ, η μπασίστρια  Natalie Dröge, ενώ για το βάθος και την προοπτική του τελικού ήχου φροντίζει ο πληκτράς Karsten Mroszczok. Το δεύτερο κορίτσι των Amberfield, είναι η Hannah Witt, φωνή και στιχουργός του γκρουπ. Η Hannah, λοιπόν, είναι ένας ακόμα σοβαρός λόγος που το ντεμπούτο των Γερμανών αξίζει προσοχής και επίμονης προσέγγισης.

Η εντελώς άγνωστη Hannah Witt παρουσιάζει μια φωνητική παράσταση που πρώτα από όλα εναρμονίζεται απόλυτα στη μουσική βάση των τραγουδιών. Το αξιοσημείωτο είναι πως η φωνή της καταφέρνει να εμπεριέχει μια πειστική θεατρικότητα, με μικρές ελεύθερες αποκλίσεις σε στιγμές, μαζί με ένα άμεσο rock attitude που αφήνει τις μελωδίες να σε τραβήξουν. Η φωνή της έχει έναν παράξενο πλούτο και μέσα σε όλα αυτά που περιστασιακά ακούω, συχνά αναγνωρίζω και εκφράσεις της Τάνιας των U217 ( αυτό φυσικά προς χάριν της περιγραφής). Ίσως υπάρχουν στιγμές που αυτός ο πλούτος αναδύεται κάπως ακατέργαστος, αλλά είναι βέβαιο πως η εξέλιξή της θα είναι σπουδαία.

Το “Said” στα 45 λεπτά του δεν κουράζει, ακόμα και αυτόν που δεν θα βρει στο εναλλακτικό, μοντέρνο prog rock του, τη μουσική που χρειάζεται. Έστω και αν, σαν ντεμπούτο, έχει κάποιες μικρές αδυναμίες και ιδέες που επιστρέφουν παρόμοιες, τα τραγούδια του έχουν και βάθος, και αμεσότητα, και μελωδίες ικανές να τραβήξουν άμεσα την προσοχή. Οι Γερμανοί ταυτόχρονα καταφέρνουν να τα κάνουν συναισθηματικά και μυστηριώδη και θεωρώ πως η επιτυχία της φόρμουλας κορυφώνεται στα “Fourteen” και “Do Or Die Now”, “Acardiac”. Συνολικά, αν εξαιρέσεις το κάπως αδύναμο “Safe Island Of Mind”,  o δίσκος έχει μια συνεχόμενη αρμονική ροή, χωρίς πτώσεις στο ενδιαφέρον.

Ένα χαρτί κρυφό σε μια μικρή πόλη της δυτικής Γερμανίας, πέρα από ένα 45λεπτο καλοφτιαγμένων συναισθημάτων έξυπνης μουσικής, κερδίζει άμεσα την αναμονή μας για τη συνέχεια, με μεγάλες προσδοκίες. Μια από αυτές είναι να αναθεωρήσουν και την επικοινωνιακή τους τακτική, που μόνο τη μουσική τους αδικεί.

Ως τότε, με δεδομένη την απουσία κάποιου δείγματος στον “σωλήνα”, μπορείτε να ακούσετε το “Said”, εδώ:
https://amberfield.bandcamp.com/releases

746
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…