REDEMPTION: “Long Night’s Journey into Day”

Μια μικρή παράφραση του πασίγνωστου θεατρικού δράματος του Ευγένιου Ο’ Νηλ, “Μακρύ ταξίδι μέσα στη νύχτα”, θα χαρίσει τον τίτλο στο 7ο άλμπουμ των progsters από το Los Angeles, Redemption.

Με μια διαδρομή περίπου 18 χρόνων και μια θεματολογία που στηρίχτηκε στην αντίληψη πως η ζωή είναι ένα δύσκολο ταξίδι και ο αγώνας απέναντι στα εμπόδια θα φέρει τελικά την ομορφιά της, μοιάζει δίκαιο και ταιριαστό το δάνειο από τον μεγάλο θεατρικό συγγραφέα.  Δεν πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε πως ο ηγέτης και βασικός συνθέτης/κιθαρίστας Nicolas van Dyk απέχει αρκετά από τον θεωρητικό prog μουσικό που θα καταφύγει στην παγιωμένη ανάλογη θεματολογία, τιμώντας το savoir-vivre του χώρου: ο ίδιος έδωσε μακροχρόνιο σκληρό αγώνα με το πολλαπλό μυέλωμα (μια ύπουλη μορφή καρκίνου)  για τη ζωή του, ενώ από το 2014 έχει δει τον άμεσο συνεργάτη του, Bernie Versailles να δίνει τη δική του μάχη με το ανεύρυσμα και να συνεχίζει ως σήμερα τη σταδιακή ανάρρωσή του.

Ο van Dyk βρίσκεται αυτή τη φορά μπροστά σε μια διαφορετική πρόκληση, αποκλειστικά μουσική. Η οριστική αποχώρηση του Ray Alder από το μικρόφωνο του γκρουπ και η αντικατάστασή του από τον Tom Englund, φωνής και ηγέτη των Evergrey, σηματοδοτεί μια νέα αφετηρία και εποχή στη διαδρομή τους.

Δεν είναι και η ευκολότερη υπόθεση, να ξεπεράσεις την απουσία του Alder που επικύρωνε με εμβληματικό τρόπο την έστω και μακρινή, συγγένεια των Redemption με τους Fates Warning. Από την άλλη, ο Englund ζει και αναπνέει με παρόμοια θέματα σχέσεων, δυσκολιών και ζητημάτων που έχουν να κάνουν με τον καθημερινό αγώνα της ζωής, και η ώριμη πια φωνή του έχει απόθεμα συναισθήματος να μεταφέρει αυτή την αίσθηση.

Η εισαγωγή στους νέους, σημερινούς Redemption γίνεται με το επιθετικό “Eyes You Dare Not Meet In Dreams” και σε λίγες στιγμές δίνει το τυπικό στίγμα τους: σφιχτοδεμένα, θέματα παιγμένα με τεχνική και εξυπνάδα, και πάνω τους συναισθηματικές φωνητικές μελωδίες που αντιδρούν ταιριαστά με το υπόβαθρο.

Ο van Dyk έχει παρουσιάσει μια σπουδαία λεπτομερή δουλειά στα κιθαριστικά μέρη του άλμπουμ, ενώ έχει επιμεληθεί και τα περισσότερα θέματα των keyboards: εδώ έχουμε τη δεύτερη νέα προσθήκη, αυτή του Vikram Shankar που θεωρείται σπουδαίος μουσικός και πολλά υποσχόμενη μεταγραφή. Όπως και στο προηγούμενο “The Art Of Loss”, έτσι και σε αυτό το άλμπουμ, ο van Dyk έχει τις συνδρομές των Simone Mularoni και Chris Polland στις lead κιθάρες. Φυσικά, πίσω από όλα αυτά συνεχίζει να υπάρχει ο Chris Quirarte, ένας εκπληκτικός ντράμερ και από τους κορυφαίους του ιδιώματος, που δουλεύει πια με κλειστά μάτια με τον μπασίστα Sean Andrews.

Ήδη, από το δεύτερο τραγούδι, το “Someone Else’s Problem”, που είναι ένα ιδανικά σχηματισμένο prog single, με εύστοχους ρυθμούς και άμεσες μελωδίες που θα σε παγιδέψουν, φαίνεται πως η συνολική κατεύθυνση του δίσκου αποφεύγει ηθελημένα την κάπως τραχιά και thrashy υφή του προηγούμενου άλμπουμ (αλλά και του προκατόχου του) και προσεγγίζει περισσότερο τις αναλογίες του αγαπημένου “Snowfall On Judgment Day”.

Αυτό σημαίνει πως η τακτική του van Dyk είναι, χωρίς μεγάλες αποκλίσεις, να συγκεντρωθεί στα βασικά χαρακτηριστικά του γκρουπ, συμπαγή, τεχνικά θέματα, που εμπλουτίζονται με λεπτομέρειες, και στις ιδανικές φωνητικές γραμμές και να τελειοποιήσει την αναμενόμενη συνταγή. Άλλες φορές έχουμε άμεσες και πιο σύντομες συνθέσεις, όπως το χαρακτηριστικό “The Last Of Me”, ή το απολογητικό, σκοτεινό με τη σφραγίδα της απογοήτευσης, “And Yet”, υπάρχουν τα πλούσια και δυναμικά “Little Men” και “The Echo Chamber”, ενώ έχουμε και πιο φιλόδοξες και απλωμένες συνθέσεις. Το ομότιτλο, με τη δεκάλεπτη διάρκεια και τη διαδρομή των μεταβάσεων, επιδιώκει να ακουστεί υπερβατικό, ακουμπώντας σε στιγμές και τη φλυαρία. Το “Indulge In Colour” αποτελεί το sequel του “Black And White World” από το “Judgment…” (άλλη μια ένδειξη της σχέσης των δύο άλμπουμ), και αυτό από μόνο του ήδη προκαλεί το ενδιαφέρον.

Πριν το φινάλε του δίσκου με το ομότιτλο τραγούδι ( στην ειδική έκδοση υπάρχουν ακόμα το “Noonday Devil” και η radio-edit του “Someone Else’s Problem”), παρεμβάλλεται η διασκευή στο πασίγνωστο “New Year’s Day” των U2. Πέρα από το ενδιαφέρον στα εξαιρετικά μέρη της κιθάρας και τον συνολικό ήχο, ο Englund μάλλον υπολείπεται της αντίστοιχης γενικής εντύπωσης της ερμηνείας του Bono, ενώ γενικά το τραγούδι μοιάζει κάπως ασύνδετο στη συνολική ροή και αίσθηση του άλμπουμ.

Στη διαπίστωση πως μέχρι σήμερα οι Redemption μάλλον έχουν πάρει λιγότερα από όσα έχουν δώσει στον στίβο της μουσικής βιομηχανίας, ο van Dyk συνεχίζει να απαντά με την προσήλωση της μουσικής του κατεύθυνσης. Ο συμβολικός τίτλος του δίσκου που υπονοεί και τη διαδρομή από το σκοτάδι σε μια αυγή φωτεινή και ένα νέο ξεκίνημα, ακούγεται να ζωντανεύει από αυτή την αληθινή dream team μουσικών, και ο Englund μοιάζει άμεσα και ευπρόσδεκτα εφαρμοσμένος.

Αν αυτή τη φορά η διαδρομή ήταν αρχικά ένας αγώνας για την επιβίωση, μπροστά σε μια σοβαρή αλλαγή, εξελίχθηκε στο τέλος, με το πρώτο φως της νέας μέρας, σε μια καθαρή νίκη.

645
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…