Ύστερα από την πικρή περσινή ακύρωση των Jamiroquai, το Release φρόντισε να μη μας αφήσει παραπονεμένους, φέρνοντάς τους φέτος, σε μια ομολογουμένως έντονη φεστιβαλική χρονιά.
Κάπου εδώ βέβαια, οφείλω να τονίσω το μόνιμο θέμα των εγχώριων διοργανώσεων, που ρίχνουν το βάρος μονάχα σε δύο ονόματα, γεμίζοντας την υπόλοιπη μέρα με συμπαθητικά acts, τα οποία όμως δε θα προσελκύσουν κόσμο. Τουτέστιν, ελάχιστοι θα έρθουν από νωρίς, με τα πρώτα σχήματα να συντελούν κυρίως στο να μπορεί να χαρακτηριστεί το εν λόγω event ως “festival”, κάτι που γίνεται κατά κόρον στην Ελλάδα.
Thus said, το (συνολικό) billing του φετινού Release, ήταν αξιοπρεπέστατο, ενώ η διοργάνωση κάθε χρόνο είναι ολοένα και καλύτερη, βάζοντας ένα διαφορετικό μουσικό τόνο σε μια Αθήνα που (μάλλον δεν) έχει βαρεθεί να βλέπει τους ίδιους και τους ίδιους.
Πρωταγωνιστής όμως την Κυριακή, παραλίγο να μην είναι το festival, αλλά ο καιρός, που δημιούργησε αρκετά προβλήματα, με τις πόρτες να ανοίγουν τελικά πιο αργά και τα τεχνικά προβλήματα να μην αφήνουν τη Σtella να εμφανιστεί μπροστά στο κοινό που είχε από σχετικά νωρίς φτάσει στο χώρο, αψηφώντας την βροχή.
Κατά τις 18:45 λοιπόν, οι Sillyboy’s Ghost Relatives άπλωσαν το coolness τους κάτω από τα γκρίζα σύννεφα, με τις, κατά την πλειοψηφία τους, mid-tempo καλοκαιρινές συνθέσεις τους να δημιουργούν μια ευχάριστη αντιδιαστολή με το υγρό κλίμα που επικρατούσε ελέω καιρού.
Το σχήμα του Sillyboy (όνομα παρμένο από το κομμάτι “Sillyboy Blue” του David Bowie), επιδίδεται σε μια εύπεπτη electro pop ηχητική συνταγή, με έντονο φλερτ στα ‘80s, δημιουργώντας μια αρκούντως ρυθμική και σέξι ατμόσφαιρα, παρουσιάζοντας τις συνθέσεις του ιθύνοντα νου, Χαράλαμπου Κουρτάρα, μπροστά σε πλήθος κόσμου που τριγυρνούσε στην Πλατεία Νερού, απολαμβάνοντας τις πρώτες του μπίρες.
Η (ας την πούμε) σένσουαλ καλοκαιρινή φασούλα συνεχίζεται με τους εξ Αμερικής Cigarettes After Sex, οι οποίοι φροντίζουν να αποχαιρετίσουν και τα τελευταία σύννεφα, με το κοινό να έχει αυξηθεί αρκετά, μιας και η ώρα των co-headliners πλησίαζε.
Μεθυστικοί και ταιριαστοί με τη μουντή διάθεση του Φαλήρου, αλλά νομίζω πως θα προτιμούσα να τους έχω δει σε κάποιο κλειστό venue, μιας και σε μια τέτοιου τύπου διοργάνωση, λειτούργησαν περισσότερο ως ένα νωχελικό προεόρτιο του τι έπεται, με αρκετούς να χάνουν σχετικά σύντομα το ενδιαφέρον τους προς την σκηνή.
Ο βασιλιάς του electro swing, Parov Stelar, είναι ήδη πολύ αγαπητός στη χώρα μας και για αυτό φροντίζει να μας επισκέπτεται συχνά πυκνά. Δύο χρόνια μετά την τελευταία του εμφάνιση, τι άλλαξε; Όχι κάτι το ιδιαίτερο, μιας κι εξακολουθεί να είναι ένας εξαιρετικός entertainer, με τρομερό γκελ στο κοινό.
Κι αυτό που απέδειξε για μια ακόμη φορά είναι πως δεν πρόκειται για έναν τυχάρπαστο DJ που απλά πατάει κουμπάκια, αλλά σε μια συνθετική περσόνα, που παρουσιάζει το υλικό της όσο πιο ολοκληρωμένα γίνεται στις συναυλίες της, με την μπάντα που τη συνοδεύει να δημιουργεί έναν εξαιρετικό συνδυασμό.
Για πάνω από μιάμιση ώρα, η Πλατεία Νερού αφέθηκε στο γιορτινό/ χορευτικό κλίμα του Parov Stelar, με τον κόσμο να έχει γεμίσει το μεγαλύτερο μέρος του venue και να κουνιέται ρυθμικά με κάθε νότα που έβγαινε από τα ηχεία.
Η ώρα των θρυλικών Jamiroquai έφτασε. Ο Jay Kay βγαίνει στην σκηνή και γίνεται δέκτης ενός εκτεταμένου κι ενθουσιώδους χειροκροτήματος, κυρίως από όλους όσους έζησαν και ταξίδεψαν με τη μουσική της μπάντας στα ‘90s, γεγονός που πρόδιδε και το μέσο όρο ηλικίας της βραδιάς.
Ολίγον τι κουρασμένος και σίγουρα όχι στη φόρμα που θα θέλαμε (είτε αφορά τη φυσική του κατάσταση, είτε τη στιλιστική), αλλά με φωνή αξιοζήλευτη κι ενέργεια που άλλοι θα ζήλευαν στα 48 τους, ο εμβληματικός frontman έστησε ένα πάρτι στην Πλατεία Νερού, το οποίο κράτησε κάτι παραπάνω από μιάμιση ώρα.
Έναρξη με το “Shake It On”, από το περσινό “Automaton”, από το οποίο ακούσαμε μόλις ένα ακόμη κομμάτι (“Cloud 9”), με το “Little L” (από το “A Funk Odyssey” του 2001), να δίνει το έναυσμα για ένα mini-best of, το οποίο ναι μεν είχε ελλείψεις (μας έλειψε το “Virtual Insanity”, όπως και το “Too Young to Die”, μεταξύ άλλων), αλλά είχε όλα τα φόντα για να ξεσηκώσει τους παρευρισκόμενους.
“Light Years” και “Space Cowboy” έδωσαν το παρόν από το “The Return of the Space Cowboy” του 1994, αποτελώντας και τα πιο παλιά κομμάτια του set, μιας και δεν είχαμε την τύχη να ακούσουμε κάτι από το ντεμπούτο “Emergency on Planet Earth”.
Το album με τις περισσότερες πωλήσεις παγκοσμίως στο funk ιδίωμα, “Travelling Without Moving” (1996), εκπροσωπήθηκε επάξια από τα “Alright”, “Cosmic Girl” και το ομώνυμο, ενώ τιμήθηκε δεόντως και το “Dynamite” του 2005, με τα εξαιρετικά “(Don’t) Give Hate a Chance”, “Starchild” και “Seven Days in Sunny June”.
Αρκετά τραγούδια τραβάνε σε διάρκεια με το σχήμα να τζαμάρει και τον Jay Kay να μπαίνει σε μια δική του trance, ταξιδεύοντας το κοινό στο δικό του funky όργιο.
Η Πλατεία Νερού απογειώνεται στο άκουσμα του “Canned Heat” (μέσα από το “Synkronized” του 1999), το οποίο οδηγεί σε μια πολύ όμορφη εκτέλεση του “Love Foolosophy” (από το “A Funk Odyssey”) και την αναμενόμενη μικρή παύση για το encore.
Ο επίλογος γράφτηκε με χρυσά γράμματα, μιας και το “Deeper Underground” πέρασε σαν ένας mini groovy οδοστρωτήρας από πάνω μας, εκστασιάζοντας άπαντες, με τον κόσμο να κάνει λόγο για μια πραγματικά υπέροχη εμφάνιση.
Αυτό που μου έλειψε είναι λίγο περισσότερος “όγκος”, ή μια πιο διάχυτη γκρούβα (όπως αυτή που βιώσαμε στο “Deeper Underground”), η οποία αντικαταστάθηκε από τη disco funk προσέγγιση του group, η οποία το συνοδεύει αρκετά χρόνια πλέον.
Παρόλα αυτά, ένα τεράστιο απωθημένο, βρήκε το δρόμο του στην Ελλάδα κι όσοι έζησαν από κοντά το live των Jamiroquai στο φετινό Release, θα το θυμούνται για πολύ καιρό.
Jamiroquai setlist
Shake It On
Little L
Light Years
Space Cowboy
Alright
Cloud 9
Cosmic Girl
(Don’t) Give Hate a Chance
Travelling Without Moving
Starchild
Seven Days in Sunny June
Canned Heat
Love Foolosophy
Deeper Underground
photos: Αποστόλης Καλλιακμάνης
677