GAZPACHO: “Soyuz”

Οι Νορβηγοί Gazpacho έχουν καθιερωθεί στις συνειδήσεις των ακροατών τους σαν μια ομάδα μουσικών που αρέσκεται στα αλλόκοτα και σκοτεινά θέματα. Άλλη μια ιδιότητα που εύκολα ταυτίζεται με τη γενική τους αύρα, είναι η “διακριτικότητα”.

Εντελώς αντίθετα με την εντύπωση που δημιουργούσε το όνομα της εμβρυακής συνεργασίας του κιθαρίστα Jon Arne Vilbo και του κιμπορντίστα Thomas Andersen, οι Delerium, το μουσικό μονοπάτι που χαράχτηκε από την αφετηρία για τους Gazpacho, ήταν η ντελικάτη αρμολόγηση ηχοτοπίων. Με τη σκιά των Marillion της Hogarth-era, που άλλωστε τους βάπτισε με τον τίτλο του εναρκτήριου track του “Afraid of Sunlight”, κατάφεραν σταδιακά να ενισχύσουν σημαντικά το προσωπικό τους στοιχείο.

15 χρόνια πια μακριά από το δισκογραφικό τους ντεμπούτο, επιστρέφουν με το δέκατο στούντιο άλμπουμ τους, έχοντας πια σταθεροποιήσει τις σοβαρές αναμονές πολλών ακροατών. Σήμερα οι Gazpacho, πέρα από το τρίτο ιδρυτικό μέλος τους, τον τραγουδιστή Jan Henrik Ohme, περιλαμβάνουν στις τάξεις τους τον βιολιστή Mikael Kromer, τον μπασίστα Kristian Torp, και τον ντράμερ Robert R. Johansen.

Tα θέματα του “Soyuz” γεννήθηκαν από την ιδέα του πως περνούν οι όμορφες στιγμές και δεν γίνεται να “σωθούν” γι’ αργότερα, και περιλαμβάνονται ιστορίες ανθρώπων και ζωές “παγωμένες στο χρόνο”. Ο ενδεικτικός τίτλος του δίσκου, που χαρακτηρίζει και δύο από τα τραγούδια του, παραπέμπει στο ρωσικό διαστημόπλοιο και τον κοσμοναύτη Βλαντιμίρ Κομάροφ, τον πρώτο νεκρό στην εποποιία του διαστήματος το 1967, όταν το σκάφος συντρίβεται κατά την επιστροφή του στη γη.

Αν προσθέσει κανείς την ένταξη της παλιότερης ηχογράφησης ανθρώπινης φωνής από το 1860 στο άλμπουμ, ή την επιρροή από Hans Christian Andersen στο σχεδόν νεοκλασικό “Emperor Bespoke”, αρχίζει να σχηματοποιεί την γενική εντύπωση του άλμπουμ, τη διάθεση και το στόχο των ήχων, καθώς και την τακτική τους, ιδιαίτερα αυτοί που τους παρακολουθούν συστηματικά.

Μια εμφανής ηχητική εξαίρεση στο “Soyuz” αποτελεί το “Hypomania”, ένα τραγούδι για κάποιον που συνειδητοποιεί πως είναι ερωτευμένος με τη δική του προβολή κάποιου και όχι με το πραγματικό πρόσωπο: με ανεβασμένο ρυθμό και χαρακτηριστικές μελωδίες, ακούγεται σαν ιδανική σύμπραξη των Muse και των Radiohead, πάντα με τη δική τους σφραγίδα.

Το υπόλοιπο μέρος του δίσκου είναι μια υποδειγματική αλλά αβίαστη κατάθεση εσωτερικής μουσικής διαδρομής: οι Νορβηγοί συνεχίζουν να ποντάρουν στην υπομονή και την ιδιαιτερότητα του ακροατή που προσεγγίζουν, αποφεύγουν πάντα την πολυπλοκότητα και την επίδειξη, και έχουν συγκεντρωμένη τη δύναμή τους στην σταδιακή αποκάλυψη του χρόνου. Έχουν παράλληλα αποδειχθεί πραγματικοί μαέστροι στον έλεγχο της ατμόσφαιρας με πιο ισχυρές  ηχητικές φόρμες, όπως στο ιδανικά ισορροπημένο “Soyuz One”.

Είναι αρκετά ευδιάκριτο, στη διάρκεια της διαδρομής του δίσκου, πως από το “Sky Burial” και μετά, οι Gazpacho απλώνονται και απομακρύνονται σε ένα ιδιαίτερο πνευματικό τοπίο που δείχνει να ολοκληρώνεται στο καταπληκτικό “Soyuz Out” , ίσως ότι πιο απαιτητικό και ολοκληρωμένο έχουν γράψει ως σήμερα. Σε αυτόν τον δρόμο φαίνεται πως θα τους συναντήσουμε ξανά στο άμεσο μέλλον.

Για περισσότερο από μια εικοσαετία, οι Νορβηγοί συνεχίζουν –πέρα από τις διαφοροποιήσεις τους- να κρύβουν τα διαμάντια τους μέσα στα χαρακώματα της υπνωτικής νοσταλγίας και της περίεργης απομόνωσης, με τη φωνή του Ohme, το βιολί του Kromer και τις βελονιές των υπόλοιπων να φιλοξενούνται σε έναν ήχο διαυγέστερο από ποτέ. Άλλη μια παράξενη πτήση τους απέφυγε θριαμβευτικά τη συντριβή στη γη.

1177
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…