Το γερμανικό πενταμελές σχήμα από το Wiesbaden του Hessen, επιστρέφει φέτος με την τρίτη δισκογραφική του παρουσία. Μετά το ντεμπούτο του “In Concretion” του 2014, και το ΕΡ “Perception” του 2016, έφτασε το πλήρωμα ενός concept δίσκου που πραγματεύεται το εσωτερικό σύμπαν ενός ανθρώπου που παλεύει να βρει απαντήσεις σε έναν αινιγματικό κόσμο. Το ταξίδι του, έντονα βασισμένο στη φαντασία, αρχίζει με το όραμα ενός πολύχρωμου παράδεισου και στη διαδρομή συναντά έναν γυναικείο δαίμονα που προσπαθεί να τον αποπλανήσει, για να καταλήξει τελικά, αποφεύγοντας το θάνατο, σε έναν κόσμο στο βυθό της θάλασσας.
Οι Unprocessed βασίζουν το συνολικό τους ήχο σε μια κατά μέτωπο τριπλή κιθαριστική επίθεση των Christoph Schultz, Christopher Talosi, μαζί με τη συνδρομή και του τραγουδιστή/κιθαρίστα Manuel Gardner Fernantas. Την άρτια συντονισμένη μηχανή συμπληρώνουν ο μπασίστας David Levy και ο ντράμερ Leon Pfeifer.
Η μουσική τους είναι ένας επιτακτικός συνδυασμός από djent, metalcore, industrial, experimental, progressive metal. Έχοντας μια προφανή οικειότητα στο συντονισμό και την επικοινωνία μεταξύ τους και πραγματευόμενοι μια ιστορία με αγωνία και ένταση, ποντάρουν πάρα πολλά στους έντονους και ακραίους ρυθμούς και τεχνοκρατικές εντάσεις. Για τους οπαδούς του ακραίου djent και του metalcore κυρίως, οι Γερμανοί είναι μια μηχανή που θα τους δώσει μια σειρά από πολύ απαιτητικά, εκτελεστικά αλλά και ηχητικά, τραγούδια, με τα φωνητικά του Fernantas να εναλλάσσονται από ακραία επιθετικά σε μελωδικά καθαρά, τηρώντας την τυποποιημένη συνταγή των πρωτεργατών του χώρου.
Οι Unprocessed, πέρα από την άρτια δομημένη και τεχνικότατη δυναμική τους, περιλαμβάνουν στο ηχοτοπίο τους και πιο εναλλακτικά ambient γυρίσματα, ή ενδιαφέρουσες ιδέες ενορχηστρώσεων, όπως για παράδειγμα στο “The Division”, ή στη διαρκή ατμόσφαιρα του “The Mirror”, ή ακόμα και στην πολυμορφία του “Millenium”. Συνολικά, όμως το συνθετικό επίπεδο είναι πυκνό σε θέματα και ιδέες και τα περισσότερα τραγούδια δίνουν και απαιτούν και μια ανάλογη ένταση από τον ακροατή, όπως τα εξαιρετικά “Haven” και “Ghilan”.
Αν βέβαια θέλουμε να αντιμετωπίσουμε τους Γερμανούς με κριτήριο τις μεγάλες δυνατότητες που δείχνουν να έχουν, είμαστε υποχρεωμένοι να γκρινιάξουμε για την απουσία της διαφοροποίησης και μάλλον την πέραν του δέοντος αφοσίωση στα δεδομένα του χώρου τους. Η έλλειψη επιπλέον ιδιαιτερότητας ξεκινά από τα φωνητικά και την μιμητική τακτική τους που στερεί άμεσα από τους ίδιους προσωπικότητα, και έχει και μια ανάλογη ασφάλεια και στη μουσική τους.
Ακόμα κι έτσι όμως, το νέο, concept άλμπουμ των Unprocessed είναι από τα πιο πλούσια και απαιτητικά του συγκεκριμένου ήχου, ενώ οι ίδιοι έχουν όλα τα όπλα να γράψουν σύντομα ιστορία, κυκλοφορώντας το δικό τους ορόσημο, απελευθερωμένοι από τους κανόνες αυτών που θαυμάζουν ως τώρα.
641