Steven Wilson (09/03/2018) Ancienne Belgique, Brussels

Ως αρχηγική φιγούρα των Porcupine Tree ο Steven Wilson έπαιζε συνήθως σε χώρους εξειδικευμένους στο ροκ/μέταλ. Αλλά ως σόλο καλλιτέχνης «αναβαθμίστηκε» και μετά το αρκετά προσβάσιμο και με μπόλικη δόση pop περσινό “To the Bone”, τον υποδέχθηκε το Ancienne Belgique, η καλύτερη σάλα του Βελγίου από άποψη ηχητικής, οπτικής αλλά και αισθητικής, ασφυκτικά γεμάτη σε μία από καιρό sold out βραδιά.

Το σετ της μπάντας του στo πλαίσιo του To the bone tour ξεκίνησε στις 19.45 (ώρα πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα), λόγω της μεγάλης διάρκειας του show.

Δε θα μιλήσω ενδελεχώς για το άλμπουμ που εξέπληξε πολλούς και δίχασε το κοινό του 50άρη πλέον συνθέτη σε αυτό το κείμενο, πέραν  του να πω εξ αρχής ότι το απολαμβάνω “Right to the Bone”, αλλά θα εστιάσω μόνο στη μπάντα, στο setlist στο σύνολό του και σε μια συγκριτική ματιά στον καλλιτέχνη του σήμερα και του χτες.

Καταρχάς μάθαμε πολλά που δεν ξέραμε για τον Wilson:
– τι αφίσες είχε στο δωμάτιό του πιτσιρικάς: Prince (εξ ου και το φαλσέτο στο “The Same Asylum  as Before”, αν και δε μπορεί να μην είχε τον Gilmour…)
– ότι στις συναυλίες του μπορεί να επικοινωνεί με το κοινό του: πάντα τον θεωρούσα λίγο αυτιστικό για ροκ σταρ, αλλά βάλθηκε να μας διαψεύσει
– ότι έχει χιούμορ (και γελάει κιόλας!), θάβοντας για παράδειγμα το τευτονικό κοινό στο οποίο έπαιζε πριν έρθει στο Βέλγιο (“Playing Germany and Scandinavia was like playing in the middle of a graveyard”).

Κάτι το οποίο για μένα ήταν αποκάλυψη είναι η ποιότητα (και το δέσιμο) της μπάντας του. Όντας οπαδός των Porcupine Tree ως σύνολο αλλά και ως μονάδες, δεν περίμενα να έχει συγκροτήσει για δεύτερη φορά τόσο εντυπωσιακή ομάδα. Στην περιοδεία λοιπόν τον συνοδεύει ο κυρίως session μουσικός Alex Hutchings στην κιθάρα, που κάνει εξαιρετική δουλειά, ο εντυπωσιακός Craig Blundell (Frost*) στα τύμπανα και ο Nicholas Beggs στο μπάσο (ή στο Chapman Stick φέρνοντας κάτι σε Viking version του Tony Levin) και ο Adam Holzman στα πλήκτρα. 

Φυσικά την τιμητική τους είχαν τα τραγούδια από το To the Bone. Ο pop ύμνος στους ΑΒΒΑ και Beatles που του έδωσε περισσότερη επιτυχία από όλες τις συνθέσεις με τις μπάντες του μαζεμένες, το “Permanating”, το κολλητικό σα σιροπιαστό “Nowhere Now” που άνοιξε τη συναυλία, αλλά και πιο πειραματικά κομμάτια όπως το “Song of I”, “People who eat darkness και Detonation”, φυσικά το “Pariah” με τη Ninet Tayeb σε προβολή και το συγκλονιστικό “Refuge” με το συγκινητικό συνοδευτικό βίντεο. Εν γένει οι προβολές είτε στο πίσω μέρος της σκηνής είτε σε μία αόρατη πτυσσόμενη αραχνοΰφαντη κουρτίνα μπροστά ήταν εξαιρετικές και είτε συνόδευαν τα κομμάτια με visuals και animations είτε συμπλήρωναν με τα γυναικεία φωνητικά. 

Πολύ ενδιαφέρον το υλικό και για τους νοσταλγούς των Porcupine Tree, με μία μυστηριώδη επιλογή στο “The Creator has a Mastertape”, το ίσως πιο πλήρες κομμάτι τους “Arriving Somewhere but not Here”, εκτελεσμένο υποδειγματικά και το σκοτεινό “Sleep Together” που για κάποιο λόγο μου ταίριαξε περισσότερο στην παρούσα απόδοση από την παρούσα μπάντα παρά στην εκδοχή που θυμάμαι από το μακρινό 2008. Ιδιαίτερη μνεία στην επιλογή του Heartattack in a layby,  ή όπως το άνοιξε ο συνθέτης,  “what the hell did you come to do at a SW concert if you don’t like depressive music”?

Το σετ που ικανοποιεί πλήρως συμπληρώθηκε με κομμάτια από τα υπόλοιπα προσωπικά άλμπουμ, όπως τα “The Raven that Refused to Sing” που έκλεισε τη συναυλία και ίσως το highlight-outsider, και την απίθανη εκτέλεση του “Vermillioncore” από το “4½”.   

Το encore άνοιξε με το “Even Less”, σε σόλο εκτέλεση με κιθάρα: η μόνη επιλογή από το μακρινό παρελθόν (20 χρόνια πριν όσο και αν ακούγεται φρεσκότατο) η οποία αποδεικνύει έμπρακτα ότι ο τύπος είναι ίσως ο μοναδικός που κατάφερε να παντρέψει τόσα μουσικά στυλ, και εν προκειμένω grudge με prog rock.

Από ηχητική και οπτική άποψη, είναι ανάμεσα στις πιο άρτια εκτελεσμένες συναυλίες που είχα τη χαρά να παραβρεθώ. Επαγγελματικά άψογα όλα αλλά μόνο επαγγελματική εμφάνιση δεν την λες. Όπως ειπώθηκε on stage, όσο πιο ενθουσιώδες το κοινό, τόσο πιο καλά αποδίδουν σαν μπάντα. Αλλά αυτά είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το εν λόγω ήταν με διαφορά το πιο συμμετοχικό κοινό με το οποίο έχω συμβιώσει συναυλία του Wilson. 

Ο Steve Wilson λοιπόν φαίνεται να συμβιβάστηκε επιτέλους με την εικόνα του και να βρήκε την περσόνα του. Είχα ενδοιασμούς για το τι θα δω αλλά οφείλω να πω πως αυτή ήταν η πιο πλήρης και απολαυστική εμπειρία με τον εν λόγω δημιουργό επί σκηνής. Μέχρι που γελούσαμε με τα αστεία του.

Μη το χάσετε όταν κατέβει προς την πατρίδα.

Setlist:
Nowhere Now
Pariah
Home Invasion
Regret #9
The Creator Has a Mastertape
Refuge
People Who Eat Darkness
Ancestral
Arriving Somewhere but Not Here
Permanating
Song of I
Lazarus
Detonation
The Same Asylum as Before
Heartattack in a Layby
Vermillioncore
Sleep Together
Even Less
The Raven That Refused to Sing

557
About Χρήστος Αθανασιάδης 48 Articles
Έχει απαρνηθεί δις το metal ψάχνοντας το νόημα σε άλλα ιδιώματα και ισάριθμες φορές έχει επιστρέψει γονυπετής ζητώντας άφεση αμαρτιών. Στο μουσικό πεντάγραμμο πάντως αναζητά το σημείο κάπου στο άπειρο που τέμνονται η post-πνευματικότητα των Talk Talk, η επιτυχία στις μεταγραφές του Miles Davis, ο χαμαιλεοντισμός των Bowie/Eno, η συναισθηματική νοημοσύνη των Rush και η ευφυής δημιουργία των original Queensryche.