Έξι χρόνια πέρασαν από το “Les Fleurs du Mal” και ο πολυτάλαντος Christofer Johnsson, ηγέτης και ιθύνοντας νους των symphonic metallers Therion αποφάσισε, σαν άλλος Mozart, να δημιουργήσει το δικό του “Requiem”.
Και το πραγματοποίησε με τη μορφή του 16ου studio album της ορχήστρας του, το “Beloved Antichrist”, το οποίο είναι ένα τρίωρο concept ενεπνευσμένο από το έργο του Vladimir Soloviov “A Short Tale Of The Antichrist”, μια όπερα με ισχυρό το metal στοιχείο η οποία ενσαρκώνεται φωνητικώς από τους Thomas Vikstrom, Lori Lewis και Chiara Malvestiti.
Το album είναι ένα ολοκληρωμένο κλασικό / συμφωνικό έργο που η θέση του είναι μάλλον πάνω στα σανίδια των Λυρικών Σκηνών. Ένα θεατρικότροπο αριστούργημα που πέρα από την ισχυρή στιχουργική του βάση (η οποία δραματοποιείται μέσω 27 συνολικά χαρακτήρων) δομείται από εξαιρετικές ιδέες που αναμειγνύουν το heavy metal και την όπερα (ανάλογα όπως το έπραξαν οι Mekong Delta στο “Pictures at an Exhibition”, με στοιχεία από όλη την συνθετική πορεία των ίδιων των Therion (με εστιακό επίκεντρο το “Vovin” του 1998 θα έλεγα) και με έναν τρόπο παρουσίασης που θυμίζει κατά πολύ τα ’70s concepts του Rick Wakeman, τα σύγχρονα πεπραγμένα των Arcturus (που κι αυτοί έχουν άρρηκτες σχέσεις με την οπερατική προσέγγιση του ιδιαίτερου metal τους) και τις ατμόσφαιρες των Haggard.
Αν και κλασικής φύσεως άκουσμα, μου άρεσε πάρα πολύ η απλή pure heavy metal αίσθηση που αφήνουν τα ρεφρέν και οι βασικές μελωδικές κορυφές των κομματιών. Ο ήχος θα έλεγα ότι είναι “ανατρεπτικός” με τη λογική ότι η ορχήστρα ακούγεται διακριτικότατη αφήνοντας τη μεταλλική ψυχή του έργου να βρίσκεται πάντα μπροστά χωρίς να “καπελώνεται” σε καμία στιγμή από τον συμφωνικό πολυφωνισμό που θα περίμενε κάποιος. Η κιθάρα και τα distorted riffs του Johnsson είναι πρωταγωνιστικά στο σύνολο του έργου, παρά τον πλούτο των φυσικών οργάνων.
Για να μην αραδιάζω τίτλους – θα γεμίσει η σελίδα – οι μέτριες ή έστω οι αδιάφορες στιγμές είναι ελάχιστες, κάτι εξωπραγματικό για το μέγεθός του δίσκου. Όλα τα μέρη που το αποτελούν έχουν το δικό τους ενδιαφέρον, οι ελιγμοί ανάμεσα στις ατμόσφαιρες (οι οποίες έχουν θετικές, “φωτεινές” αποχρώσεις κυρίως) είναι αστραπιαίες, υπάρχουν πάρα πολλά πανέμορφα ρεφρέν (τα οποία μου έφεραν στο νου τους Shadow Gallery πολλές φορές), ύψιστος λυρισμός σε στιγμές (ενδεικτικά αναφέρω τα “Pledging Loyalty”, “Morning Has Broken”), επίλογοι που παραπέμπουν στους Pink Floyd του “The Wall” ή του “Jesus Christ Superstar”, ενώ οι διάσπαρτες pure heavy metal παρεμβολές είναι απολαυστικές (για παράδειγμα “Never Again”, “Anthem” – power metal έπος, ανατρίχιασα από γκαύλα).
Το “Beloved Antichrist” καταφέρνει να σου γραπώσει το μυαλό χωρίς να το κουράσει παρά την τεράστια διάρκειά του (σε αντίθεση με ανάλογα εγχειρήματα, όπως για παράδειγμα το “The Astonishing” των κατά τ’ άλλα θεών Dream Theater), η άνετη ροή αποτελεί αυτοδύναμο highlight. Μουσική υψηλής αισθητικής, άμεση και εύληπτη για τον καθένα που θα αφιερώσει το χρόνο του για να ακούσει αυτό το υπέροχο σύνολο.
Με το “Beloved Antichrist” οι Therion και οι υπόλοιποι συντελεστές που συνέβαλαν στην αποπεράτωσή του, δικαιούνται μια θέση στο Πάνθεον της universal μουσικής. Έγραψαν ένα σπουδαίο έργο που η διαχρονικότητά του είναι εγγυημένη και στέκεται άνετα στο ίδιο ύψος με όλα τα κλασικά δημιουργήματα που είδαν το φως αιώνες πριν και συνεχίζουν να αποτελούν τη βάση της παγκόσμιας μουσικής παιδείας. Καταπληκτική δουλειά που το κίνητρό της είναι η απτή, πραγματική αγάπη του Christofer Johnsson για τη μουσική. Έρωτας παθιασμένος που κυριολεκτικά “ανίκαται μάχαν”. Από τα album που η ακρόαση είναι υποσύνολο της βίωσης, πραγματική εμπειρία. Τα άπειρα σέβη μου και εύχομαι κάποτε οι “πνευματικοί ηγέτες” του τόπου να βγάλουν τη βλέννα από το μυαλό και να το παρουσιάσουν στα “ακαδημαϊκά” events τους. Ποιός ξέρει; Ίσως αποβάλλουν και τα εισαγωγικά πράττοντάς το και γίνουν όντως διανοητές.
793