PERFECT BEINGS: “Vier”

Αν κάποιος κρίνει από την φωτογραφία που προμοτάρει το δίσκο για την Inside Out, το μόνο που δε περιμένει να ακούσει είναι κλασικό προοδευτικό ροκ που ανάβει κεράκια στους γεροντάδες του progressive (βλέπε Yes) αλλά και στους διαφωτιστές (βλέπε Steve Wilson). Ένα από τα μικρά παράδοξα που συναντά κανείς σ’ αυτό το δίσκο.

Οι Perfect Beings έχουν σαν βάση το Los Angeles αλλά η μουσική τους παιδεία και κατεύθυνση είναι εξ ολοκλήρου στραμμένες στη Γηραιά Αλβιόνα. Στον πυρήνα τους ανακαλύπτουμε τον Johannes Luley, που τα κάνει λίγο πολύ όλα: συνθέσεις, παραγωγή, κιθάρες, μέχρι και το μπάσο στο συγκεκριμένο 3ο άλμπουμ τους, ονόματι Vier. Παρότι κιθαρίστας ο κύριος συνθέτης, η μουσική δεν πατάει και πολύ επάνω στην κιθάρα. Αντίθετα, είναι βασισμένη σε ευέλικτες, σχετικά απλές αρμονίες που ξεκινούν μάλλον από τα πλήκτρα για να γεμίσουν με τα υπόλοιπα όργανα. Από την αρχή της ύπαρξης της μπάντας, κάποια χρόνια πριν το 2014 και την κυκλοφορία του πρώτου τους δίσκου, τον Luley συνοδεύει ο Ryan Hurtgen στα φωνητικά, επηρεασμένος και αυτός από τους μεγάλους παλιούς της άλλης όχθης του Ατλαντικού και ο Jesse Nason στα πλήκτρα. Άρτι αφιχθείς από τους υπό διάλυση Cynic, ο Sean Reinert στα τύμπανα συμπληρώνει την τετράδα, και ως αναμενόμενο νοστιμεύει το προϊόν με τη jazzy προσέγγισή του στα τύμπανα.

Οι μουσικοί στοχεύουν ψηλά και δε το κρύβουν, γι’ αυτό και προσέγγισαν μια μεγάλη εταιρία στο χώρο για την προώθηση. Η κύρια απόδειξη είναι η φιλόδοξη δόμηση του δίσκου. Τα εντυπωσιακά 70+ λεπτά μοιράζονται σε 4 θέματα που και αυτά με τη σειρά τους υποδιαιρούνται σε μικρότερα κομμάτια, τα Guedra, The Golden Arc, Vibrational και Anunnaki.

Στο Guedra ακούς ένα πάντρεμα των Yes και των Godley and Creme (ιδίως στα φωνητικά και τις αρμονίες), Porcupine Tree (πρώιμων), και King Crimson λόγω της χρήσης πνευστών. Το  Golden Arc ξεκινά κινηματογραφικά, κλασικά, με πιάνο που θυμίζει Renaissance, και τελειώνει όμορφα φέρνοντας στο νου neo prog σχήματα. Το Vibrational χρησιμοποιεί ατμοσφαιρικά σημεία με αναφορές στους Genesis και τους No Man (των Wilson/Bowness), σκληραίνει κάποια στιγμή (ίσως η λιγότερο πειστική εξερεύνηση στο δίσκο) αλλά κλείνει πανέμορφα με το ονειρικό Insomnia που ξεφεύγει σε κατευθύνσεις που θυμίζουν τους Δανούς Mew. Τέλος, το Anunnaki κλείνει το δίσκο με αρκετή ποικιλία εξερευνώντας καινοτόμες ιδέες, για παράδειγμα στο πραγματικά εξαιρετικό Hissing the wave of a dragon που παντρεύει πολλά ετερόκλητα στοιχεία.
 
Γενικά η μπάντα κινείται με άνεση ανάμεσα σε πιο ατμοσφαιρικές συνθέσεις και λίγο πιο τεχνικές που πατάνε πιο πολύ πάνω στο rhythm section, αν και οι πρώτες αποτυπώνονται μάλλον πιο έντονα στο μυαλό μετά την ακρόαση του Vier. Υπάρχει ποικιλία και έμπνευση και μια καλή μουσική βάση για να χτιστεί ένα ενδιαφέρον οικοδόμημα, χωρίς όμως παράλληλα κάτι να εντυπωσιάζει ή να ξεσηκώνει.

Λοιπόν για να κλείνουμε: οι τύποι έχουν πολλά να πουν, να παίξουν και να δώσουν στο χώρο. Απλά χρειάζεται κάποιος, παραγωγό θα τον πεις, πνευματικό θα τον πεις, πιο ώριμο συνθέτη θα τον πεις, που θα τα βάλει όλα κάτω, θα σμιλεύσει το songwriting, θα  παίξει με τα intro και outro των τραγουδιών και θα συναρμολογήσει και θα αναδείξει τα καλά υλικά – από την αρχή. Προς το παρόν οι Perfect Beings κάνουν δυναμικότατη διείσδυση στο χώρο και διεκδικούν με αξιώσεις και τον τίτλο του The Next Big Thing, αν συντρέξουν οι διάσπαρτες άνωθεν διάφορες προϋποθέσεις.

571
About Χρήστος Αθανασιάδης 48 Articles
Έχει απαρνηθεί δις το metal ψάχνοντας το νόημα σε άλλα ιδιώματα και ισάριθμες φορές έχει επιστρέψει γονυπετής ζητώντας άφεση αμαρτιών. Στο μουσικό πεντάγραμμο πάντως αναζητά το σημείο κάπου στο άπειρο που τέμνονται η post-πνευματικότητα των Talk Talk, η επιτυχία στις μεταγραφές του Miles Davis, ο χαμαιλεοντισμός των Bowie/Eno, η συναισθηματική νοημοσύνη των Rush και η ευφυής δημιουργία των original Queensryche.