9 Ιουλίου 1971, οι θρυλικοί Stooges -Iggy Pop στο μικρόφωνο, Scott και Ron Asheton σε drums και κιθάρα αντίστοιχα, Dave Alexander στο μπάσο και τελευταία προσθήκη τον James Williamson ως δεύτερη κιθάρα- αποφασίζουν πως η ηρωίνη και λοιπά πασατέμπα είναι αρκετά πιο ενδιαφέροντα από το να συνεχίσουν την προσπάθεια τους να κατακτήσουν τον κόσμο, και παίρνουν ξεχωριστούς δρόμους.
Τα δύο πρώτα τους album, “The Stooges” και “Funhouse”, εμπορικά ήταν ξεκάθαρες αποτυχίες και οι κριτικοί τα στόλισαν με χαρακτηρισμούς όπως “ βαρετό, θορυβώδες, μονότονο, ηλίθιο rock n’ roll” (και πολλά άλλα τα οποία θα βιάζονταν να πάρουν πίσω όταν η μουσική ιστορία τους έριξε μια ξεγυρισμένη φάπα). Η παρέα από το Ann Arbor του Michigan όμως είχε καταφέρει να συγκεντρώσει έναν φανατικό πυρήνα οπαδών, κυρίως λόγω της απρόβλεπτης σκηνικής παρουσίας του χαρισματικού frontman τους.
Ένας από αυτούς τους οπαδούς ήταν και David Bowie. Σεπτέμβρη του ’71, ο Βρετανός ταξίδεψε στην Αμερική και συναντήθηκε με τον Iggy, με σκοπό να τον πείσει να υπογράψει στη Mainman Management, την εταιρεία στην οποία ανήκε και ο ίδιος. Δεν ήταν μια εύκολη απόφαση για τον James Newell Osterberg, καθώς ο Bowie δεν είχε ακόμα το status της μουσικής ιδιοφυίας που θα αποκτούσε αργότερα, και η επιτυχία δεν ήταν εγγυημένη.
Παράλληλα, ο μέχρι τότε manager του group (και αργότερα των Ramones), Danny Fields είχε ενημερώσει τον Pop πως η Electra ήθελε να τον κρατήσει στο δυναμικό της ως solo καλλιτέχνη. Τελικά όμως ο Iggy αποφάσισε να ακολουθήσει τον (soon to be) Ziggy, να υπογράψει με την Mainman και να κάνει συμφωνία με την Columbia για δυο δίσκους. Το πλάνο ήταν να έρθει μαζί του στη Βρετανία ο James Williamson,όχι όμως τα αδέλφια Asheton, οι οποίοι ήταν συντετριμμένοι από το πόσο εύκολα του παράτησε ο φίλος και συμπαίκτης τους.
O Williamson και ο Iggy Pop πέρασαν τις πρώτες τους μέρες στην Αγγλία πηγαίνοντας σε πάρτι, κυνηγώντας κοριτσάκια και χαζεύοντας Βρετανική τηλεόραση. Περιστασιακά, έγραφαν και κάνα τραγουδάκι για να περνάει η ώρα. Σύμφωνα με τον πρώτο, δυσκολευόντουσαν πολύ να ταιριάξουν με τους μουσικούς που τους πρότεινε ο Bowie για τη θέση του μπασίστα και του drummer, καθώς “Αυτοί οι Βρετανοί φοράνε αστεία ρούχα, δεν είναι σοβαροί μουσικοί και δεν έχουν γκρούβα”. Θα ρίξει τότε την ιδέα να φέρουν στο Νησί τους Ashetons.
Υπήρξε όμως ένα μικρό πρόβλημα. Με τον James Williamson ως lead guitarist, o Ron Asheton θα αναγκαστεί να μετακινηθεί στο μπάσο, κάτι το οποίο δεν δέχτηκε αδιαμαρτύρητα. Έτσι, τον Ιούνιο του 1972 η μπάντα θα ξανασχηματιστεί ως Iggy and The Stooges. Πρώτη φορά που ανέβηκαν σε βρετανική σκηνή ήταν στις 15 Ιουλίου, στο King’s Cross Cinema, μια μέρα αφού είχε εμφανιστεί ο Lou Reed. Στη συναυλία των Stooges ήταν παρόντες ο John Lydon και ο Mick Jones, πολλά χρόνια πριν αφήσουν το ανεξίτηλο μουσικό τους στίγμα με Sex Pistols και The Clash αντίστοιχα. Μια φωτογραφία τραβηγμένη από τη συναυλία αυτή, θα κατέληγε να είναι το εξώφυλλο του “Raw Power”.Δύο μέρες μετά το live στείλανε τα πρώτα demo στην εταιρεία, η οποία όμως δεν ήταν ευχαριστημένη με το αποτέλεσμα. Η Columbia επέμενε πως ο δίσκος θα πρέπει να έχει μια πιο εμπορική προσέγγιση, μια συμβατική δομή rock album. Βασικό αίτημα ήταν να υπάρχουν δύο μπαλάντες, μία σε κάθε πλευρά του δίσκου. Οι “μπαλάντες” αυτές κατέληξαν να είναι το “Gimme Danger” και το “I Need Somebody”. Θα ζήλευαν και οι Scorpions…
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά τραγούδια του δίσκου, το “Search and Destroy”, το εμπνεύστηκε ο Iggy Pop σνιφάροντας ηρωίνη και διαβάζοντας ένα άρθρο των Times με αυτόν τον τίτλο. Ειρωνικά, το άρθρο αφορούσε τη συγκεκριμένη ουσία. Παρότι το album είναι γεμάτο από κομμάτια τα οποία θα γίνονταν κλασικά, ο Iggy Pop ένιωθε πως οι Stooges δεν είχαν μέλλον και πως το “Raw Power” θα ήταν το οριστικό τέλος για τους πρωτοπόρους Αμερικανούς. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι στίχοι του “Death Trip” κατέγραφαν αυτό ακριβώς το γεγονός. “Το καράβι βούλιαζε, και ήθελα μέσα από τους στίχους να πω το πώς και το γιατί”.O δίσκος τελικά ηχογραφήθηκε σε λιγότερο από ένα μήνα. Ο Iggy Pop θέλησε να αναλάβει ο ίδιος την παραγωγή του. Υπήρχε όμως ένα σημαντικό πρόβλημα. Δεν είχε καμία εμπειρία σε αυτόν τον τομέα, το οποίο όμως δεν έμοιαζε να τον αποθαρρύνει.
Το αποτέλεσμα ήταν να βάλει όλα τα όργανα σε ένα κανάλι, τη φωνή του στο άλλο και τελικά να μην ακούγεται τίποτα. Επιστρατεύτηκε εσπευσμένα ο Bowie, o οποίος έκανε την τελική μίξη. Εδώ η ιστορία δίνει αντικρουόμενες πληροφορίες. Ο Iggy Pop δήλωσε πολλά χρόνια αργότερα πως έμεινε ικανοποιημένος από τη δουλειά του καινούριου του φίλου, ενώ σύμφωνα με άλλες πηγές βγήκε τρέχοντας από το studio, φωνάζοντας “Αυτός ο γαμημένος ο κοκκινοτρίχης μου κατέστρεψε το album”.
Δυστυχώς οι φόβοι που εξέφρασε ο τραγουδιστής μέσα από το “Death Trip” βγήκαν αληθινοί. Το “Raw Power” εμπορικά απέτυχε, η Columbia αποφάσισε να διακόψει τη συνεργασία τους, δυσαρεστημένη από το αποτέλεσμα αλλά και εκνευρισμένη από τη γενικότερη συμπεριφορά της μπάντας. Παρόλα αυτά, το “Raw Power” είναι ακριβώς αυτό που περιγράφει ο τίτλος του. Ένα ωμό album που κατάφερε να δώσει μια δομή στο χάος των Stooges, χωρίς όμως να το εξημερώσει. Είναι ένας προπομπός αυτού που θα έφερναν σε λίγα χρόνια οι Ramones, oι Clash, οι Sex Pistols και πολλά χρόνια αργότερα ο Curt Cobain, ο οποίος σε χειρόγραφο που ανακαλύφθηκε μετά το θάνατό του το είχε στην κορυφή των αγαπημένων του.
Δεν είναι τυχαίο που οι Stooges θεωρούνται το πρώτο punk συγκρότημα. Δεν είναι τυχαίο που ο Iggy Pop αποκαλείται ο νονός της punk, ακόμα και αν σιχαίνεται αυτό το παρατσούκλι. Οι Stooges ήταν ένα τρανό παράδειγμα ενός συγκροτήματος πολύ μπροστά από την εποχή του, που έπρεπε να περάσουν αρκετά χρόνια ώστε να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της συνεισφοράς τους στο παγκόσμιο μουσικό αρχιτεκτόνημα. Πριν από κάποια χρόνια, ο Iggy Pop είπε στον Henry Rollins πως αν οι Stooges δεν είχαν διαλυθεί, θα ήταν οι Rolling Stones της Αμερικής. Δύσκολο.
Οι Stooges ποτέ δε θα κατάφερναν να αμβλύνουν τις γωνίες τους, να συγκρατήσουν αυτή την ωρολογιακή βόμβα που είχε ο καθένας μέσα του. Θα ήταν σαν τον Μόγλη όταν τον πήρανε από τη ζούγκλα και προσπάθησαν να τον εκπολιτίσουν. Πήρε αρκετά χρόνια στο David Bowie να τιθασεύσει τον Iggy Pop, να τον σώσει από βέβαιο θάνατο και να τον βοηθήσει να φτάσει στο maximum των δυνατοτήτων του μέσα από τα δύο αριστουργηματικά album που βγάλανε μαζί μια τετραετία μετά το “Raw Power”, τα “The Idiot” και “Lust for Life”. Από εκεί και έπειτα πήρε το δρόμο της μια προσωπική πορεία με διάφορα σκαμπανεβάσματα, νίκες και ήττες, εμπορικές επιτυχίες και “what ifs”.
Oι υπόλοιποι Stooges βολοδέρνανε για χρόνια σε διάφορες μπάντες από δω και από κει, μέχρι ο frontman τους να τους ξαναμαζέψει για κάποια κομμάτια στο “Skull Rings” του 2003 και να κάνουν full time reunion. Ακολούθησαν δύο album, το “The Weirdness” (2007) και “Ready to Die” (2013). Κανένα από τα δύο δεν έφτασαν σε ποιότητα τα πρώτα τρία, αλλά κανείς δεν περίμενε κάτι τέτοιο. Έδωσαν την πλατφόρμα σε ένα συγκρότημα να κάνει έναν εκτεταμένο γύρο του θριάμβου, ως οι μουσικοί ήρωες που σίγουρα είναι. Τους έδωσαν την ευκαιρία να φύγουν από τη μουσική ζωή με τους δικούς τους όρους. Από τους “Dum Dum Boys”, παρατσούκλι του Iggy για την μπάντα και τραγούδι από το “The Idiot”, οι μόνοι που ζουν ακόμα είναι ο ίδιος (δε θα πεθάνει ποτέ ο Iggy, μάνα μου) και o James Williamson. Περίπτωση να ξαναδούμε τους Stooges δεν υπάρχει, όπως δεν υπάρχει περίπτωση και να ξαναδούμε κάτι ΣΑΝ τους Stooges.
975