Πολυπράγμων και υπερδραστήριος ο Mike LePond, για τον περισσότερο κόσμο ο βιρτουόζος μπασίστας των progsters Symphony X, διοχετεύει τα διαφορετικά ενδιαφέροντά του με πολλούς τρόπους.
Οι Silent Assassins είναι το εκφραστικό όχημα μέσα από το οποίο εκδηλώνει την αγάπη του για την πιο άμεση, δυνατή μουσική με συντεταγμένες στο κλασικό metal. Το πρώτο, ομότιτλο album τους κυκλοφόρησε το 2014 και υποστηρίχτηκε από την πολύτιμη σύμπραξη του συνοδοιπόρου του στους Symphony X, Michael Romeo, ενώ είχε αιχμή του δόρατος τα φωνητικά του διαχρονικού ήρωα του underground, Alan Tecchio. Η ομάδα είναι ξανά παρούσα στο δεύτερο δισκογραφικό κεφάλαιο των “σιωπηλών δολοφόνων”, ενώ ενισχύεται και από αρκετούς καλεσμένους τραγουδιστές και μουσικούς.
Ο κιμπορντίστας των Symphony X, Michael Pinella, οι κιθαρίστες Lance Barnewold, Rod Rivera και οι φωνές των Andry Lagiou, Noa Gruman, Veronica Freeman και Phyllis Rutter εμπλουτίζουν με τις συνδρομές τους το υλικό του “Pawn and Prophecy”.
Θα μπορούσε άτυπα να θεωρηθεί πως ο δίσκος χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο αποτελείται από τα έξι αρχικά τραγούδια. Η άμεση εντύπωση είναι το πόσο φρέσκο και ζωντανό ακούγεται το υλικό. Ουσιαστικά έχουμε να κάνουμε με κλασικό U.S. metal στα καλύτερά του: δυνατές δόσεις από Riot, Metal Church και Vicious Rumors μπορούν να σκιαγραφήσουν μια εντύπωση για το μονοπάτι που διανύει το “Pawn and Prophecy”.
Με κορυφή το “I Am the Bull” με το πρωταγωνιστικό μπάσο του LePond και την υπέροχη, αυθεντικά επική διάθεση, έχουμε έξι τραγούδια επιθετικών riff, δύναμης και αληθινής ανάδειξης όλων των αρετών του κλασικού metal. Αντάξιος υποστηρικτής της απόπειρας ο Tecchio, που δίνει έναν ευπρόσδεκτο ηρωικό αέρα στις συνθέσεις.
Το όμορφα διαφοροποιημένο “The Mulberry Tree” μοιάζει να αποτελεί τον προπομπό του ιδιαίτερα φιλόδοξου ομότιτλου τραγουδιού που υπερβαίνει σε διάρκεια τα 22 λεπτά: ένα λυρικό folk παραμύθι για ένα ζευγάρι και τον τραγικό θάνατο της κοπέλας, που κυλά με έναν έντονα ευρωπαϊκό ακουστικό χαρακτήρα.
Όλα τα στοιχήματα του LePond έχουν εισχωρήσει στο ομότιτλο “Pawn and Prophecy”. Βασισμένο στο έργο του William Shakespeare, “Macbeth”, συγκεντρώνει ένα πλήθος ιδεών που έχουν όμως τοποθετηθεί αρμονικά και δημιουργούν μια ηχητικά ενισχυμένη ανάπλαση της ιστορίας και του κλίματος. Πέρα από τις σπουδαίες διαδοχές των riff που ταξιδεύουν τον ακροατή, υπάρχουν στοιχεία μιούζικαλ, θεατρικά, blues, folk που εμπλουτίζουν ιδανικά την ατμόσφαιρα της ιστορίας με τη βοήθεια των τεσσάρων επιπλέον φωνών. Ακόμα και τα πιο τεχνικά στοιχεία έχουν αφομοιωθεί σωστά και το τραγούδι διατηρεί μια ευχάριστα αναπλαστική γοητεία.
Ανάμεσα στην αποδεκτή δελεαστικότητα της νοσταλγίας του κλασικού και τη δύναμη της φρέσκιας δημιουργίας, ο LePond και οι “δολοφόνοι” του μας αφήνουν ένα άλμπουμ που το βασικό του προτέρημα είναι η άμεση έλξη που προκαλεί στον ακροατή μιας μεγάλης γκάμας της σκηνής. Με ευελιξία και μουσική εξυπνάδα, ο βιρτουόζος μπασίστας εκφράζεται σύμφωνα με το κέφι του ενώ αποφεύγει να ακουστεί παρωχημένος. Και όχι μόνο, βέβαια.