TRANSPORT AERIAN: “Therianthrope”

Ο πολύ-οργανίστας Hamlet είναι ουσιαστικά ο δημιουργός και βασικός εκφραστής του project Transport Aerian. Το ανήσυχο πνεύμα του Βέλγου καλλιτέχνη με την αφετηρία της διαδρομής στο 2003 και το πρώτο άλμπουμ, το “Blessed” το 2009, καταφεύγει σε μια περίεργη συνύπαρξη πολλών διαφορετικών μουσικών χώρων, κάτω από την ευρύτερη ομπρέλα μιας ανοιχτής, ελεύθερης έκφρασης που αποτελεί και το ουσιαστικό νόημα του προοδευτισμού.

Οχτώ χρόνια και τέσσερα άλμπουμ αργότερα, ο Hamlet επιστρέφει με την πιο φιλόδοξη προσπάθειά του, που φέρει τον τίτλο “Therianthrope”. Hχητικά, εκτός από τον εγκέφαλο του έργου που τραγουδά, παίζει κιθάρες, μπάσο, πλήκτρα, τύμπανα, επιμελείται των samples και του programming, υπάρχουν άλλοι δέκα μουσικοί που εμπλουτίζουν την παλέτα της έκφρασης.

Το άλμπουμ μοιράζεται σε δύο μέρη: το πρώτο αποτελείται από τα “συμβατικά” (όσο μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει τα τραγούδια του Hamlet με τη λέξη αυτή) και το δεύτερο που λέγεται “The Abstract Symphony”, και χωρίζεται σε πέντε ενότητες, περιλαμβάνει ορχηστρικά κομμάτια που βασίζονται στον τυφλό αυτοσχεδιασμό των καλεσμένων μουσικών: κανείς δεν ήξερε τι θα έπαιζε ο άλλος, τους δόθηκε απλά ένα θέμα να αναπλάσουν ηχητικά (το διαδίκτυο, ένα πολύ δυνατό συναίσθημα, μια πόρνη, τον θεό) και φωτογραφίες να δώσουν έμφαση στην απόπειρα αυτή.

Η διαδοχή των πρώτων τραγουδιών με τα μέρη της Abstract Symphony διατηρούν με εξαιρετική επιτυχία την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα του “Therianthrope”. Η αφετηρία της έμπνευσης είναι οι βαθύτεροι προσωπικοί δαίμονες. Μέσα από τα συχνά δύσβατα ηχοτοπία του ο Hamlet περιστρέφεται γύρω από ψυχικές ασθένειες, άσχημες ανθρώπινες πλευρές σε έναν σύγχρονο κόσμο που βρίσκεται στο χείλος του πολέμου, μιας κοινωνικής και οικονομικής καταστροφής.

Το εμβατηριακό σκοτεινό στενό του εναρκτήριου “Smirking Sirens” θα είναι με βεβαιότητα ή απόλυτα αποτρεπτικό ή μια φυλακή ηθελημένης αποπλάνησης για τον ανυποψίαστο ακροατή. Με αναφορά στους παράλογους φόβους που γεννά η κατάθλιψη ακόμα και σε απρόσμενες στιγμές και συγκυρίες της καθημερινής ζωής, έχεις ανοίξει έναν πίνακα που θα σε ρουφήξει σε περίεργες συντεταγμένες.

Το σαρκαστικό καμπαρέ του “Pitch fork Martyrs” είναι μια πικρή σάτιρα για το σημερινό λαϊκισμό, η απέχθεια απέναντι στην ξενοφοβία και τον ρατσισμό, γι’  αυτούς που με τη μεταμφίεση του μάρτυρα ετοιμάζουν τα βέλη τους για όσους τολμούν να μιλήσουν.

Η ευαίσθητη, μελωδική φαινομενική παρηγοριά του “Let You Never Perish”ανοίγει την πόρτα στην μεμψιμοιρία που έχει θέση σε κάθε ψυχική κατάσταση. Στο απόκοσμα συνωμοτικό “Destroy Me”, ο κρυφός πόνος που καταπιέζεται, πάλλεται στους ήχους: δεν βγαίνει ποτέ για να συντηρηθούν συμβάσεις όπως η οικογένεια όπου οι μονάδες καταβροχθίζονται σε ένα ανάμεικτο πλάσμα που σιγεί.

Το “September” που διακόπτει ηθελημένα τα μέρη της Abstract Symphony είναι για τον Hamlet μια επιστροφή στον δεκαπεντάχρονο εαυτό του, όταν πρωτογεννήθηκε η εμβρυακή μορφή του τραγουδιού. Άλλη μια αναφορά στον ρατσισμό και την αμάθεια, με αφορμή μια παλιά φωτογραφία από το 1968, ενός σχεδόν ανθρώπινου ζωολογικού κήπου…Το απειλητικό “Eternal Guilt” θα οδηγήσει μοιραία στο δραματικό, ποιητικό “Lions”, δηλαδή τον αλκοολισμό που κοιμίζει τους δαίμονες των ενοχών.

Ο λυρικός και επιδερμικά παυσίπονος επίλογος του “Last Years of Peace” με αφετηρία μια ρωσική ταινία, αφιερώνεται στους γενναίους, τους ήρωες που τολμούν ν’ αγαπούν έχοντας τη γνώση πως αυτό θα έχει ένα τέλος, καθώς η απελπισία και η αγάπη πάνε μαζί και στον μουσικό ορίζοντα του τελευταίου τραγουδιού του “Therianthrope”. Σε ποιους, λοιπόν, απευθύνεται ο Hamlet, μουσικά εξετάζοντας, αφού το κύριο περιεχόμενο του άλμπουμ έχει σκιαγραφηθεί; Δύσκολο να μαντρώσεις την έκφραση του Hamlet με τις τυπικές επιγραφές ιδιωμάτων. Συνολικά το άλμπουμ έχει έναν βαρύ, μολυβένιο, γοτθικό ορίζοντα. Τα φωνητικά ακολουθούν την αρρώστια και την ανθρώπινη ανασφάλεια χωρίς τη συνήθη ωραιοποίηση της τυπικής συνθετικής μανιέρας, οι μουσικοί με την έγκριση ελευθερίας από τον αρχηγό, προσθέτουν λεπτομέρειες στιγμιαίας ειλικρίνειας που κρατούν το συναίσθημα σε συνεχή διάλογο με το μυαλό.

Ο κατέχων ευρύτατη φαντασία αλλά και μουσική γνώση, Βέλγος, με σημαία το θάρρος να απογυμνώσει τον σύγχρονο άνθρωπο, γεφυρώνει συντεταγμένες που λύνουν τη φαντασία του, όπως η θρησκευτική μοναχικότητα των Dead Can Dance, η θεατρική ωμότητα του πρώιμου Nick Cave, η μελωδική ευελιξία neoclassical post rock σχημάτων και το ανήσυχο, ευρύτερο σύγχρονο prog rock και χαρτογραφεί μια διαδρομή ενδοσκόπησης χωρίς συμβάσεις.

Το αποτέλεσμα αφήνει ένα μοναδικό, δύσπεπτο μουσικό έργο που λειτουργεί σε μια κατάσταση απομόνωσης και κάθαρσης, και απέχει πολύ από την επανάληψη της διασκέδασης των συμβατικών προτάσεων. Μια ξεχωριστή εμπειρία που κρύβει έναν ασύλληπτο σκοτεινό πλούτο για όσους τολμήσουν να περάσουν το χαράκωμα.

673
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…