To project του Geoff Tate, πρώην τραγουδιστή των Queensrÿche, με το όνομα “Operation: Mindcrime”, δημιουργήθηκε με τη λήξη της δικαστικής διαμάχης με τους πρώην bandmates του.
Ο τελικός συμβιβασμός των δύο πλευρών απελευθέρωσε το όνομα του group για τους υπολοίπους, ενώ ο Tate επικεντρώθηκε στη χρήση του ονόματος “Operation: Mindcrime” αλλά και τα δικαιώματα του αντίστοιχου άλμπουμ.
Στην πραγματικότητα, το “The New Reality” είναι το τελευταίο μέρος μίας προγραμματισμένης τριλογίας, καθώς έχουν ήδη προηγηθεί τα “The Key” (2015), και “Resurrection” ( 2016). Όσοι έχουν δοκιμάσει να παρακολουθήσουν την κατεύθυνση του Tate από την πρώτη απόπειρα της τριλογίας, έχουν αντιληφθεί άμεσα πως ο δρόμος που τραβά η πρώην φωνή των progsters από το Seattle, είναι εντελώς ξένος με τη μουσική που τον καθιέρωσε στις συνειδήσεις των ακροατών του κόσμου.
Είναι απόλυτα θεμιτό να θέλει ο Tate να εξελιχθεί και να διαγράψει νέες διαδρομές: μια τακτική που χαρακτήριζε τους Queensrÿche στην ακμή τους, ήταν άλλωστε η εφεύρεση νέων μουσικών σελίδων διατηρώντας παράλληλα τον πυρήνα και την ταυτότητα του σχήματος. Αυτό όμως που τελικά απογοητεύει είναι πως δεν αρκεί η αρχική σύλληψη, η πρόθεση και η οριοθέτηση μιας μουσικής περιοχής.
Ο Tate για μια φορά ακόμα είναι ένας φτωχός υπηρέτης μιας μανιέρας: με μία μουσική που επίμονα σκιαγραφεί μια ψευδο- sci-fi εντύπωση, με στρώματα από ήχους keyboards και εφέ, με μια κατεύθυνση που θέλει να συνδυάσει ένα είδος μοντέρνου προοδευτικού rock με εναλλακτικούς ήχους, ακόμα και με παρεμβάσεις σαξόφωνου, έχει -πιθανά- ένα όραμα, που ίσως να είναι και ενδιαφέρον και ξεχωριστό, αλλά…
Πρώτα από όλα, ο συνήθης ύποπτος της αναμενόμενης ηχητικής καταστροφής είναι πάλι εδώ: ο Kelly Gray, εκτός από κιθαρίστας, έχει κάνει την ηχογράφηση, τη μίξη, το mastering και την παραγωγή μαζί με τον Tate, οπότε επάξια επωμίζεται το ηχητικό χάος του άλμπουμ, καθώς υπάρχουν στιγμές που οι ήχοι που παρεμβαίνουν ακούγονται σαν επιθέσεις που υποσκελίζουν το συνολικό αποτέλεσμα, το οποίο βέβαια κάθε άλλο παρά ηχητικά ισορροπημένο το λες.
Κοντά σε αυτό το μόνιμο πρόβλημα, έρχεται και η στεγνή αποθήκη των φωνητικών μελωδιών του Tate: πέρα από το γεγονός πως έχει καταφύγει σε διαφορετική χρήση της φωνής του, αλλά και διπλωματικά δεν την αναδεικνύει σε πρωταγωνιστή της έκφρασης του άλμπουμ, η συντριπτική πλειοψηφία των μελωδιών του είναι ουδέτερη και συναισθηματικά αβλαβής.
Αυτό βέβαια είναι φυσικό επακόλουθο της μεγάλης συνθετικής αδυναμίας του Tate να στηρίξει τη συνολική σύλληψη του άλμπουμ και με τραγούδια, που είναι φυσικά και το ζητούμενο. Πέρα από τα επίμονα ηχοτοπία με τους επιτακτικούς ρυθμούς των drums και τα εφέ των ήχων, ο ακροατής παλεύει να ανακαλύψει μια σύνδεση με τις συνθέσεις που ξεκινούν να υψώνονται για να γίνουν κάτι, χωρίς τελικά ποτέ να φτάσουν εκεί. Κι όταν σε κάποιες μικρές εξαιρέσεις, όπως τα “It Was Always You”, ή “All for What?” και “The New Reality”, νομίζεις πως ίσως αρχίζεις να νιώθεις κάτι, ο ενοχλητικός ήχος κάνει την ακρόαση δύσβατη και δυσλειτουργική.
Η τελική εντύπωση μόνο θλίψη φέρνει: ο άλλοτε κραταιός μουσικός και ερμηνευτής μοιάζει να τυλίγεται στα τεχνάσματα, περιφρονώντας ακόμα και το εργαλείο της φωνής του. Στην πραγματικότητα γνωρίζει κι ο ίδιος την αδυναμία των τραγουδιών. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως ακούσαμε τον καλύτερο Tate των τελευταίων χρόνων σε τραγούδι κάποιου άλλου, στο “Seduction of Decay” του Tobias Sammet των Avantasia…
O Tate είχε δηλώσει από την αρχή πως η συμπλήρωση της τριλογίας θα σημάνει και το τέλος για τους “Operation: Mindcrime”. Για το επόμενο βήμα του είχε δηλώσει πως είναι ανοιχτός στο ενδεχόμενο να αποτελέσει μέλος μιας άλλης μπάντας. Πιθανά να κουράστηκε και ο ίδιος να προσπαθεί να χτίζει παραπετάσματα για να ισοσκελίσει την απουσία πραγματικής έμπνευσης.
Άλλωστε, ο μοναδικός άνθρωπος που εγγυημένα θα μπορούσε να τον συμπληρώσει ιδανικά και να τον ωθήσει να βγάλει τον καλύτερο εαυτό του, έχει αποσυρθεί εδώ και χρόνια από τη μουσική βιομηχανία, προτιμώντας τις πτήσεις στην ελευθερία των αιθέρων.