Να ‘μαστε και πάλι εδωωωωώ. Η κόπωση είναι εμφανής και η ημέρα είναι από απόψεως διαθέσιμου χρόνου και line-up λίγο ζόρικη, ίσως και λίγο πιο φτωχή στο σύνολό της.
Οι Αθηναίοι Αfformance ανοίγουν την τρίτη και τελευταία μέρα του Festival περί τις 19:50. Το σχήμα αποτελείται από πέντε άτομα και ο ήχος τους προσεγγίζει μπάντες όπως οι Maybeshewill και οι 65daysofstatic, κάνοντας κάποια περάσματα και ακόμη από το trip hop του Bristol. Είχαμε και προηγούμενη επαφή σε παλαιότερο Plissken, αλλά ακούγονται περισσότερο εντός νερών σήμερα.
Ένας εκ των τριών κιθαριστών της μπάντας εναλλάσσει ανά τραγούδια την κιθάρα του με ένα μπάσο, καθώς τα μπάσα του synth είναι αρκετά, ενώ η κοπέλα που χειρίζεται το synth τραγουδάει σε τουλάχιστον ένα κομμάτι φέρνοντας στο μυαλό και κάποιες βρετανικές, ατμοσφαιρικές metal μπάντες. Ο πειραματισμός είναι διάχυτος και η μπάντα καλοστημένη αλλά το set τους λήγει κάπως πρόωρα, στις 20:25.
Περί τις 20:40 ανεβαίνει ο Σκοτσέζος Drew McDowall, πρώην μέλος των Coil και γνωστός remixer. Βάσει αυτών αναμενόμενο είναι ότι το μόνο που υπάρχει επί σκηνής είναι μίκτες, laptop και λοιπά σύνεργα τα οποία αναπαράγουν ένα συνεχή νωχελικό βιομηχανικό ήχο χαμηλών τόνων, ως επί το πλείστον ambient, που αποτελεί μια σχετικά καλή ανάπαυλα πριν το χάος που πρόκειται να ακολουθήσει. Ο McDowall κατεβαίνει στις 21:30…
Λίγο πριν, μέσα στην άγνοια, βλέπω τον G.C.Green των Godflesh, γιατί βρίσκεται ακόμη στο χώρο και μου δείχνει τον Justin Broadrick (που είναι γνωστός και ως J.K.Flesh) εξηγώντας μου ότι έμεινε επειδή παίζει στο επόμενο σχήμα που είναι ένα ηλεκτρονικό ντουέτο με το όνομα Zonal.
Αυτοί παίρνουν σειρά στις 21:55 περίπου υπό τους υπερμπάσους drone ήχους των synthesizers, ενώ το ηχητικό σύνολο θυμίζει λίγο το soundtrack του καινούργιου Βlade Runner. Το τοπίο είναι βιομηχανικό αλλά λίγο πιο χορευτικό από τον προηγούμενο καλλιτέχνη. Οι ισοπεδωτικές μπότες, τα τείχος του ξηρού πάγου και έντονα φωτορυθμικά συνθέτουν ένα εντυπωσιακό θέαμα αλλά ο θόρυβος είναι ανυπόφορος. Ο Broadrick, εντούτοις κατεβάζει τη μία μπίρα μετά την άλλη ανενόχλητος για τα επόμενα 70′.
Στις 23:34 ο Thurston Moore ανεβαίνει επιτέλους στη σκηνή για να διαπιστώσει ότι λείπει η μπάντα του και να επανέλθει 2′ αργότερα. Πριν ξεκινήσει μας συστήνει τα μέλη της μπάντας και τους αποκαλεί Masters of Peace. Το στήσιμο τους είναι ολόιδιο με την προηγούμενη επίσκεψη τους στον ίδιο χώρο και από το σημείο που στέκομαι είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα. Οι κιθαριστικές μελωδίες έχουν απόλυτα χαλαρωτική επίδραση σε σχέση με το προηγηθέν χάος και το κουαρτέτο – με τον Steven Shelley των Sonic Youth και πάλι πίσω από τα τύμπανα- προτιμά τις πιο στρωτές και ήρεμες, από ηλεκτρικής απόψεως, στιγμές του τελευταίου δίσκου, “Rock’n’Roll Concsiousness” το οποίο παίζεται σχεδόν ακέραιο. Δεν είναι τυχαίο, μάλλον, το ότι αποφεύγονται οι θορυβώδεις αυτοσχεδιασμοί και ακούγονται πολλά μελωδικά lead.
Κάπου στο set, ο Moore ζητάει λίγο φως επί σκηνής, γιατί (όπως λέει) του αρέσει το πολύ φως αλλά και το σκοτάδι εξίσου, αυτοσαρκαζόμενος και κατόπιν λίγου λευκού θορύβου, λέει ότι είναι ευχαρίστησή του που ξαναέρχεται στην Αθήνα και ότι το τραγούδι που ακολουθεί είναι εμπνευσμένο από τη θεά Αφροδίτη και ότι η ιδέα του γεννήθηκε στην Αθήνα.
Το σχήμα αποχαιρετά στις 12:44 για πρώτη φορά, ενώ encore για ένα τραγούδι, το κλασικό “Ono Soul” και προλογίζεται ο Ben Frost.
…Ο οποίος ανεβαίνει στις 1:15 στη σκηνή μπροστά από ένα παραβάν σαν αλουμινόχαρτο και σίγουρα μια τέτοια περσόνα θα ταίριαζε σε metal μπάντα. Ο χαμηλών συχνοτήτων ήχος είναι φουτουριστικός και δυστοπικός, κάτι ανάμεσα σε μουσική επένδυση για το Jurassic Park και το Blade Runner (πάλι, πρέπει να το ψάξω αυτό λίγο…).
Ο καλλιτέχνης περιβάλλεται από υπολογιστές και λοιπά gadgets και το ηχητικό προϊόν είναι σκοτεινό σε γενικές γραμμές καθώς τα μπάσα σείουν το δάπεδο, παρόλο που δεν υπάρχει beat στο πλείστο μέρος του προγράμματος του. Η ίδια η αίθουσα είναι πλήρως σκοτεινή πέραν των αντανακλάσεων πάνω στο αλουμινόχαρτο πάνω στο οποίο από, ένα σημείο και μετά, γίνεται προβολή απροσδιόριστων υγρών ή αέριων σωμάτων χρώματος μπλε. Παρατηρώ ότι ο ήχος γενικά είναι τρισδιάστατος, καθώς τα επιμέρους κανάλια ήχου περιδιαβαίνουν από όλες τις διευθύνσεις. Ο κόσμος έχει αποδεκατιστεί πλέον κι εγώ καταπίνω ξηρό πάγο με τα λίτρα, με το τέλος του festival να έρχεται μερί τις 2:30. Πάω να μαζέψω τα κομμάτια μου…
Photos: Ναταλία Καλλιντέρη
638