EUROPE: “Walk the Earth”

Δύο εβδομάδες ηχογραφήσεων στα θρυλικά πια Abbey Road Studios του Λονδίνου γέννησαν το 11ο άλμπουμ των σουηδών hard rockers.

Αν θελήσει κανείς να αποδώσει μια αριθμητική σημασία στον δίσκο αυτό, όντας το έκτο άλμπουμ από την επανασύνδεσή τους το 2003, είναι ο πρώτος μετά τις ισάριθμες στουντιακές απαντήσεις της δεύτερης περιόδου, κι αν κάποιος αναρωτιέται ακόμα αν έχουν σήμερα λόγο ύπαρξης, ας λειτουργήσει χριστιανικά, γυρνώντας πρόθυμα και το άλλο μάγουλο…

Ξανά υπό την επίβλεψη του παραγωγού Dave Cobb, o Joey Tempest, με αφετηρία μια εμμονή για την έννοια της δημοκρατίας στο πέρασμα του χρόνου, είχε την αρχική επιθυμία για ένα concept άλμπουμ, η οποία τελικά υποχώρησε: βέβαια η μικρή ιστορική του έρευνα, που κατέληξε και σε μια συνάντηση με καθηγητή πανεπιστημίου, έδωσε το στιχουργικό περιεχόμενο μιας πολιτικής αύρας σε αρκετά από τα τραγούδια του άλμπουμ. Το “The siege” αναφέρεται στη γαλλική επανάσταση, το “Kingdom united” πραγματεύεται την υπογραφή της Magna Carta, το “Election day” επισημαίνει τις σύγχρονες εκλογές σε Αμερική και Αγγλία, ενώ το “Wolves” αναφέρεται σε πολιτική δίωξη ενός θαρραλέου ανθρώπου.

Σε περισσότερο προσωπικό επίπεδο, το “Turn to dust” αναφέρεται στην αξία του χρόνου και προειδοποιεί τους ανθρώπους να μη χάσουν την τελευταία ευκαιρία, το “Pictures” είναι ένα περίεργο sequel του “The Final Countdown” για όσους το 1986 έφυγαν για την Αφροδίτη, ενώ το ομότιτλο τραγούδι είναι ένας θερμός ύμνος πίστης στην προσωπική αναγέννηση.
Σαν αυτή που ξεκίνησε με το “Start From The Dark” του 2004… Η διακοπή μιας ολόκληρης δεκαετίας επούλωσε σημαντικές πληγές που είχαν να κάνουν με την πίεση της μουσικής βιομηχανίας. Με την ιαματική επίδραση της απόστασης, οι σουηδοί επέστρεψαν να συνεχίσουν να κάνουν μουσική με την ίδια ηχητική αφετηρία έμπνευσης, αυτή των ινδαλμάτων τους, των μεγάλων πρωταγωνιστών του hard rock των 70’s.

Ακόμα και σήμερα, 38 ολόκληρα χρόνια μετά το ξεκίνημα, οι Europe είναι αυτή η παρέα μουσικών και φίλων, με αιχμή του δόρατος τον Tempest: δεν είναι τυχαίο πως από το “Wings of Tomorrow” η μοναδική αλλαγή στη σύνθεσή τους ήταν η αποχώρηση του Norum. Oι σουηδοί συνεχίζουν να μην κάνουν δεύτερη φορά το ίδιο άλμπουμ, μεταφέροντας τον χαρακτηριστικό εκφραστικό τους πυρήνα σε νέα ηχοτοπία.

Ακολουθώντας την τεχνολογία και τις εξελίξεις στον ήχο, κατηγορήθηκαν σφοδρά όταν από την κλασική hard rock αφετηρία τους μεταφέρθηκαν ακόμα και σε συγγενικές ΑΟR λεωφόρους στη διάρκεια των 80’s. Όπου κι αν βρέθηκαν, μουσικοί ταξιδιώτες σχεδόν τεσσάρων δεκαετιών, δεν έκαναν έκπτωση στη συνθετική τους ευστοχία: ακόμα και στην πιεσμένη συγκυρία του “Prisoners In Paradise” άφησαν εξαιρετικές μελωδικές καταθέσεις.

Τώρα πια, στη δεύτερη νιότη τους, έχουν καταφέρει να είναι από τους σημαντικότερους εκφραστές του σύγχρονου hard rock. Το φρέσκο 11ο άλμπουμ τους διατηρεί την επιδίωξη να αξιοποιήσει την παρακαταθήκη κολοσσών του παρελθόντος όπως οι Thin Lizzy, Rainbow, UFO, πάντα με την προσωπική σφραγίδα του  γκρουπ που έχει παραμείνει απόλυτα διακριτή μέσα από τις παραλλαγές των χρόνων.

Το “Walk The Earth” είναι ένα άλμπουμ που τυλίγει αρμονικά το κλασικό με το σύγχρονο, ενώ την ίδια στιγμή πετυχαίνει μια εξαιρετική διαφοροποίηση ανάμεσα στις συνθέσεις που του δίνει βάθος και αντοχή. Ο βασικός άξονας είναι το επιβλητικό, μεγαλειώδες hard rock με την περιπετειώδη εξωτική υπεροψία του ορίζοντα που απλώνεται από το “Stormbringer” ως το “Kashmir”, ιδιαίτερα στα τρία πρώτα τραγούδια του άλμπουμ.

Το “Pictures” μοιάζει να ελίσσεται ανάμεσα σε Bowie-ική μπαλάντα και 70’s prog ελεγεία, το “Wolves” βυθίζεται σε μια σκοτεινή, doomy περιπλάνηση που σε μαρμαρώνει, τα “GTO” και “Whenever you ‘re ready” ξεδιπλώνουν ενέργεια και ένταση, ενώ το ενδοσκοπικό “Turn to dust” κλείνει τον κύκλο του “Walk the Earth” με εκείνο το μοιραίο ιδιαίτερο βάρος των εσωτερικών τραγουδιών που νομίζεις πως συνεχίζουν να παίζουν για πάντα ακόμα κι όταν τελειώνουν.

Οι δημιουργοί του ακούγονται πραγματικά να το απολαμβάνουν με προσωπικές υπερβάσεις από τον Mic Michaeli και τον πλούτο των πλήκτρων, αλλά και τον Ian Haugland που μοιάζει να έχει απελευθερώσει εντελώς την περίτεχνη πτυχή του εαυτού του στα τύμπανα. Ο John Norum υποστηρίζεται ταιριαστά από την παραγωγή σε μια υποβλητική ρυθμική αντήχηση των θεμάτων του στα ριφ, ενώ και στα lead δεν μείναμε ποτέ με παράπονο.

Ο αρχηγός παραμένει αειθαλής. Θα βρεθεί εκεί που το κλασικό θα αντηχήσει σε μια μακρινή μνήμη και το μοναδικό φίλτρο του θα το ζωντανέψει σε ήχο, ήχο χαρακτηριστικό, λειτουργικό μέσα από τη συνέπεια της ερμηνείας του που λάμπει σε κάθε κεφάλαιο του άλμπουμ. Το φιλόδοξο αγόρι από το Upplands Väsby παραμένει ζωντανό στο σώμα του 54χρονου τραγουδιστή και συνθέτη… Έντεκα, και μοιάζει ακόμα πολύ νωρίς.

705
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…