THRESHOLD: “Legends Of The Shires”

Δύο παράλληλες διαδρομές, η μοναχική κι εσωτερική της επώδυνης ατομικότητας, και η πολυσύνθετη και συνήθως ανεξέλεγκτη και μοιραία της συλλογικότητας, μοιάζουν να στέκονται απέναντι η μία στην άλλη, ψάχνοντας τα μυστικά της επιλογής και του προορισμού στη ζωή.

Ο υπαινιγμός της σκιάς του περιβόητου Brexit είναι ευδιάκριτος, από τον τίτλο μέχρι την σύνθετη και φιλόδοξη ιστορία του 11ου και πρώτου concept άλμπουμ των βρετανών progsters Threshold.

25 χρόνια μετά την άνοιξη της οικολογικής συνείδησης μέσα από μια μουσική προοδευτικά πειθαρχημένη και ταλαντούχα προσιτή, το σκάφος του Richard West και του Κarl Groom συνεχίζει να αποφεύγει τους υφάλους, προσηλωμένο στους χάρτες της σκεπτόμενης μουσικής και προστατεύοντας το dna του γκρουπ.

Η νέα μυστηριώδης – και ως συνήθως χωρίς εξηγήσεις – αποχώρηση του ξεχωριστού Damian Wilson επουλώνεται με μια αντικατάσταση ουσιαστικά εκ των έσω, καθώς η φωνή του μακρινού πια “Psychedelicatessen”, Glynn Morgan επιστρέφει πίσω από το μικρόφωνο. Η δεύτερη αποχώρηση είναι αυτή του κιθαρίστα Pete Morten μετά από μια συνεχή δεκαετή παρουσία.

Βέβαια, σε όλη τη διάρκεια της δισκογραφικής διαδρομής τους, και με αναμφισβήτητο δεδομένο τον συνθετικό πυρήνα West/Groom, η ηχητική επιδερμίδα τους είναι άμεσα αναγνωρίσιμη και αυστηρά προσηλωμένη στο πεδίο που έχουν καθορίσει. Αν μπορεί κάποιος φίλος του είδους να γκρινιάξει στους Threshold για κάτι, αυτό είναι η απουσία μεγάλων εκπλήξεων και αποκλίσεων.

Μια χώρα, λοιπόν, κι ένας άνθρωπος ψάχνουν να βρουν θέση και προορισμό στο ταξίδι της ζωής και οι άγγλοι έχουν γεννήσει περίπου 83 λεπτά νέας μουσικής να ζωντανέψουν την ιστορία τους.

Οι τρεις παρεμβάσεις του “The shire” με τα αντίστοιχα τρία μέρη, προσδιορίζουν και κατευθύνουν την εξέλιξη της ιστορίας με μια δραματική τρυφερότητα που μπορεί να προσεγγίσει ένας απομονωμένος άνθρωπος της υπαίθρου, μόνος με τις σκέψεις του.

Το θέμα και οι συντεταγμένες του μοιάζουν να ιντριγκάρουν ιδιαίτερα το γκρουπ: το συντριπτικό μέρος της διάρκειας του “Legends…” ακούγεται προκλητικά δημιουργικό και συνθετικά πλούσιο και εύστοχο, φανερώνει πως υπάρχει αβίαστος λόγος έκφρασης.

Όλα τα παραγωγικά χαρακτηριστικά των Threshold ,όπως αυτά παγιώθηκαν χρόνια τώρα, συνοδεύουν με δελεαστική συνέπεια τον ακροατή στην αναζήτηση κοινών βιωματικών εντυπώσεων με την ιστορία που αφηγούνται.

Δύο περιεκτικά, μακροσκελή τραγούδια ανθολογίας, τα “The man who saw through time”, και “Lost in translation” υπηρετούν ιδανικά τις ανοιχτές περιπλανήσεις τους , ενώ τα γνωστά, απίστευτα εν δυνάμει singles τους, όπως τα “Small dark lines”, “Stars and satellites”, Trust the process”, με τις μπετόν αρμέ συνδέσεις κιθαριστικών ριφ και πλήκτρων να μεταφέρουν τις αμεσότερες φωνητικές μελωδίες, συνεχίζουν να τρέφουν την απορία γιατί αυτό το γκρουπ δεν απασχολεί περισσότερο κόσμο.

Στα περισσότερο συναισθηματικά ξέφωτα, το φορτισμένο mid tempo “Subliminal freeways”, η ανθεμική μπαλάντα “State of independence” και ο λυρικός επίλογος “Swallowed” απαιτούν και, δίκαια, παίρνουν εμμονικές επιστροφές.

Σε μια αρμονική διαδοχή απαιτητικών τραγουδιών με λεπτομερείς δομές αλλά και ισχυρές μελωδίες, το μόνο που ίσως περισσεύει είναι το ξεχείλωμα 2-3 τραγουδιών. Μια όμως επιπλέον ευχάριστη έκπληξη είναι η παράσταση του Glynn Morgan που κυριολεκτικά λάμπει σε όλο το άλμπουμ και αποδεικνύει πως βρίσκεται σε εκπληκτική κατάσταση: συναισθηματικός και δυναμικός μαζί, θα εκτιμηθεί ακόμα περισσότερο από τους νοσταλγούς του “Mac”.

Στην κοινή διαπίστωση όσων τους ακολουθούν διαρκώς πως πάντα διατήρησαν τη δισκογραφική τους αξιοπρέπεια, έρχεται η φρέσκια πραγματικότητα πως η παλιά τους “ερωμένη”, εντυπωσιακά ορεξάτη και ανανεωμένη, ήρθε να επαναπροσδιορίσει και να αναθερμάνει τη σχέση τους.

699
About Γιώργος Γεωργίου 540 Articles
Συνηθίζουν να λένε, «δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι»… Αν μπορούσε λοιπόν να ιδρύσει το δικό του “Cabaret Voltaire”, στους τοίχους του θα είχε κορνίζες με φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα και πίνακες των David Bomberg και Edward Hopper. Πάνω στο πατάρι θα είχε τις δύσκολες περιπτώσεις, αυτούς που αν τελικά μάλωναν μεταξύ τους, θα έπρεπε να γίνει σε απομόνωση. Σε ειδικό “triryche design” τραπεζάκι ο Tate με τον De Garmo, και ακριβώς απέναντι σε ευρύχωρο καναπέ ο Fish με τον Steve Hogarth. Μοναχικό τραπέζι με κηροπήγιο και θέα από μικρό παράθυρο στην ομίχλη της πίσω αυλής ο Simon Jones. Φθαρμένο ημίψηλο σκαμπό και μίνι μπαρ δίπλα του για τον Nick Cave. Σκαλιστή πολυθρόνα για τον Ronnie James Dio, και κάθισμα VIP από το Villa Park για τον μουστάκια άρχοντα των ριφ. Φουτουριστικό κουπέ για τρεις σεβάσμιους κυρίους από τον Καναδά, μην τον ρωτήσεις ποιους. Κάτω σε περίοπτη θέση στο μπαρ, τον μορφονιό Joakim Larsson, για να τραβά τις ωραίες γυναίκες, και δίπλα του τον Jim Matheos να τον συμμαζεύει με την ψυχραιμία του όταν χρειάζεται. Σε ένα μικρό τραπέζι στην πιο σκοτεινή γωνιά, η περίεργη παρέα του David Sylvian, του Neil Hannon και του Paddy McAloon. Όταν κάθονται στο μπαρ και οι νεότεροι Einar Solberg, Daniel Tompkins και Daniel Estrin, η χημεία είναι πια ιδανική. Καθόλου άσχημα κι απόψε…