Επτά χρόνια μετά το τελευταίο τους πόνημα “Show’ em How”, o ζωντανός θρύλος του Doom επιστρέφει. Η παλιομάγισσα, ο Bobby Liebling παραμένει ζωντανός παρά τις βαριές καταχρήσεις και με τον Victor Griffin στο πλευρό του δημιουργούν τον δίσκο που εγώ προσωπικά θα ήθελα να ακούσω από τους Pentagram.
Βαρύ όσο δεν πάει, εμπνευσμένο και τίμιο. Ένα comeback από το πουθενά, που σε γραπώνει από το λαιμό και σε κατεβάζει στο σκοτεινό καπηλειό να σου “εξηγήσει” 2-3 πράγματα, από ανθρώπους που έχουν φάει τη ζωή με το κουτάλι… από αυτόν που αρνήθηκε να δώσει τα “τραγουδάκια” του στον Gene Simmons και τον Paul Stanley… Σαφώς και δεν μπορώ να πω ότι φτάνει τα τρία πρώτα άλμπουμ τους, αλλά δεν έχω πάντα την απαίτηση από κάθε αγαπημένη μπάντα, ο νέος της δίσκος να είναι ο καλύτερος. Ο Liebling είναι ο Ozzy των “φτωχών”, τέλος. Αν δεν συμμάζευε η κακιά θεία Sharon τον Ozzάκλα από το Le Parc Hotel του Los Angeles κάπου εκεί στα τέλη του 1979, ίσως και να μιλάγαμε για παράλληλους βίους, απλώς ο ένας θα είχε ήδη δισκογραφία.
Είναι πασιφανές ότι ο Griffin (όπως και ο Hasselvander) προσκυνάνε το ιερό μουστάκι του Tony Iommi και τον ήχο που έβγαλαν οι Black Sabbath στους 9 πρώτους δίσκους τους κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘70. Αυτό σε συνδυασμό με την αγάπη (αλλά και προσωπική φιλία) του Liebling για τους Blue Cheer, δίνει ένα στοιχείο για το πώς ακούγεται το “Last Rites”, σε όποιον δεν γνωρίζει τους Pentagram. Πραγματικά, αν αφήσουν στην άκρη τους εγωισμούς και αποφασίσει η αυθεντική σύνθεση των Sabs να δισκογραφήσει, κάπως έτσι θα ηχεί το αποτέλεσμα. Απλώς δεν θα έχει τα λίγα κάπως πιο ροκ-ίζοντα στοιχεία που υπάρχουν στους Pentagram (δεν θέλω να χρησιμοποιήσω τη λέξη “stoner”).
Από το πρώτο riff του εναρκτήριου “Treat Me Right” οι προθέσεις είναι σαφέστατες. Όγκος και βαρύτητα που επαναφέρει τα πράγματα στη τάξη όσον αφορά το “heavy” στοιχείο. Με τα 3 επόμενα “CallTheMan”, “IntoTheGround” και “8” γίνεται σαφές ποιος κάνει κουμάντο σε αυτόν τον ήχο. Η επιστροφή του Griffin μετά το “BeForewarned” του 1994, κάνει τη διαφορά, αλλά αυτό δεν θα είχε σημασία αν δεν ήταν καλές και οι ίδιες οι συνθέσεις. Το 70s αίσθημα είναι διάχυτο σε ολόκληρο το άλμπουμ, πράγμα που βρίσκω απόλυτα λογικό, αφού εκτός του ότι δεν μπορείς να μάθεις σε γέρικο σκυλί νέα κόλπα, πολλά από τα τραγούδια είναι γραμμένα δεκαετίες (κυριολεκτικά) πριν. Η παραγωγή έχει αυτή την 70s αύρα, χωρίς να γίνεται παλιομοδίτικη και ο ήχος είναι δυνατός και μονολιθικός. Η υπνωτική φωνή του Liebling δεν έχει καμία σχέση με οπερατικούς και σπουδαγμένους ερμηνευτές, ούτε χρειάζεται κάτι τέτοιο όταν μιλάει η εμπειρία της ζωής και όταν ακούς τo “LastRites” αισθάνεσαι αυτό το βάρος να σε πλακώνει… Ελπίζω μόνο, ο τίτλος να μην είναι προφητικός…
Ανδρέας Ανδρέου
843