Κλείνοντας 15 χρόνια άξιας δισκογραφικής πορείας (και 25 συνολικά, από την ίδρυσή τους), οι Stone Sour, το πνευματικό παιδί του Corey Taylor (των Slipknot), φτάνουν αισίως στην κυκλοφορία του έκτου full length τους.
Κι ως είθισται, όταν έχεις να διαδεχτείς μια σειρά από πετυχημένα album, οι απαιτήσεις μεγαλώνουν. Ίσως για αυτό το συγκρότημα να πήρε το χρόνο του και στο μεσοδιάστημα ασχολήθηκε μονάχα με EP και διασκευές.
Η επιλογή του Jay Ruston (ο οποίος είχε κάνει και τη μίξη στις δυο προηγούμενες δουλειές τους) στη θέση του παραγωγού, δικαιώνει τους Stone Sour, καθώς αφήνει τα κομμάτια να ανασάνουν, διατηρώντας και μια larger-than-life νοοτροπία. Παράλληλα, ετούτη εδώ είναι και η πρώτη επίσημη παρουσία του Christian Martucci στις lead κιθάρες (ο οποίος εισχώρησε στο group πριν δυο χρόνια), με τη συμβολή του να μην περνάει καθόλου απαρατήρητη, δένοντας άψογα με τους υπόλοιπους και δίνοντας κατά τόπους μια (τρόπον τινά) punk ώθηση στην μπάντα.
Ομολογουμένως, η συνταγή δεν έχει αλλάξει άρδην, κυρίως σε σχέση με τη διλογία του “House of Gold & Bones”, με τη ζυγαριά να γέρνει πιο πολύ προς στην heavy alternative μεριά, αφήνοντας ξωπίσω τη λογική των πρώτων δυο δίσκων. Συνάμα, υπάρχει μια καλοδεχούμενη ποικιλομορφία η οποία φροντίζει να διατηρεί το ενδιαφέρον του ακροατή, με τα τραγούδια να έχουν τοποθετηθεί πολύ έξυπνα όσο εξελίσσεται το album.
Εύπεπτο και διόλου κουραστικό, οργισμένο κατά τόπους, αλλά και με hard rock διάθεση σε σημεία, με περίσσιο groove, μελωδικά κι ανθεμικά refrain και συνθέσεις οι οποίες κυλούν αβίαστα (αβάδιστα κι αβαβά), δίνοντας την αίσθηση πως το κουιντέτο από το Los Angeles αφέθηκε ελεύθερο και δεν περιορίστηκε σε ό,τι αφορά την ηχητική γραμμή που θα ακολουθούσε, το “Hydrograd”, όχι μόνο διατηρεί την ανοδική πορεία του σχήματος, αλλά δίνει περαιτέρω ώθηση για το μέλλον, το οποίο είναι σίγουρα πιο ευοίωνο σε σχέση με εκείνο των Slipknot.
Μέσα σε 65 λεπτά λοιπόν, οι Stone Sour κάνουν πραγματικά αυτό που θέλουν και δε ζορίζονται ούτως ώστε να βγάλουν χιτάκια και single, έχοντας πλέον την ωριμότητα και την εμπειρία να απολαμβάνουν αυτό που κάνουν, σε βαθμό που περνάει και στον ακροατή. Εν ολίγοις, το “Hydrograd” δεν είναι ούτε στημένο, ούτε επιτηδευμένα καλό, προκειμένου να αρέσει ντε και καλά στο μέσο ακροατή. Κι εν τέλει τα πάνε περίφημα!
Μια ολοκληρωμένη πρόταση από τον Corey Taylor και την παρέα του, με ελάχιστες κοιλιές, η οποία συγκαταλέγεται στις αρτιότερες και πιο καλογραμμένες δουλειές της μπάντας.
Highlights: “Taipei Person/ Allah Tea”, “Knievel Has Landed”, “Song #3”, “Rose Red Violent Blue”, “St. Marie”, “Mercy”, “Friday Knights”, “Somebody Stole My Eyes”, “When the Fever Broke”
724