Γνωστή η φιγούρα του γελωτοποιού.
Εκτός από μπαλαντέρ στα χαρτιά (“Don’t forget the Joker” τραγουδούσε ο αείμνηστος θείος Lemmy), έχει και τη θέση του σε διάφορα σημεία της μουσικής rock ιστορίας. O χαβαλετζής και φαρσέρ γελωτοποιός εμφανίζεται λοιπόν το 2015 στο ομώνυμο ντεμπούτο album των Jacks Full από την Αθήνα, το οποίο επανακυκλοφορεί φέτος.
Το τρίο που απαρτίζεται από τους Νίκο Σπάθα (κιθάρα, δεύτερα φωνητικά), Mιχάλη Απαρτόγλου (μπάσο, κύρια φωνητικά, και Βαγγέλη Καρδαμίτση (τύμπανα), αρέσκεται στο να παίζει σύγχρονο αμερικάνικο hard rock που φέρνει σε κάτι μεταξύ Bon Jovi, Buckcherry και λίγο από εκείνη τη φερόμενη κι ως post grunge σκηνή. Αν θες και κάτι πιο προσφιλές στα εγχώρια δεδομένα μας, φαντάσου Black Hat Bones σε μικρότερες ταχύτητες και πιο AOR ύφος.
Η παραγωγή είναι αρκετά δυνατή κι εύηχη, με τα όργανα να έχουν τη θέση τους και να μην κρύβουν σε καμιά φάση το ένα το άλλο, αλλά δυστυχώς ακούγεται κάπως άδεια σε κάποια σημεία. Μου αρέσει πολύ ο ήχος του μπάσου όπως εκείνο ακούγεται όταν είναι μόνο του, αλλά κάτι μου λείπει στο φόντο για να γεμίσει το δωμάτιό μου.
Η φωνή του Μιχάλη είναι σωστή και δεν μπαίνει στην κατηγορία “κατσαπλιάδες” (πιάνω λίγο από τραβήγματα Hetfield που και που), έχει όμορφες δυναμικές και καλή άρθρωση και βοηθάει τη μουσική τους να μην ακούγεται ψεύτικη και κοντά στις επιρροές τους (μόνο να φανταστώ μπορώ ποιες είναι αυτές).
Προσωπικά ξεχώρισα τα “Died Young”, “Ghost”, “Soul Shackle” και “Under my Skin”, σε ένα album που αφήνει υποσχέσεις σε έναν τρόπο μουσικής έκφρασης που αν και αργά (ως συνήθως) πάει να φτιάξει “σκηνή” στη χώρα μας.
Είναι μια σωστά τοποθετημένη κι έντιμα προσφερόμενη προσπάθεια, με ωραία τραγούδια και όμορφες ερμηνείες που θα ικανοποιήσει τους φίλους της “αμερικανιάς” και ίσως, τους οδηγήσει σε κάποιο live τους.
Προσεκτικά να το ανοίξεις το κουτί γιατί ο παλιάτσος πετάγεται με δύναμη.