Η ώρα είναι 19:45 και βγαίνοντας από το Μετρό, το πρώτο πράγμα που διακρίνει κάποιος είναι φυσικά οι μαυροφορεμένες και γνώριμες παρουσίες που μαζεύονταν έξω από το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών για να απολαύσουν ένα θέαμα πραγματικά αλλιώτικο από τα συνηθισμένα.
Μια βραδιά ναι μεν κλασσικής μουσικής, αλλά με ένα κοινό αρκετά συγκεκριμένο και την ανυπομονησία εμφανή στα μάτια όλων των παρευρισκομένων. Σε όλους τους διαδρόμους και τους ορόφους που βγάζουν στους εξώστες, έβλεπες κόσμο να περιφέρεται με χαμόγελα για να βρει τη θέση του.
Στο μέσον της σκηνής και περιτριγυρισμένο από τέσσερις ενισχυτές, έβλεπες μόνο το πιάνο που θα υποδεχόταν τη μεγάλη καλλιτέχνιδα και πάνω στις παρτιτούρες της, όσο μπορούσα να διακρίνω, έβλεπα χαοτικές και πολυδουλεμένες σημειώσεις.
Kάπου εδώ θα πρέπει να αναφέρω και να ευχαριστήσω από καρδιάς τους διοργανωτές της 3 Shades of Black, που τίμησαν τους ανταποκριτές που καλύπταμε το event και μας παραχώρησαν πάσο διακεκριμένων θέσεων. Είχαμε έτσι, τη μοναδική ευκαιρία να δούμε από πραγματικά πολύ κοντά αυτή την ιδιαίτερη παρουσία που ακούει στο όνομα Diamanda Galás.
Η ώρα είναι 20:15 και στην αίθουσα απλώνεται νεκρική σιγή… Από το βάθος της σκηνής ακούγονται τα βήματά της και μετά από ελάχιστα δευτερόλεπτα ξεπροβάλει από το σκοτάδι η Diamanda Galás ντυμένη φυσικά στα μαύρα, με τα, επίσης, μαύρα μαλλιά της να λάμπουν κάτω από το μετρημένο φωτισμό του χώρου.
Με ένα σύντομο βλέμμα στον κόσμο κατευθύνεται απευθείας στο πιάνο και χωρίς καμία καθυστέρηση τα μαγικά της δάχτυλα αγγίζουν τα πλήκτρα. Με ένα μπλε χρώμα να λούζει την ίδια και ένα άρωμα σκοτεινής θηλυκότητας να ταξιδεύει από τη σκηνή προς κάθε σπιθαμή της αίθουσας ξεκινά την ερμηνεία της με το “Fernard”. Η φωνή της παθιασμένη, ανατριχιαστικά εκφραστική και φυσικά οι κλίμακες της έντασης της παροιμιώδεις.
Ο φωτισμός στο δεύτερο κομμάτι αλλάζει χρώμα και παίρνει μια κόκκινη απόχρωση δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα άκρως σατανική. Ο θόρυβος από τους ενισχυτές σε συνδυασμό με τη φωνή της που είναι σαν να βγαίνει από τα έγκατα της κόλασης, προκαλούν μια αίσθηση ασφυκτική, ένα συναίσθημα κλειστοφοβικό που δε σε αφήνει να πάρεις αναπνοή παρά μόνον να κοιτάς καθηλωμένος την ερμηνεία της.
Η ίδια έχει πέσει κυριολεκτικά πάνω στα πλήκτρα, αφού με τα χέρια της, από τον καρπό μέχρι τον αγκώνα, χτυπά το πιάνο με τον πιο παρανοϊκό τρόπο που μπορεί να φανταστεί κανείς, βγάζοντας ήχους αντισυμβατικούς, που σίγουρα ο χώρος του Μεγάρου δεν υποδέχεται συχνά. Οι δε εκφράσεις στο πρόσωπό της ακολουθούν το ίδιο μοτίβο, προκαλώντας ρίγος από τη συγκλονιστική ερμηνεία της.
Με μια σύντομη παύση μεταξύ των κομματιών της, μας χαιρετά στα ελληνικά εκφράζοντας τη χαρά της για την επιστροφή της στη χώρα μας και την ευκαιρία να ξανατραγουδήσει για το ελληνικό κοινό, ενώ φυσικά η ανταπόκρισή μας στην παρουσία της ήταν όλη την ώρα εμφανής, αφού δε μπορούμε να σταματήσουμε να χειροκροτούμε.
Η βραδιά συνεχίζεται με το “La LLorona”. Ο μπασάτος ήχος της φωνής της είναι τόσο βαθύς που πραγματικά σε κάνει να πιστεύεις ότι έρχεται από τα έγκατα της γης και βρήκε διέξοδο σε αυτή τη γυναικεία φιγούρα. Τα δε “κρατήματα” της στις ψιλές νότες άκρως συγκλονιστικά, ενώ η δυναμικότητα συνυφασμένη με το ταπεραμέντο που διαθέτει είναι τουλάχιστον μυσταγωγικά.
Από τις πρώτες υποψίες του “The Refugee (O Prosfigas)” η αίσθηση της απώλειας και του πόνου είναι χαραγμένη στο πρόσωπό της, ενώ η χροιά της φωνής της μεταφέρει όλη την τραγικότητα του κομματιού μαζί με την ασύλληπτη ταχύτητα των δαχτύλων της στο πιάνο.
Στο “A Soul That’s Been Abused” που ακολούθησε, η αίσθηση δραματικότητας που έχει ήδη δημιουργηθεί, φθάνει στην κορύφωσή της μέσα από μια προκαθορισμένη νοητή διαδρομή που έχει πλάσει στο μυαλό μας. Μας αφηγείται ένα μουσικό εφιάλτη ενώ ο χώρος λούζεται από ένα κόκκινο τρομακτικό φως και πάλι.
Η συνέχεια έπεται άκρως θεατρική, με τα πλήκτρα να δημιουργούν την αίσθηση των κεραυνών και μαζί με το μπλε φωτισμό να συνθέτουν το “Die Stunde Kommt”. Η στάση του σώματος της Diamanda Galas, με τους αγκώνες της μαζεμένους, το πρόσωπο της να τσαλακώνεται και την ένταση τη φωνή της να φτάνει σε αμύθητες εντάσεις, συνθέτουν την ανάγκη της καλλιτέχνιδας να μεταφορτωθεί σε κάτι άλλο από αυτό βλέπουμε μπροστά μας, βγάζοντας από μέσα της ό,τι πιο σκοτεινό μπορεί να ζει ήδη μέσα της και που θέλει να δει το φως της σκηνής.
Το σκηνικό όμως και πάλι φαίνεται να αλλάζει και να περνά από πάνω μας ένα κύμα με χειμαρρώδη ταχύτητα, όπως τα δάχτυλα της καλλιτέχνιδας στο πιάνο με την εκτέλεση του “Άνοιξε Πέτρα”. Η συγκλονιστική διασκευή του κομματιού έχει πραγματικά ξεζουμίσει το συναίσθημα από μέσα του, με τον δικό της πάντα ιδιαίτερο τρόπο και ερμηνεία, που έκαναν όλους μας να μη μπορούμε πραγματικά να σταματήσουμε να την αποθεώνουμε με το πέρας του.
Και κάπου εδώ έρχεται ο θάνατος… Είναι φοβερό το πόσο απότομα μπορεί να μετατραπεί μια γλυκιά μελωδία σε πένθιμη. Στο “O Death” η Diamanda Galas μας συγκλόνισε, θεωρώ, περισσότερο από κάθε άλλη στιγμή μέσα στη βραδιά.
Ένας ήχος ηλεκτρονικός δημιουργήθηκε που άγγιζε το ύφος της πιο noise εκδοχής αυτού, από τις ακραίες αυξομειώσεις στην ένταση της φωνής της, τις καθηλωτικές κραυγές και τα ρυθμικά χτυπήματα με τα χέρια της πάνω στο πιάνο.
Το ασταμάτητό μας χειροκρότημα με την αποχώρησή της από τη σκηνή, την έκανε να επιστρέψει άλλες τρεις φορές ερμηνεύοντας επιπλέον τα “Artemis”, “Pardon Me I’ve Got Someone to Kill” και “Let My People Go”. Το μέσο του ήχου που διαπερνά τα αυτιά μας είναι σίγουρα η φωνή της καλλιτέχνιδας, αλλά μόνον η ψυχή απευθείας θα μπορούσε να έχει τέτοια δυναμική που να διαπερνά και την καρδιά μας ταυτόχρονα.
Η απίστευτη ροή στον ήχο των τελευταίων πιο μπλουζ κομματιών που μας χάρισε, σε συνδυασμό με το παίξιμό της, δίνουν την ψευδαίσθηση ότι στη σκηνή υπάρχουν αναρίθμητα όργανα που έχουν συγχρονιστεί για να δώσουν αυτό το μεστό μουσικό αποτέλεσμα. Τα δε απότομα κοψίματα στο “Let My People Go” είναι λες και τα δάχτυλά της έχουν εμπλουτιστεί με δύναμη μεγατόνων θέλοντας να ξεζουμίσουν κάθε πλήκτρο που αγγίζει.
Κι έτσι απλά, όπως μας υποδέχτηκε, μας αποχαιρέτησε γεμάτη συναισθηματική φόρτιση, που ήταν έκδηλη στο βλέμμα της.
Οφείλω να ομολογήσω ότι έκανα ώρες να συνέλθω εκείνο το βράδυ και μέχρι και τώρα που προσπαθώ να περιγράψω το γεγονός είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να αποτυπώσω το συναίσθημα που έμεινε από το βράδυ του Σαββάτου.
Μια γεμάτη συγκίνηση εκτέλεση που σε συνδυασμό με την ταπεινή της στάση εξέφραζε τα πάντα για το ήθος και το πνεύμα αυτού του ανθρώπου.
Το θέαμα που παρακολουθήσαμε, όσοι παρευρεθήκαμε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών δεν ήταν απλώς ένα γεγονός ή μια επιπλέον μουσική εμπειρία. Ήταν η ενσάρκωση μιας ολόκληρης ιστορίας σε ένα γυναικείο σώμα που πέρασε ακαριαία σαν καρέ μπροστά από τα μάτια μας και έκανε τον χρόνο να σταματήσει για τη συνολικά μία ώρα και 15 λεπτά ερμηνείας που μας πρόσφερε από τη ζωή της.
Είδαμε το πιο δυνατό συναίσθημα, αυτό του πόνου, να παίρνει μορφή. Είδαμε μια αλήθεια ατόφια και πήραμε ένα δυνατό μάθημα, που ήταν γροθιά στο στομάχι, για να επιστρέψουμε και πάλι ο καθένας στη ρουτίνα μας.
Δεν μπορώ επομένως να προσδώσω απλά επίθετα σε αυτή τη γυναίκα, όπως σκοτεινή, εκθαμβωτική, καθηλωτική κ.α. Τα επίθετα αδυνατούν να περιγράψουν το απερίγραπτο κι αυτό διότι η Diamanda Galas είναι ουσιαστικό, κάτι ουσιαστικό, γεμάτο ουσία και μοναδικότητα, η προσωποποίηση της γυναικείας φύσης σε όλες τις εκφάνσεις της.
photos: Νίκος Παλαιολόγος
648